«Δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να μετανοήσω». Τα λόγια αυτά της αγωνίστριας της Action Directe Ζοέλ Ομπρόν μας ήρθαν στο νου, καθώς πληροφορηθήκαμε την είδηση του θανάτου της. Ενός θανάτου αναμενόμενου, λόγω της έλευσης του οποίου είχε αφεθεί προσωρινά ελεύθερη το 2004. Είχε καρκίνο μεταστατικό και την έστειλαν να πεθάνει στο σπίτι της. Οι σύντροφοί της Ζαν-Μαρκ Ρουϊγιάν, Ναταλί Μενινιόν, Ζορζ Σιπριανί και Ρεζίς Σλεσέρ παραμένουν φυλακισμένοι σε κελιά «υψίστης ασφαλείας», μολονότι έχουν συμπληρώσει τον προβλεπόμενο χρόνο φυλάκισης (πάνω από 20 χρόνια). Ο λόγος; Δεν δέχονται να δηλώσουν μετάνοια και να αποκηρύξουν την παλιά τους δράση, μολονότι σε επίπεδο πολιτικής τακτικής έχουν επανεξετάσει πολλά ζητήματα.
Αλλο, όμως, η αναγκαία επανεξέταση των διάφορων πτυχών μιας επαναστατικής δράσης και άλλο η δήλωση υποταγής στο αστικό κράτος. Το πρώτο αφορά το επαναστατικό αντικαπιταλιστικό κίνημα, το δεύτερο αφορά το αστικό κράτος. Αυτοκρινόμενοι ενώπιον του επαναστατικού κινήματος, αμετανόητοι ενώπιον του αστικού κράτους. Αυτό το δίπολο υποδηλώνει επαναστατική συνέπεια και συγκροτεί μια ηρωική στάση.
Στάση ηρωική σε καιρούς αντιηρωικούς, που χαρακτηρίζονται από τον τυφώνα του ατομοκεντρισμού. Τίμημα πολύ βαρύ, σε προφανή αναντιστοιχία με τη συγκυρία. Σε απόλυτη αντιστοιχία, όμως, με την Ιστορία. Είναι σίγουρο, ότι το γαλλικό κράτος θα συμβιβαζόταν ακόμα και με μια επαμφοτερίζουσα δήλωση των πολιτικών κρατούμενων της Action Directe, την οποία θα παρουσίαζε ως δήλωση μετάνοιας κι ας μην το ανέφερε αυτή ρητά. Αυτό ακριβώς θέλουν να αποφύγουν οι φυλακισμένοι αγωνιστές και γι’ αυτό δε μπαίνουν σε διαπραγμάτευση, αλλά διεκδικούν το δικαίωμα της αποφυλάκισης σύμφωνα με τα δικαιώματά τους ως γάλλοι πολίτες. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.
Αυτό θέλει ν’ αποφύγει και ο «δικός μας» Δημήτρης Κουφοντίνας, αρνούμενος οποιαδήποτε υπεράσπιση του εαυτού του στο ποινικό επίπεδο και εμμένοντας μόνο στην πολιτική υπεράσπιση, μολονότι γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτό τον επιβαρύνει. Παρακολουθώντας καθημερινά την εξελισσόμενη δίκη στο έκτακτο τρομοδικείο του Κορυδαλλού, ζούμε την αγωνία του μη τυχόν και οποιαδήποτε παρέμβασή του θεωρηθεί ως προσπάθεια ποινικής υπεράσπισης, μη τυχόν και θολώσει ο πολιτικός χαρακτήρας της παρουσίας και παρέμβασής του στη δίκη.
Ποιος θα τον κατηγορούσε αν υπερασπιζόταν τον εαυτό του και στο ποινικό επίπεδο; Στο κάτω-κάτω, είναι δικαίωμά του. Αυτός, όμως, επέλεξε να επικεντρωθεί αποκλειστικά στο πολιτικό. Κι αυτό οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι αποτελεί έναν προσωπικό ηρωισμό, αναντίστοιχο με τη συγκυρία, σε αντιστοιχία όμως με την Ιστορία, με τις αρχές, τις αξίες και την παράδοση του επαναστατικού κινήματος.
Το δυστύχημα είναι ότι στην αντιηρωική εποχή που ζούμε κυρίαρχη είναι η τάση της «κολοβής αλεπούς». Η αυταπάρνηση κάποιων αγωνιστών γίνεται κάρφος στο μάτι πολλών. Ενοχλεί γιατί υπενθυμίζει και υποσημειώνει. Γιατί δημιουργεί υποχρεώσεις. Δύσκολες υποχρεώσεις. Καθώς ξεφεύγει από τη σφαίρα του ατομικού και θρονιάζεται στη σφαίρα του συλλογικού, του κοινωνικού. Ενα κίνημα, μια κοινωνία που δεν υπερασπίζεται τα παιδιά του/της, που τ’ αφήνει ομήρους στα χέρια των δυναστών της, δεν μπορεί να δώσει αγώνες απελευθερωτικούς. Γιατί έχει χάσει κάτι θεμελιώδες: την αυτοεκτίμησή του/της. Ας την ανακτήσουμε.
Π.Γ.