Συνεχίζονται οι κοινωνικές αντιδράσεις στη Βραζιλία. Τη βδομάδα που πέρασε είχαμε νέες συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία, ακόμη και έξω από τα γήπεδα που θα διεξαχθούν οι αγώνες του Παγκόσμιου Κυπέλλου. Παρά το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο είναι καταχωρημένο στο κοινωνικό DNA των Βραζιλιάνων, οι άθλιες συνθήκες της καθημερινότητας, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, έχουν κατεβάσει δεκάδες χιλιάδες Βραζιλιάνους στις διαδηλώσεις, για να καταγγείλουν την κυβέρνηση ότι ξόδεψε πολλά φράγκα για τη διοργάνωση του Μουντιάλ. Η πιο ξεκάθαρη απόδειξη για την οργή του κόσμου είναι το αποτέλεσμα σχετικής έρευνας από το Euronews. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, προκύπτει ότι το ποσοστό των Βραζιλιάνων που δηλώνει υπέρ και χαρούμενο για τη διοργάνωση των αγώνων είναι μόλις 52%, με πτωτικές τάσεις όσο πλησιάζουμε προς την έναρξη, ενώ σε αντίστοιχη ερώτηση τον περασμένο Νοέμβρη το ποσοστό υπέρ της διοργάνωσης ήταν 79%. Ο λόγος αυτής της μεταστροφής είναι τα στοιχεία που δημοσιεύονται για το κόστος της διοργάνωσης, το οποίο υπολογίζεται σε 11 δισεκατομμύρια ευρώ (κάποιες πηγές αναφέρουν ότι μπορεί και να πλησιάσει τα 15 δισ.), ενώ αρχικά υπολογίζονταν σε 5-6 δισ.
Την ίδια στιγμή, έχει καταρρεύσει το κοινωνικό κράτος, ο πληθυσμός της χώρας που ζει στις φαβέλες κάτω από το όριο της φτώχειας αυξάνεται συνεχώς και έχει ξεπεράσει το 6% και ο μέσος μισθός είναι περίπου 600 ευρώ, παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία, η Βραζιλία είναι η έβδομη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Τα «μηνύματα» από τη Βραζιλία έχουν αρχίσει να δημιουργούν πονοκέφαλο στους αξιωματούχους της ΦΙΦΑ, που φοβούνται ότι οι διαδηλώσεις θα κορυφωθούν όσο πλησιάζει η ημερομηνία έναρξης του Μουντιάλ και θα χρειαστεί μεγάλη επιχείρηση καταστολής από την κυβέρνηση για να διασφαλιστεί η ομαλή διεξαγωγή των αγώνων. Για πολλούς, αυτά που συμβαίνουν στη Βραζιλία αποτελούν την αρχή του τέλους για το μοντέλο της ακραίας εμπορευματοποίησης του επαγγελματικού αθλητισμού. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης αρχίζουν να γίνονται ορατές και στον αθλητισμό και πλέον τα «θεάματα» χωρίς «άρτους» του επαγγελματικού αθλητισμού δεν μπορούν να «χορτάσουν» το λαό και τη νεολαία, που βγαίνουν στους δρόμους για να αντιδράσουν στην καθημερινή βαρβαρότητα που βιώνουν.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η τριανδρία Σάμαρανκ (Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ΔΟΕ), Χαβελάνζε (ποδόσφαιρο, ΦΙΦΑ) και Νεμπιόλο (στίβος, ΙΑΑΦ) έβαζε τις βάσεις για την ακραία εμπορευματοποίηση του αθλητισμού. Τότε ξεκίνησαν την προσπάθεια να «ξεφύγει» ο επαγγελματικός αθλητισμός από τη σχέση του με τις κυβερνήσεις, που αποτελούσαν τη βασική πηγή χρηματοδότησής του. Οι μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις «προσαρμόστηκαν» στις απαιτήσεις των χορηγών τους και των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων, με τους οποίους συνεργάζονταν ΔΟΕ, ΦΙΦΑ και ΙΑΑΦ, και ξεκίνησε η διαδικασία μετατροπής τους σε αθλητικές μπίζνες, με διαρκώς αυξανόμενο τζίρο και τεράστια κέρδη για τους καπιταλιστές που «επένδυσαν» σ’ αυτές. Ακολουθώντας τις φάσεις ανάπτυξης και ύφεσης της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, ο επαγγελματικός α-θλητισμός βρίσκεται σήμερα σε μια περίοδο «ύφεσης», με τους τζίρους να μειώνονται και τις φωνές ενάντια στις μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις να αυξάνονται συνεχώς.
Η υποτονική και διεκπεραιωτική διεκδίκηση των ολυμπιακών αγώνων 2020 τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι υποχρεωτικές «εκπτώσεις» που κάνει πλέον σε μεγάλα έργα κι εγκαταστάσεις η ΔΟΕ, οι μεγάλες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων για το Μουντιάλ, που παρουσιάζονται στη Βραζιλία, τα πολλά εργατικά ατυχήματα που συμβαίνουν τόσο στα γήπεδα της Βραζιλίας όσο και στις υπό κατασκευή αθλητικές εγκαταστάσεις του Κατάρ, η καχυποψία για αναθέσεις διοργανώσεων και, κυρίως, οι όλο και συχνότερες κοινωνικές αντιδράσεις των πολλών για το υψηλό κόστος τέτοιων… πάρτι για λίγους, φέρνουν πλέον σε αμηχανία τις ΔΟΕ, ΦΙΦΑ και ΙΑΑΦ και αποδεικνύουν, ότι το οικοδόμημα του ακραία εμπορευματοποιημένου επαγγελματικού αθλητισμού αρχίζει να καταρρέει. Στη Βραζιλία, ο λαός και η νεολαία όχι μόνο δεν γιορτάζουν, αλλά αντιθέτως βγαίνουν οργισμένοι στους δρόμους, έχοντας για κόκκινο πανί το Μουντιάλ και την Ολυμπιάδα. Στο Κατάρ, η διεθνής κατακραυγή για τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας και το καθεστώς δουλείας που βιώνουν οι χιλιάδες μετανάστες εργάτες στα αθλητικά εργοτάξια φουντώνει. Οι αντιδράσεις από τις οικολογικές οργανώσεις για την απόφαση της ΔΟΕ να αναθέσει στο Τόκιο τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, λόγω της πολιτικής της Ιαπωνίας στο θέμα των πυρηνικών, κάνουν ήδη τον γύρο του κόσμου.
Αρχίζει να γίνεται φανερό στους νταβατζήδες του αθλητισμού, ότι οι εποχές αλλάζουν και το αθλητικό «προϊόν» που διαχειρίζονται βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία. Οι κοινωνίες είναι αντιμέτωπες με τις σοβαρές επιπτώσεις που δημι-ούργησε η οικονομική κρίση και πλέον μειώνεται συνεχώς ο ενθουσιασμός τους για τη διοργάνωση των κορυφαίων αθλητικών διοργανώσεων και η ανοχή τους στα τεράστια ποσά που ξοδεύονται από τις κυβερνήσεις τους για τη διοργάνωσή τους. Αυτό που φοβούνται, όμως, περισσότερο είναι το ενδεχόμενο να αποτελέσουν οι μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις το «βήμα» για να εκφραστεί η κοινωνική αγανάκτηση για τη βαρβαρότητα που βιώνουν καθημερινά η εργατική τάξη και η νεολαία. Η απαγόρευση έκφρασης ο-ποιουδήποτε πολιτικού μηνύματος κατά τη διάρκεια των αγώνων και η κατασταλτική πολιτική που έχει ξεκινήσει από τη Βραζιλία είναι τα μέτρα που αναγκάζονται να πάρουν για να μη δουν τις εξέδρες των γηπέδων κατά τη διάρκεια των μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων να μετατρέπονται σε χώρους έκφρασης της λαϊκής δυσαρέσκειας. Μένει να δούμε αν θα καταφέρουν η αμφισβήτηση αυτή να μείνει μόνο εκτός των γηπέδων.
Οπως λέει η λαϊκή ρήση, «κάθε θαύμα τρεις μέρες». Πριν προλάβει να στεγνώσει το μελάνι για τα θετικά της «ειρηνικής συνύπαρξης» των οπαδών του ΠΑΟΚ και του Παναθηναϊκού στον τελικό του Κυπέλλου, τα δεδομένα άλλαξαν στον αγώνα ανάμεσα στις δυο ομάδες για τα play off του πρωταθλήματος. Οι διοικήσεις των ομάδων πρότειναν να επιτραπεί η παρουσία οπαδών του ΠΑΟΚ στη Λεωφόρο, όπερ και έγινε. Ομως, αντί για μια ποδοσφαιρική γιορτή, είχαμε σοβαρά επεισόδια και το γήπεδο για αρκετή ώρα μετατράπηκε σε αρένα, με τους οπαδούς των δυο ομάδων να «ανταλλάσσουν», φωτοβολίδες, μολότοφ, καθίσματα, πυροσβεστήρες και ό,τι άλλο είχαν στη διάθεσή τους. Σαββίδης και Αλαφούζος –εκ του αποτελέσματος– την πάτησαν και δεν κατάφεραν να κάνουν πράξη αυτό που είχαν συμφωνήσει. Επηρεασμένοι από τη συμπεριφορά των οργανωμένων στον τελικό του Κυπέλλου, θεώρησαν ότι είναι μια καλή ευκαιρία αφενός για να την πέσουν στον Μαρινάκη και να του φορτώσουν όλα τα άσχημα του ελληνικού ποδοσφαίρου και αφετέρου για να δείξουν καλό πρόσωπο προς τους οργανωμένους οπαδούς των ομάδων τους και να τους πουλήσουν εκδούλευση, ότι θα κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσουν τη μετακίνησή τους στα εκτός έδρας παιχνίδια των ομάδων τους.
Δεν υπολόγισαν όμως ένα βασικό παράγοντα, που έχει να κάνει με τους μπάτσους. Μπορεί η κυβέρνηση, για να δείξει ότι παράγει έργο στην αντιμετώπιση της αθλητικής βίας, να πίεσε την ηγεσία της αστυνομίας να συναινέσει στην παρουσία οπαδών του ΠΑΟΚ στη Λεωφόρο, όμως οι κατώτεροι μπάτσοι έδειξαν ότι δεν είναι διατεθειμένοι να συμφωνήσουν σε μια τέτοια προοπτική. Στον τελικό του ΟΑΚΑ, με την προκλητική τους στάση έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να τινάξουν το παιχνίδι στον αέρα, χωρίς να τα καταφέρουν. Στη Λεωφόρο, όμως, τα κατάφεραν. Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ μπήκαν στο γήπεδο χωρίς καμία συνοδεία και χωρίς να τους γίνει κανένας έλεγχος και άρχισαν να προκαλούν τους πράσινους οπαδούς, που αποδέχτηκαν την πρόκληση και άρχισε η ανταλλαγή «φιλοφρονήσεων» εκατέρωθεν. Με την παρέμβαση των ψυχραιμότερων και των παραγόντων των δυο ομάδων τα πνεύματα ηρέμησαν και το παιχνίδι ξεκίνησε, όμως ο σχεδιασμός των Σαββίδη και Αλαφούζου απέτυχε. Πλέον, οι δυο ομάδες κινδυνεύ-ουν με βαριά τιμωρία και αφαίρεση βαθμών, που πιθανόν να τους στοιχίσει στην προσπάθειά τους για την κατάκτηση της πρώτης θέσης των play off και τη συμμετοχή τους στο Champions League.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr