Αυτό δεν ήταν συνέντευξη Τύπου πανίσχυρου και σίγουρου για τον εαυτό του πρωθυπουργού. Περισσότερο σε κηδεία έφερνε. Δεν είμαστε μόνο εμείς που το λέμε, ούτε οι φιλοπασοκικές φυλλάδες, που έχουν κάθε λόγο να φουσκώνουν αντικαραμανλικά τα συμπεράσματά τους. Το επεσήμανε ακόμα και ο τύπος της Δεξιάς (αρκεί να διαβάσει κανείς τη «Χώρα» του Τράγκα και την «Καθημερινή», δυο διαφορετικές όψεις της δεξιάς εφημεριδογραφίας). Ακόμα και η ρητορική του δεινότητα δεν επέτρεψε στον Καραμανλή να βγάλει μια διαφορετική εικόνα. Βλέπεις, όσο καλός ρήτορας και να ‘σαι, πρέπει να ‘χεις και κάτι να πεις, να προσπαθήσεις να καταδημαγωγήσεις το λαό. Και ο Καραμανλής δεν είχε τίποτα για να καμαρώσει. Τίποτα που να αναφέρεται στον ένα χρόνο της κυβερνητικής θητείας της ΝΔ, τίποτα που να μπορεί να υποσχεθεί για το άμεσο μέλλον.
Αντίθετα, μέσα σε ένα χρόνο η κυβέρνησή του έχει να επιδείξει τη μη υλοποίηση όλων των προεκλογικών της υποσχέσεων. Οσο για το μέλλον, όσο κι αν ο Καραμανλής προσπάθησε να τυλίξει με περικοκλάδες τα όσα είπε, στο τέλος του βγήκαν γαϊδουράγκαθα. Περιέγραψε μια πολιτική με νέους φόρους για τα λαϊκά στρώματα, με περικοπές κοινωνικών δαπανών, με ανατροπές στο Ασφαλιστικό και τις εργασιακές σχέσεις, με μαζικό ξεπούλημα δημόσιων περιουσιακών στοιχείων.
Δεν έχει κανένα νόημα να καθήσουμε εμείς να απαριθμήσουμε ποιες ήταν οι προεκλογικές υποσχέσεις της ΝΔ που ξεχάστηκαν μετεκλογικά. Το έχει κάνει ήδη ο αστικός Τύπος. Το έχουν κάνει και οι ενδιαφερόμενοι που είχαν επενδύσει κάποιες ελπίδες σ’ αυτές τις υποσχέσεις. Γέμισε και πάλι η χώρα από απογοητευμένους και κοψοχέρηδες. Οι μόνοι που πραγματικά δεν δικαιούνται «διά να ομιλούν» είναι οι Πασόκοι. Γιατί αυτοί τα ‘χουν κάνει περισσότερες φορές αυτά που κάνει τώρα η ΝΔ. Να θυμίσουμε μόνο το 1985, που το ΠΑΣΟΚ πήρε τις εκλογές με σκληρά αντιδεξιά συνθήματα και υποσχέσεις για «καλύτερες μέρες» και λίγους μήνες αργότερα άρχισε να εφαρμόζει με τη βία το πρώτο «σταθεροποιητικό πρόγραμμα» σκληρής λιτότητας. Αν αξίζει, λοιπόν, να κάνουμε κάτι, είναι να τρίψουμε λίγο το λούστρο του «είπα-ξείπα» της κυβέρνησης για να φανούν οι πραγματικοί παράγοντες που καθορίζουν την πολιτική της.
Οταν ο Καραμανλής δηλώνει ότι αισθάνεται δυστυχής που δεν μπορεί να υλοποιήσει τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις δεν ψεύδεται εντελώς. Οχι πως τον έχει πάρει ο πόνος για τα βάσανα του λαού, αλλά βλέπει με θλίψη πως ο ρυθμός πολιτικής φθοράς της κυβέρνησής του είναι πολύ πιο γρήγορος απ’ όσο τον φανταζόταν. Θα ήθελε να πετάξει κάνα ψιχουλάκι, όμως είναι τόσο βαθιά η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού που δεν του επιτρέπεται ούτε οριακή πολιτική κοινωνικής δημαγωγίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης έχει πέσει, τα φέσια της Ολυμπιάδας είναι τεράστια, η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση απαιτεί να διατεθεί για τη στήριξη των καπιταλιστών και η τελευταία ικμάδα των δημόσιων οικονομικών, για να μπορέσουν να διατηρήσουν την όποια ανταγωνιστικότητά τους στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Μια αστική κυβέρνηση, λοιπόν, δεν έχει περιθώρια να ασκήσει και πολιτική κοινωνικής δημαγωγίας, για να εξυπηρετήσει κάπως τις εκλογικές της ανάγκες. Το πολύ να μπορέσει να χαλαρώσει κάπως τα πράγματα τον τελευταίο χρόνο της θητείας της.
Ο Καραμανλής αισθάνεται σίγουρα άτυχος, γιατί πήρε την κυβέρνηση σε μια περίοδο που η κρίση βαθαίνει, ενώ το ΠΑΣΟΚ «έφαγε» ολόκληρη την πίτα της Ολυμπιάδας. Το σύστημα, όμως, το απρόσωπο σύστημα του καπιταλισμού, αισθάνεται ευτυχές για δυο λόγους. Πρώτο, γιατί η κυβέρνηση Καραμανλή δείχνει διατεθειμένη να υποστεί το πολιτικό κόστος, χωρίς να αλληθωρίσει καθόλου προς λαϊκιστικά μέτρα, έστω και οριακά. Δεύτερο, επειδή το πολιτικό σύστημα συνολικά στηρίζει με τον τρόπο του την πολιτική της κυβέρνησης και οικοδομεί από τώρα τη διάδοχη λύση, όταν η ΝΔ δεν θα μπορεί άλλο να κρατηθεί στην εξουσία.
Αυτό είναι το πιο σημαντικό σήμερα για το σύστημα. Το ότι η κυβέρνηση έχει σταθερότητα, γιατί η αντιπολίτευση είναι οριοθετημένη και στο πολιτικό και στο κοινωνικό επίπεδο. Μοχλός, βέβαια, αυτής της αντιπολίτευσης είναι το ΠΑΣΟΚ, ως κόμμα και ως συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Το ΠΑΣΟΚ, έχοντας ξεπεράσει το σοκ των δυο διαδοχικών εκλογικών ηττών, ανασυγκροτείται σιγά-σιγά και συμμαζεύει «τα του οίκου του», βλέποντας ότι η ΝΔ φθείρεται πιο γρήγορα απ’ όσο είχε εκτιμηθεί αρχικά. Η γενική συμφωνία με την οποία ολοκληρώθηκε το πρόσφατο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είναι χαρακτηριστική της κυριαρχίας μιας τάσης ενότητας γύρω από τον Γιωργάκη. Η τακτική του ΠΑΣΟΚ αποτελεί αντιγραφή της τακτικής της ΝΔ όσο βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Υψηλοί καταγγελτικοί τόνοι, επισήμανση της ανακολουθίας λόγων και έργων, αλλά πλήρης άπνοια στο πρακτικό διεκδικητικό επίπεδο. Οταν η αγανάκτηση θα φουντώνει, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία θα αναλαμβάνει να οργανώνει κάποιες άσφαιρες κινητοποιήσεις που με την αναποτελεσματικότητά τους θα σπρώχνουν τον κόσμο ξανά στο καβούκι του. Το σλόγκαν του ΠΑΣΟΚ είναι πεντακάθαρο: Θέλετε αλλαγή; Ψηφίστε ΠΑΣΟΚ. Οι ευκαιρίες για ψήφο δεν είναι λίγες. Σε ένα χρόνο θα έχουμε δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές, οπότε είναι μια καλή ευκαιρία για μια μεγαλοπρεπή εκτόνωση της αγανάκτησης στις κάλπες.
Ιδια ακριβώς είναι στην ουσία και η πολιτική του ΣΥΝ, ο οποίος επίσης άλλαξε ηγεσία. Ο Αλαβάνος εξακολουθεί να συμμαχεί με το ΠΑΣΟΚ σε συνδικαλιστικό επίπεδο, αλλά σε πολιτικό επίπεδο κρατάει τις ίδιες αποστάσεις που κρατούσε και ο Κωνσταντόπουλος από το ΠΑΣΟΚ, επειδή γνωρίζει ότι οι Πασόκοι δεν έχουν μπέσα. σε φραστικό επίπεδο προσπαθεί να εμφανίζεται κάπως πιο αριστερά, αναζητώντας την αναθέρμανση της συμμαχίας με τους παρδαλούς συμμάχους του ΣΥΡΙΖΑ, η βοήθεια των οποίων χάρισε στον ΣΥΝ την εκλογική επιβίωση στις τελευταίες εκλογές.
Ο Περισσός ακολουθεί σταθερά τη δική του ρότα. Μπόλικη αντικαπιταλιστική δημαγωγία και αγωνιστική γυμναστική των κομματικών και φίλιων δυνάμεων, χωρίς «ακρότητες», με απόλυτο σεβασμό στην αστική νομιμότητα και στους κανόνες του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού. Στόχος η αναπαραγωγή του κομματικού μηχανισμού και η βελτίωση του εκλογικού ποσοστού. Τίποτ’ άλλο. Οτιδήποτε ξεφεύγει από τον κομματικό έλεγχο συκοφαντείται και καταστέλλεται.
Ετσι, έχει δημιουργηθεί ένα πολιτικό σύστημα που καταπλακώνει ασφυκτικά την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της. Οχι μόνο δεν κάνει τίποτα για να την ενεργοποιήσει, αλλά την κρατάει ακινητοποιημένη και βοηθάει το κράτος στην καταστολή, όποτε αυτή χρειάζεται.
Αυτά τα συμπεράσματα, που εντελώς περιληπτικά παρουσιάστηκαν παραπάνω, είναι νομίζουμε πιο σημαντικά ως αφετηρία προβληματισμών, από το να πιπιλάμε και μεις την καραμέλα της αθέτησης των προεκλογικών υποσχέσεων της ΝΔ. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, αυτό το βλέπει και μόνος του ο κόσμος. Μόνο που δεν μπορεί να βρει διέξοδο. Γι’ αυτό και καταφεύγει στην απελπισία. Στην ανάθεση των υποθέσεών του στους αντιπολιτευόμενους πόλους του πολιτικού συστήματος και στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία που δρα ως μια σημαντική συμπληρωματική δύναμη.
Γι’ αυτό και σήμερα έχει σημασία να προβάλλεται μια πολιτική πρόταση που βρίσκεται σε πλήρη ρήξη και με το κομματικό και με το συνδικαλιστικό σύστημα της αστικής δημοκρατίας. Μια πολιτική πρόταση που θα έχει στη βάση της την ανάγκη για ανεξάρτητη ταξική οργάνωση και δράση σε όλα τα επίπεδα. Χωρίς αυτή την προοπτική θα γυρίζουμε σε φαύλο κύκλο.