Διπλό Βατερλό του Σαμαρά, ο οποίος μέσα σ’ ένα δεκαήμερο είδε να καταρρέει πρώτα η στρατηγική «βγαίνουμε από το Μνημόνιο, διώχνουμε το ΔΝΤ» και μετά η προσπάθεια να φορτώσει τις ευθύνες για την έκρηξη των επιτοκίων στον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι γνωστό πως η κοινοβουλευτική διαδικασία για την ανανέωση της ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση οργανώθηκε για να μπορέσει ο Σαμαράς να κάνει μια επίδειξη αποφασιστικότητας για έξοδο από το Μνημόνιο, η οποία μάλιστα θα συνοδεύεται από εγκατάλειψη των τελευταίων δόσεων που το ελληνικό κράτος έχει να παίρνει από το ΔΝΤ (καλύπτουν τις λήξεις ομολόγων το 2015 και το πρώτο τρίμηνο του 2016, γιατί –ως γνωστόν– οι δόσεις από την ΕΕ και το ΔΝΤ έρχονται να καλύψουν τις αποπληρωμές παλιών ομολόγων που λήγουν). Μολονότι δεν είχε την ενθάρρυνση της γερμανικής κυβέρνησης, όπως φάνηκε από την επίσκεψή του στο Βερολίνο, όπου η Μέρκελ δεν του έκανε την παραμικρή αβάντα, ο Σαμαράς αποφάσισε, συνεπικουρούμενος από τον Βενιζέλο, να βγει στο μεϊντάνι, στηρίζοντας σ’ αυτόν τον «τσαμπουκά» την τακτική συγκέντρωσης 180 βουλευτών για την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας ή την προεκλογική τακτική, αν οι 180 δεν μαζεύονταν.
Κι επέμενε σ’ αυτή την τακτική, μολονότι τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων είχαν αρχίσει μια ραγδαία άνοδο. Πήγε στην έκτακτη σύνοδο κορυφής της Ευρωζώνης στο Μιλάνο και μιλώντας ανώνυμα («ανώτατος κυβερνητικός παράγοντας») επανέλαβε τους παλικαρισμούς. Τρεις μέρες μετά, τα πήρε όλα πίσω. Πάλι από το Μιλάνο, όπου πήγε για την Ευρασιατική σύνοδο, δήλωσε ότι «αποτελεί στοιχείο των διαπραγματεύσεων μια πιθανή προληπτική γραμμή στήριξης, που θα προστάτευε τη χώρα μας από πιθανές αναταράξεις στις αγορές». Εσπευσε, βέβαια, να συμπληρώσει ότι αυτό δεν σημαίνει νέο μνημόνιο, αλλά κανένας δεν τον πίστεψε. Ακόμα και σε φιλοκυβερνητικά έντυπα δημοσιεύονταν αποσπάσματα από το Καταστατικό του EFSF, που μιλά για τους όρους που πρέπει να συνοδεύουν τις προληπτικές γραμμές πίστωσης. Το αν θα καταφέρει να τους πείσει να αφαιρέσουν τον καθιερωμένο όρο «Memorandum of understanding» (Μνημόνιο κατανόησης), λόγω του τεράστιου αρνητικού φορτίου που έχει στην Ελλάδα, δεν έχει καμιά σημασία. Σημασία έχει η ουσία.
Επειδή η δήλωση αυτή δε θεωρήθηκε αρκετή και τα επιτόκια εξακολουθούσαν να ανεβαίνουν (ο μηχανισμός έχει και κάποια δυσκαμψία), ο Σαμαράς έβαλε τη Βούλτεψη να δηλώσει στην ιταλική La Repubblica, ότι «η Ελλάδα θα βγει από το μνημόνιο μόνο μετά από συμφωνία με τους τρεις θεσμικούς εταίρους. Θα συνεχίσει να ακολουθεί με προσήλωση το πρόγραμμα». Χρειάστηκαν, όμως, οι δηλώσεις κοινοτικών παραγόντων για ν’ αρχίσει μια σχετική αποκλιμάκωση των επιτοκίων, τα οποία πάντως δεν κατέβηκαν ακόμη κάτω από το 6% (το δεκαετές). Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Γίρκι Κατάινεν δήλωσε ότι «δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η Ευρώπη θα εξακολουθήσει να βοηθάει την Ελλάδα με οποιονδήποτε τρόπο απαιτείται για να διασφαλιστούν αποδεκτοί όροι χρηματοδότησης για το ελληνικό κράτος, και να διευκολυνθεί η επιστροφή στην πλήρη και βιώσιμη πρόσβαση στην αγορά».
Ομως, οι ευρωπαίοι παράγοντες δεν χαρίστηκαν στον Σαμαρά. Μαζί με τη διάθεση στήριξης, που δηλώθηκε από τον Κατάινεν, ακολούθησαν και οι συμβουλές να φροντίσει να τελειώσει γρήγορα με την επιθεώρηση της τρόικας, ανταποκρινόμενος στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει. «Θα συνεργαστούμε πολύ στενά με τις ελληνικές αρχές για να ολοκληρωθεί η τρέχουσα αξιολόγηση, η οποία θα απαιτήσει την συμφωνία επί ολοκληρωμένης δέσμης φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων», είπε στην ίδια δήλωσή του ο Κατάινεν. «Ολοι θέλουμε να δούμε την Ελλάδα να βγαίνει από το πρόγραμμα στήριξης, αλλά με υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων», τόνισε με νόημα η Μαριάνα Κοτέ, εκπρόσωπος του Σόιμπλε, συμπληρώνοντας πως οι αποφάσεις για τυχόν ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα ληφθούν το Δεκέμβριο, στο πλαίσιο της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Ο δε Στέφαν Ζάιμπερτ, εκπρόσωπος της Μέρκελ, αποκάλυψε ότι ο Σαμαράς είχε ενημερώσει την καγκελάριο, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο, ότι επιθυμεί να βγει από το ΔΝΤ πριν από το 2016. Δεδομένου ότι η Μέρκελ δεν έκανε τότε καμιά δήλωση, αν και ρωτήθηκε, η «αποκάλυψη» Ζάιμπερτ ισοδυναμεί με μεγαλοπρεπέστατο άδειασμα του Σαμαρά. Ηταν σαν η Μέρκελ να του έστελνε το μήνυμα «ήθελές τα κι έπαθές τα».
Θυμόμαστε όλοι τι έλεγε ο Στουρνάρας όταν την περασμένη άνοιξη η Ελλάδα πρωτοβγήκε στις «αγορές», με τριετές ομόλογο για ένα μικρό ποσό.
Θυμόμαστε τις φιέστες που στήθηκαν και την εκκωφαντική προπαγάνδα που τις συνόδευε επί μέρες. Ο Στουρνάρας έλεγε ότι στη συνέχεια η Ελλάδα θα βγει στις «αγορές» για πενταετές, για εφταετές και δεκαετές ομόλογο, ώστε να φτιάξει «μια πλήρη καμπύλη ομολόγων». Τώρα, αραγμένος στο πολυτελές γραφείο του στην ΤτΕ, είδε την κατάρρευση αυτής της τακτικής, χαμογελώντας ευτυχισμένος επειδή η βόμβα έσκασε στα χέρια του διαδόχου του.
Ο μόνος που αισθάνθηκε δικαιωμένος είναι ο Σαχινίδης. Αυτός προειδοποιούσε ότι η χώρα πρέπει «να βγει με ασφάλεια στις αγορές» και πως δεν έχει γίνει η σωστή προετοιμασία (έβαζε ως προαπαιτούμενα τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους για να ελαχιστοποιηθούν οι δανειακές ανάγκες των επόμενων ετών, την εξασφάλιση εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις, τη συναινετική αποχώρηση της τρόικας και του ΔΝΤ και την εξασφάλιση μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης), όμως δεν του έδινε κανένας σημασία, γιατί Σαμαράς και Βενιζέλος είχαν κατακυριευθεί από το άγχος των εκλογών.
Δεύτερο Βατερλό
Το δεύτερο Βατερλό, αυτό της προσπάθειας να φορτώσει στον ΣΥΡΙΖΑ την ευθύνη για την επίθεση των «αγορών», ο Σαμαράς το έπαθε στην Ελλάδα, όχι στο εξωτερικό. Τα μεγάλα συγκροτήματα τον άδειασαν πλήρως, αρνούμενα να δώσουν την παραμικρή βάση στις υλακές της Βούλτεψη και του Μπουμπούκου. Τα κύρια πυρά τους τα κατηύθυναν ενάντια στους Σαμαρά-Βενιζέλο (ο δεύτερος έχει καταντήσει εθνικός διασκεδαστής και ο λόγος του δεν έχει καμιά βαρύτητα), οι οποίοι ήταν αυτοί που ξεκίνησαν την εκστρατεία «βγαίνουμε από το Μνημόνιο, διώχνουμε την τρόικα και το ΔΝΤ» και συνέχισαν το ίδιο βιολί, μολονότι η Μέρκελ δεν τους έδωσε καμιά στήριξη, ενώ η Λαγκάρντ και ο Ρέγκλινγκ τους προειδοποίησαν έγκαιρα ότι πρέπει να εξασφαλίσουν μια «προληπτική γραμμή στήριξης». Οι διεθνείς τοκογλύφοι δεν χρειάζονταν τις όποιες δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, τους αρκούσαν οι δηλώσεις της Λαγκάρντ και του Ρέγκλινγκ. Κατάλαβαν ότι εδώ υπάρχει «ψωμί» και έκαναν το παιχνίδι τους.
Βέβαια, τα συγκροτήματα δεν παρέλειψαν να κάνουν κριτική και στον ΣΥΡΙΖΑ. Από εντελώς διαφορετική σκοπιά, όμως. Κριτική από τη σκοπιά της εθνικής υπευθυνότητας και του ρεαλισμού, χαρακτηριστικά τα οποία αναγνωρίζουν πλέον στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κατά την άποψή τους πρέπει να βαθύνουν.
Αεράτη η τρόικα
Μετά από το Βατερλό της συγκυβέρνησης, η τρόικα αναμένεται να επανακάμψει στην Αθήνα άνετη και αεράτη. Εχει δικαιωθεί πλήρως, έχει αναγορευτεί από θεσμικά όργανα και ιμπεριαλιστικές πρωτεύουσες σε απόλυτο και τελικό κριτή για τα πάντα, γι’ αυτό και οι Σαμαράς-Βενιζέλος αποφάσισαν να βάλουν στη μπάντα τις «κόκκινες γραμμές» και τους «τσαμπουκάδες» και να κοιτάξουν να τη βγάλουν με όσο το δυνατόν λιγότερες «απώλειες». Εκείνο που θέλουν ν’ αποφύγουν είναι μειώσεις μισθών και συντάξεων και αλλαγές στο ασφαλιστικό. Τις 5.500 απολύσεις που απομένουν είναι αποφασισμένοι να τις κάνουν.
Υπάρχουν τέτοια περιθώρια; Εμείς δεν μπορούμε ν’ απαντήσουμε, γιατί δεν ξέρουμε ποια ακριβώς είναι τα σχέδια που υπάρχουν στο Βερολίνο, τις Βρυξέλλες, την Ουάσιγκτον και τη Φρανκφούρτη. Αν η τρόικα δεν πάρει εντολή να κάνει πίσω σ’ αυτά, δεν αποκλείεται να έχουμε εκλογές πριν την προεδρική εκλογή. Αν οι Σαμαράς-Βενιζέλος αποφασίσουν να τρενάρουν τη διαπραγμάτευση, δε θα έχουν «κλείσιμο της επιθεώρησης» μέχρι τις 18 Δεκέμβρη, όταν φιλοδοξούν να συζητηθεί στο Eurogroup η νέα αναθεώρηση του χρέους και να πάρουν έστω ένα «κλείσιμο του ματιού» το οποίο θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Αναρωτιέται, όμως, κανείς, ενόψει και της ευμενούς μεταχείρισης που έχει πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γιατί οι «εταίροι» να κάνουν ένα τέτοιο δώρο στο καταρρέον δίδυμο των Σαμαρά-Βενιζέλου και να μην το κρατήσουν για τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα είναι γι’ αυτούς ένα καλό όπλο για να ελέγξουν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ από τις πρώτες κιόλας μέρες της. Μια επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους θα τεθεί με τον όρο «take it or leave it» (άμα σας αρέσει πάρτε την, αλλιώς αφήστε την) και ο ΣΥΡΙΖΑ, φυσικά, θα την πάρει.