Τις τελευταίες ημέρες, και προκειμένου ν’ αντικρούσει και τις πρόσφατες κινητοποιήσεις πανεπιστημιακών και φοιτητών, πύκνωσε η προπαγάνδα των υπέρμαχων (φανερών και κρυφών) των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Η οποία λέει ότι η υπόθεση των ιδιωτικών ΑΕΙ είναι ένα «ψευτοθέμα» (Βερέμης) και ότι το δίλημμα δημόσια ή ιδιωτικά ΑΕΙ είναι στην ουσία ένα «αστείο δίλημμα» (Γιωργάκης Παπανδρέου).
Προκειμένου να κάνουν πιστευτή αυτή τους την άποψη, επιστρατεύουν το επιχείρημα ότι η «πίτα» φτάνει για όλους και ότι τα πανεπιστήμια που θα ιδρυθούν από ιδιώτες, επιχειρηματικούς ομίλους ή φορείς όπως Δήμοι, Εκκλησία, ΓΣΕΕ κ.λπ. δεν θα είναι στην ουσία πανεπιστήμια με τη μορφή που όλοι γνωρίζουμε, αφού η επένδυση απαιτεί δισεκατομμύρια ευρώ. Αλλά θα είναι κάποιες επιμέρους σχολές, περιορισμένου γνωστικού αντικειμένου, κυρίως οικονομικού περιεχομένου. Συνεπώς, εκ των πραγμάτων, θα απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο, περιορισμένο κοινό, που έχει τις οικονομικές δυνατότητες να αντεπεξέλθει σ’ αυτές τις σπουδές και που και σήμερα ακόμη έχει πρόσβαση στον προθάλαμο, ας πούμε, αυτών των υπό ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων (π.χ. στελεχικό δυναμικό των επιχειρηματικών ομίλων που επιζητά κάποια εξειδίκευση μέσω μεταπτυχιακών, συνδικαλιστές όταν πρόκειται για τη ΓΣΕΕ, μαθητές ακριβών ιδιωτικών σχολείων πίσω από τα οποία υπάρχουν επιχειρηματικοί όμιλοι, η ελληνοαμερικανική ένωση κ.λπ., που προτίθενται -κατά δήλωσή τους- να επεκταθούν και στην ίδρυση πανεπιστήμιου).
Αρα το δημόσιο πανεπιστήμιο, λένε, δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τα ιδιωτικά ΑΕΙ. Και αν ενισχυθεί και οικονομικά και δεν παραγκωνισθεί τότε ποιος το πιάνει! (Μπαμπινιώτης).
Η υπόθεση ότι τα ιδιωτικά ΑΕΙ, που θα ιδρυθούν από επιχειρηματίες, λόμπι, Δήμους, Εκκλησία κ.λπ., θα έχουν τη μορφή που παραπάνω περιγράψαμε, είναι αληθινή.
Ομως εξίσου αληθινή και προβλέψιμη είναι και η συνέχεια.
Η κυβέρνηση -ως κυβέρνηση του κεφαλαίου- έχει κάθε λόγο να διευκολύνει τις επιχειρήσεις στις μορφωτικές τους μπίζνες, ώστε να παράγουν τα στελέχη-πραιτοριανούς τους.
Τα δημόσια πανεπιστήμια, από την άλλη, θα αφεθούν στη μοίρα τους, ενώ η θέση τους θα καθίσταται διαρκώς δυσμενέστερη λόγω και των συνεπειών από την εφαρμογή των κατευθύνσεων της Μπολόνια (κύκλοι σπουδών, με τον πρώτο τριετή, ο οποίος θα θεωρείται στην ευρωπαϊκή αγορά ικανό προσόν που θα οδηγεί σε επαγγελματικά δικαιώματα, διδακτικές μονάδες που οδηγούν σε ατομικά πτυχία και κατάργηση του ενιαίου πτυχίου, φοιτητές-πελάτες, αξιολόγηση κ.λπ.).
Η παράλληλη λειτουργία ιδιωτικών και δημόσιων ΑΕΙ, με διαφορετικά δομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, στόχους και σκοπιμότητες, θα αλλοιώσει την εικόνα που έχει για το πανεπιστήμιο η εργαζόμενη κοινωνία και κατά συνέπεια θα αδυνατίσει τη στόχευση της πάλης που πρέπει αυτή να διεξάγει για το αγαθό της μόρφωσης.
Συνεπώς, εκ των πραγμάτων, οδηγούμαστε σε μια υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών, ο δε ταξικός διαχωρισμός στην κοινωνία (όσον αφορά και στη μόρφωση) καθίσταται κάθετος και απόλυτα ορατός.
Ομως υπάρχει και άλλη μια πλευρά, πάρα πολύ σοβαρή, που αφορά στη μεγάλη μάζα της νεολαίας (και γι’ αυτό είναι πολύ σοβαρή).
Την πλευρά αυτή φωτογραφίζει, αν και προσπαθεί να αποκρύψει, η χιλιοειπωμένη «ατάκα» της Μ. Γιαννάκου.
Εμείς δεν ξέρουμε ποια ξένα πανεπιστήμια θα έρθουν εδώ, ούτε ποιοι ιδιώτες θα θελήσουν να ιδρύσουν τέτοια. Εμάς εκείνο που μας ενδιαφέρει και έχει μεγάλη σημασία τώρα είναι να αρθεί η συνταγματική απαγόρευση, δηλώνει η υπουργός Παιδείας.
Γιατί παρακαλώ; Γιατί έτσι θα αναβαθμιστούν σε πανεπιστήμια τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, που έχουν συνάψει συμφωνίες δικαιόχρησης με ξένα πανεπιστήμια (κυρίως της Αγγλίας). Και αν σήμερα οι έμποροι αυτοί της γνώσης, με την παραπλανητική τους προπαγάνδα, έχουν καταφέρει να προσελκύσουν περίπου 25.000 παιδιά, αύριο με τη «νομιμοποίηση» και πανεπιστημιακή αναβάθμιση στο χέρι, θα εκμεταλλεύονται τα όνειρα διπλάσιων και τριπλάσιων σπουδαστών.
Η κατάσταση αυτή θα λειτουργήσει ως Κερκόπορτα για τα δημόσια πανεπιστήμια. Η δημιουργία τετελεσμένων θα ωθήσει τις πανεπιστημιακές σπουδές στη χώρα μας (σήμερα τουλάχιστον τετραετείς) προς τα κάτω, στο όριο των τριών ετών, αφού αυτή είναι η πρακτική των ΚΕΣ και των ξένων ιδρυμάτων (τύπου ΤΕΙ) με τα οποία αυτά συνεργάζονται, όταν μάλιστα σ’ αυτά φοιτούν χιλιάδες νέοι των οποίων τα πτυχία θα θεωρούνται εξομοιωμένα με αυτά των ελληνικών ΑΕΙ. Επίσης θα θεωρείται πια θεμιτή και νόμιμη η καταβολή διδάκτρων και για τις προπτυχιακές σπουδές.
Την παράμετρο αυτή, την υπογραμμίζει ιδιαίτερα και η πρεμούρα της ΝΔ να προωθήσει μέσω του ευρωβουλευτή της Χατζηδάκη τη γνωστή τροπολογία για τα ΚΕΣ στο ευρωκοινοβούλιο.
Γιούλα Γκεσούλη