«Δεν θέλω στην αίθουσα αυτή να αναφερθώ τώρα σε λεπτομέρειες για το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων και το PSI. Θα παρακαλούσα τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της ΝΔ που αναπληρώνει και εκπροσωπεί τον Πρόεδρο της ΝΔ να τον ρωτήσει –γιατί ο Πρόεδρος της ΝΔ γνωρίζει λεπτομέρειες, είναι πλήρως και σε βάθος ενημερωμένος από τον Πρωθυπουργός, από εμένα και από τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Και θα σας παρακαλούσα κ. Κεφαλογιάννη, προτού ενημερωθείτε από τον Πρόεδρό σας, να μην εισάγετε με λάθος τρόπο στην κοινοβουλευτική συζήτηση, λάθος θέματα σε λάθος στιγμή. Γιατί αυτή η συζήτηση μπορεί να αποβεί πολύ βλαπτική για τη χώρα. Όλα τα θέματα που θέσατε τα ξέρει εις βάθος ο κ. Σαμαράς, με τον οποίον έχουμε άψογη συνεργασία και ο οποίος ενημερώνεται διαρκώς και εν πάσει λεπτομερεία».
Μ’ αυτόν τον επιτηδευμένα δραματικό τρόπο προσπαθούσε την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή ο Βενιζέλος ν’ αποφύγει κάθε συζήτηση για το PSI. Θέμα για το οποίο μίλησε σε όλες τις παρεμβάσεις που έκανε κατά τη συζήτηση-εξπρές του πολυνομοσχέδιου-κουρελού, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα δράματος εν εξελίξει, κάτι σαν χιτσκοκικό θρίλερ. «Σας παρακαλώ, λοιπόν, κάνω έκκληση, να σταματήσει αυτή η συζήτηση τώρα. Είναι λάθος συζήτηση, σε λάθος στιγμή, με λάθος τρόπο. Δεν συζητούνται έτσι τα θέματα αυτά. Θα ενημερωθεί η Βουλή πλήρως. Αλλά, δεν είναι δυνατόν, τη στιγμή που διεξάγεται μία διεθνών διαστάσεων διαβούλευση, να ζητάτε από εμένα ή από τον Πρωθυπουργό να σας πούμε με κάθε λεπτομέρεια τι πρόκειται να γίνει», έλεγε σε άλλο σημείο.
Την Πέμπτη, όμως, στην κεντρική του ομιλία, αναγκάστηκε να παραδεχτεί, εμμέσως, ότι τη διαπραγμάτευση για το PSI δεν την κάνει η συγκυβέρνηση Παπαδήμου, αλλά οι εκπρόσωποι της τρόικας (ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ): «Βεβαίως, θέλω να αποσαφηνίσω πως εμείς έχουμε νομικά και τυπικά την ευθύνη της διαδικασίας. Αλλά εμείς στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, την οποία αποζητούμε και στην οποία επενδύουμε και στο πλαίσιο του θεσμικού μας ρόλου ως κράτους-μέλους της Ευρωζώνης που βρίσκεται υπό ειδικές συνθήκες –γιατί είμαστε εντεταγμένοι σε ένα πρόγραμμα στήριξης και βοήθειας και προσαρμογής- δεν αποφασίζουμε μόνοι μας, διότι δεν χρηματοδοτούμε μόνοι μας το πρόγραμμα. Ενεργούμε πάντα σε συνεννόηση με τους θεσμικούς μας εταίρους, σε στενή συνεργασία με τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε στενή συνεργασία με τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης, την Επιτροπή, την Κεντρική Τράπεζα, το EFSF και σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο».
Την αλήθεια αυτή είχαν αποκαλύψει μερικές μέρες πριν οι εκπρόσωποι του IIF, Νταλάρα και Λεμιέρ. Ενώ ο Βενιζέλος, σε non paper έγραφε ότι δεν υπήρξε καμιά εμπλοκή και οι συνομιλίες «θα επαναληφθούν σε μερικές μέρες», σημειώνοντας ότι «η Ελλάδα και το IIF συνομιλούν σε κλίμα εμπιστοσύνης και συναντίληψης», οι Νταλάρα και Λεμιέρ «την έπεσαν» στους «θεσμικούς εταίρους» της συγκυβέρνησης, μιλώντας στην ανακοίνωσή τους με σκληρή γλώσσα: «Δυστυχώς, παρά τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, η πρόταση που προώθησε η Επιτροπή των Ιδιωτών Πιστωτών (…) δεν έχει αποδώσει μία παραγωγική ανταπόκριση απ’ όλες τις πλευρές, συμβατή με μία εθελοντική ανταλλαγή του ελληνικού κρατικού χρέους και της συμφωνίας της 26ης/27ης Οκτωβρίου. Κάτω απ΄αυτές τις συνθήκες, οι συζητήσεις με την Ελλάδα και τον επίσημο τομέα έχουν σταματήσει για διαβουλεύσεις σχετικά με τα οφέλη της εθελοντικής προσέγγισης».
Εγινε σαφές, λοιπόν, ότι με τους εκπροσώπους του χρηματιστικού κεφάλαιου δεν διαπραγματεύονται ο Παπαδήμος με τον Βενιζέλο, αλλά διαπραγματεύονται οι εκπρόσωποι της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Παπαδήμος, Βενιζέλος και λοιπή συγκυβέρνηση είναι έτοιμοι να υπογράψουν ό,τι τους βάλουν μπροστά τους. Συγκρούονται, όμως, εκπρόσωποι διάφορων μερίδων της διεθνούς χρηματιστικής ολιγαρχίας, οχυρωμένοι πίσω από κράτη και διεθνείς οργανισμούς.
Ποιο ακριβώς είναι το περιεχόμενο αυτού του παζαριού δεν είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε. Αμφιβάλλουμε αν το γνωρίζει και ο Βενιζέλος που ακόμη κι αν κατέχει ψήγματα πολιτικής οικονομίας, σίγουρα δεν σκαμπάζει τίποτα από διεθνή τραπεζική. Τα ερωτήματα είναι πολλά και οι απαντήσεις δεν μπορούν να αντληθούν απ’ όσα γράφει ο διεθνής οικονομικός Τύπος, γιατί και αυτός υπηρετεί σχέδια μερίδων του χρηματιστικού κεφάλαιου. Γράφεται, για παράδειγμα, ότι η Γερμανία ζητά χαμηλό επιτόκιο των νέων ομολόγων που θα εκδο- θούν σε αντικατάσταση των παλιών, γιατί οι γερμανικές τράπεζες έχουν απεμπλακεί σε μεγάλο βαθμό από τα ελληνικά ομόλογα, οπότε δε θέλει να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση εκείνοι που τ’ αγόρασαν σε πολύ χαμηλές τιμές. Γράφεται ότι μια σειρά «γύπες των αγορών» έχουν αγοράσει φτηνά ελληνικά ομόλογα και θέλουν να τα πληρωθούν στο 100% τη μέρα λήξης, ενώ παράλληλα έχουν αγοράσει και CDS, οπότε, αν δεν τα πληρωθούν, θα πιέσουν για επίσημη χρεοκοπία και θ’ αποζημιωθούν από τα CDS.
To μόνο σίγουρο είναι ένα. Οποια κατάληξη κι αν υπάρξει τελικά, αυτή θ’ αντανακλά είτε συμβιβασμό είτε ρήξη ανάμεσα στις ανταγωνιζόμενες μερίδες του χρηματιστικού κεφάλαιου, που σε κάθε περίπτωση θα κληθεί να πληρώσει σκληρά ο ελληνικός λαός.