Δύο χιλιάδες έντεκα και τζάμπα φασαρία
Αναζητείται έξοδος απ’ την προϊστορία…
Το αυτοαποκαλούμενο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος δεν μετείχε στις συναντήσεις των πολιτικών αρχηγών με τον Γιώργο Παπανδρέου. Ο δε αυτοαποκαλούμενος «Ριζοσπάστης», που εκδίδεται μεταξύ άλλων εντύπων στην αυτοαποκαλούμενη «Τυποεκδοτική», δεν έχει κουραστεί να επαναλαμβάνει καθημερινά ότι μόνη λύση είναι η συμπόρευση με το αυτοαποκαλούμενο ΚΚΕ. Κάτι που εν τοις πράγμασι είναι περιττό, αφού αυτοί που διαβάζουν τον αυτοαποκαλούμενο «Ριζοσπάστη» δεν είναι άλλοι από εκείνους που συμπορεύονται με το αυτοαποκαλούμενο ΚΚΕ, οι δε υπόλοιποι δεν βλέπουν καν αυτή την πρόταση, καθώς δεν διαβάζουν τον αυτοαποκαλούμενο «Ριζοσπάστη»… Σαν τις διαφημίσεις ενός καιρού για την έγχρωμη τηλεόραση: όσοι είχαν ασπρόμαυρη δεν μπορούσαν να δουν και να εκτιμήσουν την όποια προβαλλόμενη διαφορά, ενώ όσοι είχαν έγχρωμη δεν είχαν πλέον λόγο να ενδιαφέρονται γι’ αυτή τη διαφήμιση…
«Για κάποιον υπάλληλο, που ήταν πολύ καιρό στην ίδια υπηρεσία, ο κύριος Κ. άκουσε να διατυπώνουν τον εξής έπαινο: ο υπάλληλος ήταν τόσο καλός, που ήταν αναντικατάστατος. “Τι θα πει αναντικατάστατος;” ρώτησε εκνευρισμένος ο κύριος Κ. “Θα πει ότι η υπηρεσία δε λειτουργεί χωρίς αυτόν” είπαν οι υμνητές του. “Μα πώς μπορεί να ‘ναι καλός υπάλληλος, αν η υπηρεσία δε λειτουργεί χωρίς αυτόν;” είπε ο κύριος Κ. “Εχει χρόνια σ’ αυτή την υπηρεσία, και θα μπορούσε να την οργανώσει τόσο καλά, ώστε να μην είναι πια αναντικατάστατος. Και τι έκανε τόσον καιρό; Να σας πω εγώ: εκβιασμό έκανε!”» (Berthold Brecht).
Ρίχνοντας μια ματιά στα χρόνια, σαν σήμερα το 1987 ο 19χρονος Mathias Rust διασχίζει ανενόχλητος οχτακόσια χιλιόμετρα σοβιετικού εναέριου χώρου και προσγειώνεται στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας, με ένα μονοκινητήριο «Cessna». Σαν αύριο 29 Μαΐου του 1924, ιδρύεται από πρόσφυγες του 1922 –που επέλεξαν την ημέρα της άλωσης της Πόλης– η Αθλητική Ενωση Κωνσταντινούπολης (Α.Ε.Κ.), ενώ στις 31 Μαΐου του 1975 αποκαλύπτονται –ω της ελληνικής και εν γένει αστικής πρωτοτυπίας– καταχρήσεις 22 εκατομμυρίων δραχμών στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδας, από παράνομες συμβάσεις κατά την επταετία 1967-1974. Τώρα θα μου πείτε, γίνονταν τέτοια πράγματα επί… εθνοσωτηρίου επαναστάσεως που κατασκεύασε τόσους δρόμους και επανέφερε την πολιτική ομαλότητα (τι γελάτε ρε;) εις τη γυψαρισμένη και επαπειλούμενη παρά τω κομμουνιστικώ κινδύνω χώρα; Ελα μουντέ;…
Μπορεί να μην σας νοιάζει, αλλά εκνευρίζει την Κοκκινοσκουφίτσα το γεγονός ότι όλοι οι στίχοι ποιημάτων στην εποχή μας αρχίζουν με κεφαλαίο! Την εκνευρίζει γιατί δεν είναι μία ακόμη επιλογή των γνωστών ημιαναλφάβητων κύκλων που έχουν πιάσει τα πόστα και κατευθύνουν τα πάντα, αλλά αποκλειστική επιλογή του ηλεκτρονικού υπολογιστή, την οποία όλοι (ποιητές, επιμελητές, διορθωτές κ.α.) αφήνουν ανέγγιχτη. Πάτησες enter, μπαίνει κεφαλαίο και… πάει τελείωσε! Μη χοιρότερα…
Δηλαδή, για να καταλάβουμε κι εμείς οι των περιορισμένων πνευματικών οριζόντων ομού και ασορτί μετά σύμπαντος του μικρονοϊκού πολιτισμού, το πρόβλημα είναι αν ο εξ απορρήτων του Βενιζέλου ασχολούνταν με το… «πυγίζειν» το αρχαίων ή τα υπόλοιπα;
Και η ζωή τραβάει την ανηφόρα, δίχως σημαίες και ταμπούρλα πια, μέσα σε μια εκκωφαντική σιωπή. Από την οποία όλοι ελπίζουμε –εκείνοι που εργάζονται γι’ αυτό, οι καρτερικά υπομένοντες, αλλά ακόμη και οι παραιτημένοι– να ξεπηδήσει το νέο άνθος.
«Αν υπήρχε ελπίδα έπρεπε να βρίσκεται στους προλετάριους, γιατί μόνο εκεί, σ΄ αυτές τις περιφρονημένες τεράστιες μάζες, το 85 τοις εκατό του πληθυσμού της Ωκεανίας, μπορούσε να γεννηθεί η δύναμη που θα κατέστρεφε το Κόμμα. Το Κόμμα δε θα μπορούσε να ανατραπεί από μέσα. Οι εχθροί του Κόμματος –αν υπήρχαν– δεν υπήρχε τρόπος να ενωθούν ούτε καν να γνωριστούν μεταξύ τους. Ακόμα και αν υπήρχε η θρυλική Αδελφότητα –πράγμα πιθανό– ήταν εντελώς αδύνατο να συγκεντρωθούν πάνω από δύο-τρία μέλη της. Η Επανάσταση γι’ αυτούς ήταν ένα βλέμμα, μια μικρή αλλαγή στη φωνή, το πολύ-πολύ μια λέξη που ψιθύριζαν κάπου-κάπου. Αλλά οι προλετάριοι δεν είχαν καμιά ανάγκη να συνωμοτήσουν, αρκεί να μπορούσαν με κάποιο τρόπο να συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους. Δεν είχαν παρά να ξεσηκωθούν και να τιναχτούν όπως ένα άλογο που διώχνει από πάνω του τις μύγες. Αν το ήθελαν θα μπορούσαν να τινάξουν το Κόμμα στον αέρα αύριο το πρωί. Σίγουρα, δε θα ‘πρεπε αργά ή γρήγορα να τους έρθει στο μυαλό η ιδέα αυτή;
Κι όμως…» (George Orwell – «1984»).
Κοκκινοσκουφίτσα