Μέχρι τώρα γνωρίζαμε από τις ελληνικές ταινίες της δεκαετίας ’60 – ’70 τη σχετική με τις μερίδες ατάκα «ολίγη από γιουβέτσι». Στην απαρχή του 21ου αιώνα μάθαμε από την αθλητική δικαιοσύνη και τη σχετική με τις ποδοσφαιρικές ομάδες ατάκα «ολίγο ένοχες».
Οσοι πίστεψαν ότι μπορεί να μπει μια τάξη στο ελληνικό ποδόσφαιρο διαψεύστηκαν. Η απόφαση της δευτεροβάθμιας επιτροπής της ΕΠΟ, που έκρινε οριστικά την τύχη του αγώνα Πανιώνιος – Ολυμπιακός, διαφοροποιήθηκε από αυτή της πρωτοβάθμιας επιτροπής και έκρινε τις ομάδες ένοχες για τα σοβαρά επεισόδια που προκάλεσαν οι οπαδοί τους πριν την έναρξη του αγώνα, αλλά όχι υπαίτιες για τη μη διεξαγωγή του. Οι εφέτες - αθλητικοί δικαστές έκριναν ότι οι οπαδοί των δυο ομάδων είχαν κουραστεί από το πολύ ξύλο που έπαιξαν πριν το παιχνίδι, είχαν καταβληθεί σωματικά και δεν είχαν άλλες δυνάμεις για έναν δεύτερο γύρο. Συνεπώς, έπρεπε ο διαιτητής να ξεκινήσει έστω και καθυστερημένα τον αγώνα, από τη στιγμή που υπήρχε και η διαβεβαίωση της αστυνομίας ότι ο αγώνας θα μπορούσε να γίνει κανονικά.
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να τονίσουμε ότι η απόφαση αυτή δεν έχει καμιά λογική βάση ως προς την αιτιολόγησή της, ότι οι αθλητικοί δικαστές αυτοδιαψεύδονται από το σκεπτικό της και ότι η απόφαση είναι προϊόν συμβιβασμού στο παρασκήνιο. Την ίδια στιγμή που ο υφυπουργός Αθλητισμού έκανε ξεκάθαρο σε όλους ότι το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκαλο και θα γίνει κάθαρση στο ποδόσφαιρο, ο βουλευτής της ΝΔ και πρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής για τους εξοπλισμούς κ. Τραγάκης προσπαθούσε παρασκηνιακά να βρει «λύση» στο πρόβλημα. Ο πρωθυπουργός Κωστάκης μέτρησε τις αντιδράσεις είδε ότι δεν τον παίρνει και έκανε πίσω, αφήνοντας τον Ορφανό να γίνει για μια ακόμη φορά ρεζίλι των σκυλιών.
Είπαμε πριν, ότι οι δικαστές αυτοαναιρούνται και γελοιοποιούνται με την απόφασή τους. Κρίνουν αρχικά ένοχες τις ομάδες για τα επεισόδια των οπαδών τους και τις καταδικάζουν σε βαριές ποινές. Στη συνέχεια, όμως, κρίνουν ότι παρά τα σοβαρά επεισόδια το παιχνίδι έπρεπε να διεξαχθεί κανονικά, παρουσία μάλιστα των οπαδών των δυο ομάδων που πριν λίγο πλακώνονταν και ότι φταίει ο φοβισμένος διαιτητής που δεν έγινε και επιστρέφουν τους βαθμούς στις ομάδες. Δεν νομίζω ότι υπάρχει νοήμων άνθρωπος που έχει πάει έστω και μια φορά στο γήπεδο που να πιστεύει ότι μπορούσε κάτω από αυτές τις συνθήκες να διεξαχθεί ο αγώνας, αφού ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι στην πρώτη ευκαιρία οι οπαδοί των δυο ομάδων θα πλακωνόντουσαν και πάλι.
Η υποκρισία, λοιπόν, σε όλο της το μεγαλείο. Για τους δικαστές ξεκάθαρη, για τους συναδέλφους που τις προηγούμενες μέρες χαιρέτιζαν την αποφασιστικότητα της πρωτόδικης απόφασης και έκαναν θεαματική κωλοτούμπα, ανακαλύπτοντας το τυπικό και το «γράμμα του νόμου» και όχι την ουσία, καθαρή. Κυρίως όμως θα πρέπει να σταθούμε στους ιδιοκτήτες των ομάδων, που στο όνομα της «κάθαρσης», της «ισονομίας» και της «δικαιοσύνης» ζήτησαν να τιμωρηθούν με το χρηματικό πρόστιμο και την τιμωρία της έδρας τους αλλά να τους επιστραφούν οι βαθμοί. Αν πραγματικά οι διοικούντες τον Πανιώνιο και τον Ολυμπιακό νοιάζονταν για την οικονομική ευρωστία των ομάδων τους και για το δικαίωμα του απλού φιλάθλου της ομάδας να μπορεί να παρακολουθήσει και να ενισχύσει την ομάδα του, θα έπρεπε να ζητήσουν το αντίθετο.
Ενας σοβαρός επιχειρηματίας, όπως ο Κόκκαλης (για τον Πανιώνιο και τον Μπέο η σοβαρότητα χάνει κάθε έννοια) παρακαλάει να τιμωρήσουν την ομάδα του με χρηματικό πρόστιμο που φτάνει τις 300.000 -και με τέσσερις αγωνιστικές κεκλεισμένων των θυρών την έδρα του, που σημαίνει επιπλέον οικονομική απώλεια 300.000 – 400.000-, προκειμένου να πάρει πίσω τους τρεις βαθμούς και όλα αυτά στο όνομα των φιλάθλων της ομάδας.
Ενας σοβαρός επιχειρηματίας, όπως ο Κόκκαλης (για τον Πανιώνιο και τον Μπέο η σοβαρότητα χάνει κάθε έννοια) παρακαλάει να τιμωρήσουν την ομάδα του με χρηματικό πρόστιμο που φτάνει τις 300.000 -και με τέσσερις αγωνιστικές κεκλεισμένων των θυρών την έδρα του, που σημαίνει επιπλέον οικονομική απώλεια 300.000 – 400.000-, προκειμένου να πάρει πίσω τους τρεις βαθμούς και όλα αυτά στο όνομα των φιλάθλων της ομάδας.
Τί σημαίνει αυτό σε απλά ελληνικά; Οτι όποιος προσπαθεί να πείσει τους φιλάθλους και την κοινή γνώμη περί οικονομικά βιώσιμων ΠΑΕ, για τις επενδύσεις στο ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό και κατά συνέπεια για την κάθαρση και τη θέσπιση «κανόνων» που πρέπει να επιβληθούν είναι ή βλάκας ή απατεώνας. Και επειδή στο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν υπάρχουν βλάκες, συνεπάγεται ότι υπάρχουν πολλά λαμόγια και πολλοί απατεώνες. Για μια ακόμη φορά μας δίνεται η δυνατότητα να τονίσουμε ότι ο επαγγελματικός αθλητισμός στην χώρα μας είναι απλά νόμιμο ή παράνομο ξέπλυμα χρήματος και όχι παραγωγική επένδυση, όπως ισχυρίζονται οι αναλυτές συνάδέλφοι μου.
Οι καπιταλιστές ασχολούνται με τον αθλητισμό και αγοράζουν ή διοικούν ομάδες, χωρίς να βάζουν δραχμή από την τσέπη τους (αντί να πληρώνουν φράγκα στην εφορία, τα δίνουν στις ομάδες με τη μορφή χορηγίας), προκειμένου χρησιμοποιώντας τη «δυναμική» που τους δίνουν οι οπαδοί της ομάδας, να αποκτήσουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους και να αυξήσουν την διαπραγματευτική τους ισχύ στα παζάρια που κάνουν με την κυβέρνηση και τους πολιτικούς.
Σε προηγούμενο φύλλο, σχολιάζοντας την πρωτόδικη απόφαση, είχαμε γράψει ότι τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη ήταν μια καλή ευκαιρία για την κυβέρνηση και τη ΝΔ να στριμώξει τον Κόκκαλη και να μειώσει τη διαπραγματευτική του ικανότητα σε μια σειρά θέματα (Πάμε Στοίχημα, ΕΠΑΕ, ΕΠΟ κτλ.), που αφορούν το ελληνικό ποδόσφαιρο, και μέσα από αυτό και για γενικότερα θέματα που αφορούν την οικονομική ζωή της χώρας. Στην προσπάθειά του αυτή ο Καραμανλής είχε στο πλευρό του και την πλειοψηφία της κοινής γνώμης που αηδιασμένη από την δράση των «ιδιωτικών στρατών» των προέδρων συμφωνούσε στην οποιαδήποτε κάθαρση. Μάλιστα, οι καθαρόαιμες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες μιλούσαν για μεγάλες κυβερνητικές νίκες απέναντι στον «εθνικό εργολάβο» (Μπόμπολας) και τον «εθνικό προμηθευτή» (Κόκκαλης).
Τελικά, όμως, ο Καραμανλής έκανε πίσω. Τι ήταν αυτό που τον ανάγκασε σε μια τέτοια αναδίπλωση; Την απάντηση πρέπει να την ψάξουμε εξωαθλητικά και μάλιστα σ’ ένα πρόσωπο που δεν έχει απασχολήσει ποτέ την αθλητική επικαιρότητα και που προσωπικά δεν ξέρω αν έχει και την οποιαδήποτε σχέση με το ποδόσφαιρο. Αναφερόμαστε στον πρόεδρο του ΣΕΒ Οδ. Κυριακόπουλο ο οποίος, αν και καθαρόαιμος δεξιός (προεκλογικά μάλιστα τον χαρακτηρίζαμε χούλιγκαν της δεξιάς, αφού δεν κρατούσε ούτε τα προσχήματα και είχε πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ της ΝΔ), την έπεσε χοντρά στον Καραμανλή και ουσιαστικά του ξεκαθάρισε ότι δεν θα ανεχθεί –όχι προσωπικά, αλλά σαν εκπρόσωπος των καπιταλιστών– καμιά παρέμβαση πολιτικών σε θέματα που αφορούν τους επιχειρηματίες. Σε πολύ απλά ελληνικά, το αφεντικό εξήγησε στον υπάλληλό του, ότι μπορεί οι καπιταλιστές να σφάζονται μεταξύ τους και να πλακώνονται ποιος θα πάρει τις δουλειές και τις μίζες, αλλά επουδενί δεν θα επιτρέψουν στους πολιτικούς να έχουν λόγο και να ανακατεύονται στις δουλειές τους. Ο Καραμανλής ξέχασε προς στιγμή ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από πρωθυπουργός της χώρας, ότι για να φτάσει σε αυτή τη θέση χρειάστηκε την στήριξη από τους καπιταλιστές και αν θέλει να παραμείνει πρωθυπουργός θα πρέπει να βαδίζει με τον χαβά που του χτυπάνε.
Τελικά, όμως, ο Καραμανλής έκανε πίσω. Τι ήταν αυτό που τον ανάγκασε σε μια τέτοια αναδίπλωση; Την απάντηση πρέπει να την ψάξουμε εξωαθλητικά και μάλιστα σ’ ένα πρόσωπο που δεν έχει απασχολήσει ποτέ την αθλητική επικαιρότητα και που προσωπικά δεν ξέρω αν έχει και την οποιαδήποτε σχέση με το ποδόσφαιρο. Αναφερόμαστε στον πρόεδρο του ΣΕΒ Οδ. Κυριακόπουλο ο οποίος, αν και καθαρόαιμος δεξιός (προεκλογικά μάλιστα τον χαρακτηρίζαμε χούλιγκαν της δεξιάς, αφού δεν κρατούσε ούτε τα προσχήματα και είχε πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ της ΝΔ), την έπεσε χοντρά στον Καραμανλή και ουσιαστικά του ξεκαθάρισε ότι δεν θα ανεχθεί –όχι προσωπικά, αλλά σαν εκπρόσωπος των καπιταλιστών– καμιά παρέμβαση πολιτικών σε θέματα που αφορούν τους επιχειρηματίες. Σε πολύ απλά ελληνικά, το αφεντικό εξήγησε στον υπάλληλό του, ότι μπορεί οι καπιταλιστές να σφάζονται μεταξύ τους και να πλακώνονται ποιος θα πάρει τις δουλειές και τις μίζες, αλλά επουδενί δεν θα επιτρέψουν στους πολιτικούς να έχουν λόγο και να ανακατεύονται στις δουλειές τους. Ο Καραμανλής ξέχασε προς στιγμή ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από πρωθυπουργός της χώρας, ότι για να φτάσει σε αυτή τη θέση χρειάστηκε την στήριξη από τους καπιταλιστές και αν θέλει να παραμείνει πρωθυπουργός θα πρέπει να βαδίζει με τον χαβά που του χτυπάνε.
Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να ξεχνάμε ότι ο αθλητισμός και ιδιαίτερα ο επαγγελματικός έχει στενές σχέσεις με την πολιτική και συνεπώς θέματα που με μια πρώτη ματιά φαίνονται αθλητικά και μόνο μπορεί να κρύβουν οικονομικές ή πολιτικές προεκτάσεις και η αντιμετώπισή τους να γίνεται με βάση αυτές και όχι με αθλητικά κριτήρια. Στην προκείμενη περίπτωση, είτε μας αρέσει είτε όχι, ο Κόκκαλης εκτός από ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού είναι και ένας από τους μεγαλύτερους καπιταλιστές της χώρας. Από τη στιγμή, λοιπόν, που μια απόφαση σχετική με τον Ολυμπιακό ενδέχεται να του δημιουργήσει πρόβλημα και στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες και το πρόβλημα αυτό δεν προέρχεται από κόντρα με κάποιον άλλον καπιταλιστή, αλλά από την «ανάγκη» κάποιου υπουργού ή ακόμη και του πρωθυπουργού της χώρας να βελτιώσει το ίματζ του και να κερδίσει επικοινωνιακά πόντους στην κοινή γνώμη, είναι σίγουρο ότι θα υπάρξει συντονισμένη στήριξή του από τους άλλους καπιταλιστές. Η στήριξη δεν αφορά βέβαια τον Κόκκαλη σαν πρόσωπο ή σαν πρόεδρο του Ολυμπιακού, αλλά τον καπιταλιστή Κόκκαλη. Σιγά μην αφήσουν οι καπιταλιστές τον οποιοδήποτε πολιτικό, ακόμη και αν αυτός είναι ο πρωθυπουργός της χώρας, να σηκώνει τον ανάστημά του και να το παίζει μάγκας. Ο λαός λέει «δώσε θάρρος στον χωριάτη να σου ανέβει στο κρεβάτι» και είναι σίγουρο ότι κανένας καπιταλιστής δεν γουστάρει να δει ανεβασμένο στο κρεβάτι του κάποιο πολιτικό.
Κος Πάπιας
ΥΓ: Ξεκάθαρη γίνεται κάθε μέρα που περνάει η προσπάθεια να κουκουλωθεί η υπόθεση ντόπινγκ των Κεντέρη – Θάνου – Τζέκου. Η Δικαστική Επιτροπή του ΣΕΓΑΣ έχει καλέσει μέχρι σήμερα μόνο τους μάρτυρες που υπέδειξαν οι τρεις κατηγορούμενοι, οι οποίοι άλλαξαν σημαντικά τις πρώτες καταθέσεις τους και προσπαθούν να θολώσουν τα νερά και να τους βγάλουν λάδι. Αντίθετα, δεν κρίθηκε σκόπιμο να καταθέσει ο υπαρχηγός της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής, ο οποίος αν έμενε πιστός στις δηλώσεις που είχε κάνει εκείνη την περίοδο, θα έκαιγε τους κατηγορούμενους. Ο ελληνικός κλασικός αθλητισμός χτίστηκε την τελευταία δεκαετία , στην κατεύθυνση της συγκομιδής μεταλλίων και τη δημιουργία αθλητών – προτύπων και δεν μπορεί να αντέξει την «αποκαθήλωση» δυο από τα πιο λαμπρά κομμάτια του σταρ-συστεμ.