Με τις συνεχείς παλινωδίες του ΣΥΡΙΖΑ είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε ανοιχτό μέτωπο, γιατί σπέρνουν σύγχυση, αποπροσανατολίζουν, επηρεάζουν αρνητικά εργάτες, φτωχούς, νέους. Και το κάνει η «Κ» πολύ συστηματικά. Πρέπει, όμως, να τονιστεί πως αυτές οι παλινωδίες αφορούν καθαρά το επίπεδο της πολιτικής προπαγάνδας, στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται με έναν άκρατο τυχοδιωκτισμό. Βλέπουν τις δημοσκοπήσεις, παρακολουθούν τον αστικό Τύπο και ανάλογα διαμορφώνουν την προπαγάνδα τους. Για παράδειγμα, την περίοδο που ο Τσίπρας ταξίδευε στη Γερμανία για να συναντηθεί με τον Σόιμπλε και στις ΗΠΑ για να συναντηθεί με τα think tanks του αγγλοσαξονικού χρηματιστικού κεφάλαιου, δίνοντας εξετάσεις ως συνεπής δύναμη διαχείρισης του καπιταλισμού, είχαμε την προπαγάνδα «πάση θυσία στο ευρώ». Μετά τη νέα κυπριακή τραγωδία, που σηματοδότησε κι ένα μίνι-Βατερλό της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε την προπαγάνδα «όχι πάση θυσία στο ευρώ».
Στην ουσία, όμως, η πολιτική τους παραμένει η ίδια. Για παράδειγμα, όταν ο Τσίπρας ρωτιέται να διευκρινίσει ποιο είναι το πολιτικό σχέδιο με το οποίο μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θ' αποκρούσει τους εκβιασμούς της Ευρωζώνης, πετάει τη μπάλα στην κερκίδα: «Δεν έχει νόημα αυτή τη στιγμή να κάθομαι εδώ να σας κάνω αναλύσεις σεναρίων και εκδοχών και μάλιστα να το κάνω αυτό σαν να περιγράφω πολεμικά σενάρια σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Είμαστε στη διάθεσή σας να κάνουμε μια ειδική συζήτηση, ενδεχομένως και ένα ειδικό σεμινάριο. Υπάρχει μια σκέψη ίσως και για ένα ειδικό συνέδριο να τα αναλύσουμε όλα αυτά» (συνέντευξη Τύπου στις 3.4.13). Οταν, όμως, ρωτιέται για τη βασική επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ και τους όρους υλοποίησής της, είναι σαφέστατος και δεν παραπέμπει σε κάποιο μελλοντικό σεμινάριο: «Επιδιώκουμε και έχουμε ένα σχέδιο συνεργασίας με τις χώρες του Νότου, γι’ αυτό θεωρούμε τραγικό το γεγονός ότι στην περίπτωση της Κύπρου, η Κύπρος αφέθηκε τραγικά μόνη, από την ελληνική κυβέρνηση πρωτίστως αλλά και από τις άλλες κυβερνήσεις του Νότου (…) Πιστεύουμε, επίσης, ότι υπάρχουν τρεις σημαντικές προϋποθέσεις για να πετύχει μια σκληρή διαπραγμάτευση, που κατά τη δική μας άποψη είναι σύγκρουση. Δεν είναι μια συζήτηση σε ένα ευχάριστο περιβάλλον. Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις είναι: πρώτον, η κυβέρνηση που θα ηγείται αυτής της διαδικασίας να είναι αποφασισμένη και να πιστεύει ότι θα κερδίσει. Δεύ-τερον, ο λαός, η πλειοψηφία του λαού να είναι αποφασισμένος και να στηρίζει αυτή την προσπάθεια. Και τρίτον, να έχουν προετοιμαστεί κατάλληλες συμμαχίες, ώστε ο συσχετισμός δύναμης να μην είναι απόλυτα αρνητικός» (στην ίδια συνέντευξη Τύπου).
Αν προσέξουμε λίγο τις περιβόητες προϋποθέσεις που θα εξασφαλίσουν την ανατροπή της «μνημονιακής» πολιτικής, θα δούμε ότι η βασική, εκείνη που είναι άξια συζήτησης, είναι η «συνεργασία με τις χώρες του Νότου», η οποία ανασύρθηκε πάλι από το σεντούκι και τοποθετήθηκε σε περίοπτη θέση στη βιτρίνα της συριζικής προπαγάνδας. Λέμε ανασύρθηκε, γιατί μετά τον «νέο άνεμο» που υποτίθεται ότι έφερνε η εκλογή Ολάντ, (αλλά ποτέ δεν έπνευσε, μόνο έμεινε διπλοκλειδωμένος στον ασκό του ευρωζωνικού Αιόλου), μετά τη «νίκη του Νότου» στη σύνοδο κορυφής της 28ης-29ης Ιούνη του 2012 (που εξελίχθηκε σε… θρίαμβο της Γερμανίας και των συμμάχων της), μετά την προετοιμασία του Μνημόνιου (με την ψήφιση 25 αντιλαϊκών νόμων μέσα σε μια μέρα) από τον… κομμουνιστή Χριστόφια και τα συνεχή «πακέτα» αντεργατικών και αντιλαϊκών μέτρων από τον «ισπανό Σαμαρά» Μαριάνο Ραχόι (ο οποίος υποτίθεται ότι αντιστεκόταν στη Μέρκελ, προσελκύοντας τον δημόσιο θαυμασμό του Τσίπρα), η θεωρία του «μετώπου του Νότου» είχε αποσυρθεί από τη συριζική βιτρίνα.
Το γεγονός ότι αυτή η χρεοκοπημένη θεωρία, η οποία διαψεύδεται συνεχώς από τις εξελίξεις στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, επανέρχεται δείχνει από τη μια το βαθύ αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην Κύπρο και από την άλλη την αποφασιστικότητα αυτού του κόμματος να μη διασαλεύσει την ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων, αλλά να διαχειριστεί τον ελληνικό καπιταλισμό με απόλυτο σεβασμό στις θεμελιώδεις συντεταγμένες του, μία από τις οποίες είναι η ένταξη στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Είναι απαραίτητο για τον ΣΥΡΙΖΑ να δείξει πως η πολιτική του πρόταση είναι ρεαλιστική, δηλαδή ότι μπορεί να ανατρέψει την πολιτική που ακολουθεί η Ευρωζώνη, γι' αυτό και –ελλείψει οποιασδήποτε πειστικής ανάλυσης– ανασύρεται και πάλι η «συνεργασία των χωρών του Νότου».
Μάλιστα, σε ερώτηση που έγινε από δημοσιογράφο του κομματικού ραδιοφώνου για τα «περιθώρια υγιών και αξιόπιστων συμμαχιών στην Ευρώπη» που μπορεί να έχει «μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ», ο Τσίπρας ενοχλήθηκε σφόδρα, έσπευσε να εκφράσει τη διαφωνία του και επιδόθηκε σ’ ένα παραλήρημα, σύμφωνα με το οποίο «βλέπουμε ότι με ραγδαία ταχύτητα αλλάζουν οι πολιτικοί συσχετισμοί σε όλες τις χώρες του Νότου όπου έχουν εφαρμοστεί βαρύτατες στρατηγικές λιτότητας που έχουν κατακερματίσει την κοινωνική συνοχή». Δεν αξίζει τον κόπο ν’ ασχοληθούμε οντολογικά μ’ αυτή τη μπουρδολογία (ξέρουμε τι γίνεται πολιτικά σε Ελλάδα, Κύπρο, Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία και ποιοι είναι οι εν δυνάμει σύμμαχοι του ΣΥΡΙΖΑ), πρέπει όμως να εντοπίσουμε την απόλυτη εμμονή σ’ αυτόν τον πυρήνα: λύση θα υπάρξει με την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών μέσα στην ΕΕ, αρχής γινόμενης από το Νότο.
Τι σημαίνει αυτό; Οτι τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Εκείνο που επαναβεβαιώνεται και μέσα από τους σαλταδορισμούς της συριζικής προπαγάνδας είναι η ορθότητα της λενινιστικής ανάλυσης για τη φύση του ιμπεριαλισμού και το παγκόσμιο σύστημα ιμπεριαλισμός-εξάρτηση, που διαμορφώνεται σ’ αυτό το στάδιο της ανθρώπινης ιστορίας, από το οποίο ακόμη δεν έχει βγει η ανθρωπότητα. Η ΕΕ υπήρξε από την εποχή που δημιουργήθηκε (ως ΕΟΚ) μια συμμαχία ανάμεσα στα βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης, με στόχο την εξασφάλιση της κυριαρχίας τους στη γηραιά ήπειρο. Διευρύνοντας αυτή τη συμμαχία με την είσοδο και εξαρτημένων χωρών και στη συνέχεια συσφίγγοντάς την (με τη δημιουργία της Ευρωζώνης), το στάτους ιμπεριαλισμός-εξάρτηση δεν άλλαξε. Δε δημιουργήθηκαν, δηλαδή, όροι ισοτιμίας στο εσωτερικό της ΕΕ ή της Ευρωζώνης. Η κεφαλαιοκρατία μιας μέσης καπιταλιστικής ανάπτυξης εξαρτημένης χώρας, όπως η Ελλάδα, το γνωρίζει πολύ καλά αυτό και το αποδέχεται πλήρως, γιατί έτσι εξυπηρετείται καλύτερα το δικό της ταξικό συμφέρον. Η εργατική τάξη και οι άλλες εργαζόμενες τάξεις και στρώματα, όμως, δεν έχουν κανένα συμφέρον από τη διατήρηση αυτού του στάτους, γιατί αυτό συμβαδίζει με τη διαιώνιση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η ίδια η ζωή, η πραγματικότητα της κρίσης, ήρθε να κάνει σκόνη τα διάφορα ιδεολογήματα της σύγκλισης, με τα οποία γέμισαν τα μυαλά των εργαζόμενων στη χώρα μας. Αυτό το ερειπωμένο οικοδόμημα προσπαθεί να αναστηλώσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Πέρα, όμως, από τον ΣΥΡΙΖΑ που έχει μια γραμμή «σεβασμός στο ιμπεριαλιστικό στάτους – μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη», υπάρχουν και άλλες πολιτικές προτάσεις, οι οποίες μάλιστα εμφανίζονται σαν ριζοσπαστικές, ακόμη και επαναστατικές. Μ' αυτές θ' ασχοληθούμε στο επόμενο σημείωμα της στήλης.
Πέτρος Γιώτης
YΓ: Την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας με τον Καμμένο, πάντως, ο Τσίπρας κάθε άλλο παρά την απέρριψε. Οπως δήλωσε, με αναφορές και πάλι στον Τσάβες και στους δεξιούς που αυτός χρησιμοποίησε, η κυβέρνηση που θα φτιάξει, με τη συμμετοχή «ευρύτερων δυνάμεων», «θα είναι κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας, αλλά δεν μπορεί παρά να είναι αριστερή αυτή η κυβέρνηση. Και μάλιστα ριζοσπαστικά αριστερή»!