Συνέντευξη στο εκπαιδευτικό δίκτυο alfavita έδωσε ο συριζαίος βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης και εκπαιδευτικός Γιάννης Αμανατίδης για τα πρώτα μέτρα που θα πάρει το κόμμα του στην εκπαίδευση, όταν με το καλό έρθει στην εξουσία.
Σημειώνουμε εδώ τα όσα δεν είπε ο βουλευτής, τα όσα με γενικά και θολά χρώματα περιέγραψε, αφήνοντας σκοπίμως να αιωρούνται ψευδαισθήσεις για το τι πραγματικά θα πράξει ο ΣΥΡΙΖΑ την επομένη των εκλογών, όταν θα διαβεί την πολυπόθητη πόρτα του Μαξίμου, διαβάζοντας πίσω από τις λέξεις.
Σημειώνουμε επίσης ότι όσα είπε ο Αμανατίδης αναφέρονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στην πολιτική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία.
♦ Για την αντιμετώπιση της αξιολόγησης, που με ταχύτατους ρυθμούς προωθεί το υπουργείο Παιδείας και τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών:
«Eχουμε δεσμευτεί ότι θα καταργήσουμε τους Νόμους 4024/11, 4142/13 και 3848/10 και το Προεδρικό Διάταγμα 152/13, δεν θα επικυρώσουμε εκ των υστέρων τετελεσμένα που απορρέουν από την εφαρμογή αυτού του αυταρχικού νομοθετικού πλαισίου, θα προχωρήσουμε, σε συνεργασία με την εκπαιδευτική κοινότητα, σε μια δημοκρατική αναδιάρθρωση του πλαισίου διοίκησης και οργάνωσης της εκπαίδευσης και θα επαναπροκηρύξουμε όλες τις θέσεις…
Η ελληνική κοινωνία και η εκπαίδευση χρειάζονται ελεύθερους εκπαιδευτικούς, που θα κρίνονται με διαδικασίες που δεν θα στηρίζονται στην ανασφάλεια, στο φόβο και στις απολύσεις, αλλά θα συνδέονται με αναβαθμισμένη και μακράς διάρκειας επιμόρφωση αντί για τη συλλογή βεβαιώσεων στην οποία επιδίδονται τα τελευταία χρόνια…».
Ο ΣΥΡΙΖΑ αναπαράγει την ψευδαίσθηση που χρόνια καλλιεργεί τώρα στον εκπαιδευτικό κόσμο η συνδικαλιστική γραφειοκρατία των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών με πυρήνα τις παρατάξεις των αστικών κομμάτων εξουσίας ΔΑΚΕ-ΠΑΣΚ, ώστε να συγκρατεί την οργή, να περιορίζει το μέτωπο αντιπαράθεσης με το αστικό σύστημα και τις επιδιώξεις του και να εγκλωβίζει τους αγώνες ενάντια στην αξιολόγηση σ’ ένα στενό πλαίσιο «τεχνικού» χαρακτήρα. Διατείνεται δηλαδή, ότι στο πλαίσιο του καπιταλισμού, μπορεί να υπάρξει σχολείο μακριά και έξω από τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της πολιτικής που χαράζει προς όφελός του η αστική τάξη, της οποίας την κυριαρχία δεν αμφισβητεί σε καμιά περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ. Οτι μπορεί στο πλαίσιο αυτού του συστήματος η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και του έργου του να μην έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, ιδίως για τους εκπαιδευτικούς εκείνους που έρχονται σε ρήξη με το σύστημα και την πεποίθησή τους για την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού την κάνουν πράξη, όσο τούτο είναι δυνατόν, και στη δουλειά τους.
Ακόμη κι αν καταργηθούν οι παραπάνω νόμοι, που επιβλήθηκαν δεδομένου του ευνοϊκού ανέμου της κινεζοποίησης και που είναι αλήθεια ότι όξυναν τα πράγματα στην εκπαίδευση γιατί έβαλαν με άγριο και βίαιο τρόπο τον ανταγωνισμό και τη διαίρεση στο σχολείο και μεγέθυναν το φόβο, η ουσία είναι αλλού. Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση είναι κλαδί από τον κορμό της «ανταποδοτικότητας», που με τόση θέρμη προωθεί το ευρωπαϊκό κεφάλαιο σε όλους τους τομείς, ακόμη και σ’ αυτούς που έχουν κοινωνικό περιεχόμενο, αποδομώντας τις κρατικές δαπάνες και υποχρεώσεις και φορτώνοντας τα βάρη στους εργαζόμενους, επιβάλλοντας σε όλη την έκταση την καταθλιπτική κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας. Και είναι γνωστή η λατρεία των Συριζαίων για την ΕΕ από τους κόλπους της οποίας δε θέλουν επουδενί να αποσπαστούν.
Και ένα τελευταίο σχόλιο: Αλήθεια, πώς διακρίνονται οι «δημοκράτες» που θα τοποθετηθούν στη διοίκηση της εκπαίδευσης, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσής της; Και από ποια ιδεολογία αυτοί θα εμφορούνται; Εχει τόση σημασία αν η κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας και η αναπαραγωγή της ταξικής διαφοροποίησης μέσα από το σχολείο γίνεται με το καρότο ή με το βούρδουλα;
♦ Για το πώς θα απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόβλημα της μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών μέσω της πολιτικής των μηδενικών προσλήψεων:
«Η απάντηση είναι σαφής: Πρέπει να επανέλθουμε στην πρακτική των μόνιμων διορισμών, έτσι ώστε να καλυφθούν τα κενά και στην Πρωτοβάθμια και στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση…».
Δεν υπάρχει πουθενά αναφορά για την επαναφορά της επετηρίδας, του μόνου αδιάβλητου τρόπου μόνιμων διορισμών, που εξασφάλιζε μια μίνιμουμ εργασιακή αξιοπρέπεια στους εκπαιδευτικούς. Και αυτό δε γίνεται τυχαία, ειδικά αν θυμηθούμε ότι όταν επιχειρήθηκε η κατάργησή της από τον Αρσένη έπεσαν τόνοι δακρυγόνα στους εκπαιδευτικούς που διαμαρτύρονταν. Αντίθετα, υπονοείται ότι θα παραμείνει σε ισχύ ο «διαγωνισμός της ντροπής» (ΑΣΕΠ), που αμφισβητεί τα πτυχία, κουβαλά το άρωμα του διαχωρισμού σε «άξιους» και μη και ο οποίος άνοιξε το δρόμο για την άλωση τελικά των εργασιακών σχέσεων και στην εκπαίδευση και βεβαίως δεν έλυσε σε καμιά περίπτωση το πρόβλημα της μακροχρόνιας αδιοριστίας.
♦ Για το «νέο Λύκειο» και το σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση:
«Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ εντάσσει τη σημερινή Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στο πλαίσιο μιας ενιαίας 12χρονης δημόσιας εκπαίδευσης, που θα καλύπτει το σύνολο των παιδιών της αντίστοιχης ηλικίας (ως τα 18 τους χρόνια), ενώ παράλληλα προβλέπει δίχρονη δημόσια προσχολική για όλα τα νήπια 4-6 ετών. Δομικό στοιχείο των προτάσεών μας είναι η συνολική αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών σε όλο το εύρος της 12χρονης εκπαίδευσης με τρόπο που θα συμβάλλει σε μια πολυδιάσταση διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού και του νέου πολίτη. Στο επίπεδο του Λυκείου προωθούμε το Ενιαίο Λύκειο Θεωρίας και Πράξης, που θα ολοκληρώνει τη γενική μορφωτική συγκρότηση του νέου ανθρώπου παρέχοντας συνδυασμό θεωρητικών και πρακτικών αντικειμένων και δραστηριοτήτων. Σε αυτή τη διαδικασία – που θα προβλέπει ασφαλώς ένα μεταβατικό στάδιο συνύπαρξης των δύο τύπων Λυκείου, ουσιαστικά αναβαθμισμένων – θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια ουσιαστικού διαλόγου με την εκπαιδευτική κοινότητα και τους αρμόδιους φορείς.
Σε ό,τι αφορά την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, έχουμε ταχθεί υπέρ της αποδέσμευσης του Λυκείου από αυτή τη διαδικασία και της μετακίνησης του συστήματος προς την ελεύθερη πρόσβαση.
Η πρότασή μας για ελεύθερη πρόσβαση στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση:
1. Καταργεί οριστικά τον σημερινό χαρακτήρα του λυκείου ως μηχανισμού ‘’προγύμνασης’’ των νέων για την πρόσβασή τους στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
2. Αναβαθμίζει τον μορφωτικό ρόλο του λυκείου, γιατί το απελευθερώνει από τις εισαγωγικές εξετάσεις.
3. Απαλλάσσει την οικογένεια από τις δυσβάσταχτες δαπάνες για φροντιστήρια…».
Το περίφημο «Ενιαίο Λύκειο Θεωρίας και Πράξης που θα ολοκληρώνει τη γενική μορφωτική συγκρότηση του νέου ανθρώπου» του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια λαμπερή πομφόλυγα που σκάει μόλις την τοποθετήσουμε μέσα στο πλαίσιο του αστικού σχολείου, μέσα στον καπιταλισμό. Ο οποίος εξοβελίζει από τους σκοπούς του τον «γενικό» άνθρωπο και αναπαράγει τον «μερικό», τον οποίο εφοδιάζει μόνο με τις απαραίτητες δεξιότητες που απαιτεί κάθε φορά η αγορά, χτίζοντας ένα εκπαιδευτικό σύστημα φθηνό και ευέλικτο που δε βάζει «φυτίλια» αμφισβήτησης του εκμεταλλευτικού συστήματος με τη δημιουργία ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων και σκεπτόμενων ανθρώπων.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι το πολύ-πολύ μια τεχνικού τύπου ενοποίηση των δυο τύπων Λυκείων, χωρίς ακόμη και αυτό να είναι σίγουρο ότι θα πραγματοποιηθεί αφού προβλέπεται «μεταβατικό στάδιο» και «διάλογος».
Σε ό,τι δε αφορά την «ελεύθερη πρόσβαση», υπογραμμίζουμε μόνο μια λέξη, που δεν μπαίνει τυχαία, τη λέξη «διαδικασία». Από την οποία υποτίθεται θα αποδεσμευτεί το Λύκειο. Κοντολογίς, θα υπάρχει διαδικασία επιλογής από τα Πανεπιστήμια, η οποία τοποθετείται μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο. Οι Συριζαίοι σκόπιμα αποφεύγουν να μιλήσουν καθαρά, να περιγράψουν τη μορφή αυτής της «διαδικασίας» και τονίζουν την ψευδεπίγραφη γι’ αυτούς «ελεύθερη πρόσβαση», η οποία πριν από κάποια χρόνια είχε μπει στην προμετωπίδα των μαθητικών καταλήψεων. Ψέμα και υποκρισία επίσης είναι και ο ισχυρισμός ότι το Λύκειο θα αναβαθμίσει τον μορφωτικό του ρόλο και θα αποδεσμευτεί από τη διαδικασία εισαγωγής από τη στιγμή που θα εξακολουθήσει να υπάρχει σύστημα επιλογής για την τριτοβάθμια εκπαίδευση (όποια μορφή κι αν έχει αυτό), όπως ψέμα είναι ότι σε αυτό το πλαίσιο, ο μηχανισμός της παραπαιδείας δε θα καθιστά αυτό καθαυτό το Λύκειο πάρεργο και δε θα εξακολουθήσει να απομυζά τους ήδη πενιχρούς οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Περιγράφοντας συνοπτικά τα άμεσα μέτρα που θα πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αμανατίδης, μεταξύ άλλων, μίλησε για «τήρηση της νομιμότητας στη λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων» και όχι για κατάργησή τους (λογικό, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις -και τέτοιες είναι και τα «μαγαζιά» των σχολαρχών- ατμομηχανές της ανάπτυξης) και για «πάγωμα των καταργήσεων– συγχωνεύσεων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και επαναλειτουργία σχολικών μονάδων που καταργήθηκαν (νηπιαγωγεία- δημοτικά-γυμνάσια-λύκεια) βάσει αντικειμενικών κριτηρίων». Εμείς κρατάμε το τελευταίο, την αναφορά στα «αντικειμενικά κριτήρια», για να καταδείξουμε την υποκρισία των Συριζαίων, όταν είναι γνωστό ότι στην τελευταία διετία καταργήθηκαν κάπου 2.000 σχολεία και τα παιδιά έχασαν το σχολειό της γειτονιάς και του χωριού τους.
Σε συνδυασμό με αυτά, σημειώνουμε και την πρόταση από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για «εφαρμογή του ανώτατου ορίου των 25 μαθητών ανά τμήμα στην Δευτεροβάθμια και μεσοπρόθεσμα των 20 μαθητών στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση».
♦ Ως «κλου» των συριζαίικων «ανατρεπτικών» σημείων για την Παιδεία αναφέρουμε χωρίς σχόλια την πρόταση από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ:
«Δέσμευση για σταδιακή αύξηση των κονδυλίων για την παιδεία και την έρευνα από τον κρατικό προϋπολογισμό ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της χώρας»!