Ας αφήσουμε στην άκρη τις ποινικές πλευρές της υπόθεσης με την αλλοίωση των βαθμών στη Θεσσαλονίκη και ας εστιάσουμε την προσοχή μας σ’ ένα γεγονός που το παραδέχτηκε η ίδια η κυβέρνηση. Υπήρξε (όπως είπαν και η υπουργός Γιαννάκου και ο γενικός γραμματέας Καραμάνος «παρεξήγηση». Δηλαδή, η πρόεδρος του «αμαρτωλού» βαθμολογικού κέντρου της Θεσσαλονίκης παρεξήγησε τις οδηγίες που προφορικά δόθηκαν από το υπουργείο και επέδειξε… υπερβάλλοντα ζήλο, φτάνοντας στην παρανομία, η οποία αποκαλύφθηκε από τις καταγγελίες δυο καθηγητριών.
Ποιο ήταν το περιεχόμενο των οδηγιών-εντολών που μεταφέρθηκαν προφορικά στους προέδρους των βαθμολογικών κέντρων; Να φροντίσουν ώστε να μην υπάρξει μεγάλο ποσοστό αναβαθμολογήσεων. Πώς θα γινόταν αυτό; Με μια γενική ελαστικότητα στη βαθμολόγηση. Μια γενική ελαστικότητα που -όπως αποτελεί κοινό μυστικό μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων, παιδείας και παραπαιδείας- ξεκίνησε από τη σχετική ευκολία των θεμάτων που μπήκαν φέτος στις πανελλαδικές εξετάσεις.
Ο λόγος; Καθαρά προεκλογικός. Η κυβέρνηση δεν επιθυμεί φέτος να βρεθεί αντιμέτωπη με το φαινόμενο του αποκλεισμού δεκάδων χιλιάδων μαθητών, λόγω της βάσης του 10. Πλην όμως, τα εύκολα θέματα δεν οδηγούσαν αυτόματα στον επιθυμητό στόχο, οπότε δόθηκαν οδηγίες για ελαστικότητα κατά τη βαθμολόγηση, τις οποίες η συγκεκριμένη πρόεδρος της Θεσσαλονίκης οδήγησε στα ακραία όριά τους.
Τι δείχνουν όλα τούτα; Οτι οι εξετάσεις δεν έχουν καμιά σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία, ότι δεν μετρούν επίπεδο γνώσεων και κριτική ικανότητα. Οι εξετάσεις είναι ένας μηχανισμός που μοιάζει με στρόφιγγα. Αυτή η στρόφιγγα πότε ανοίγει και αφήνει περισσότερα παιδιά να περάσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και πότε κλείνει μεγαλώνοντας τον αποκλεισμό. Πέρυσι ήταν η περίοδος του σημαντικού κλεισίματος της στρόφιγγας, φέτος είπαν να την ανοίξουν λίγο, για να μην έχουν πρόβλημα στις εκλογές.
Και όμως, αυτό το πρόβλημα δεν συζητήθηκε καθόλου. Συζητήθηκαν και οι πιο απίθανες λεπτομέρειες των όσων συνέβησαν (ή ενδέχεται να συνέβησαν) στο τρίγωνο υπουργείο-πρόεδρος βαθμολογικού κέντρου-βαθμολογητές, αλλά για την ουσία, για τη φύση, το χαρακτήρα και το περιεχόμενο του εξεταστικού συστήματος δεν μίλησε κανείς. Ούτε οι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί της ΟΛΜΕ και των ΕΛΜΕ. Κι ας ήταν αυτό το σκάνδαλο μια ευκαιρία για να τεθεί το θεμελιώδες ερώτημα: είναι πιο σημαντικό το διαβλητό ή αδιάβλητο ενός συστήματος επιλογής, από τον ίδιο τον άδικο χαρακτήρα αυτού του συστήματος; Βεβαίως και έπρεπε να συζητηθούν οι πτυχές του προβλήματος που προέκυψε, αλλά η συζήτηση έπρεπε να πάει παραπέρα, στην καρδιά του προβλήματος.
Στα παιδιά που τσακίζονται για τουλάχιστον δυο χρόνια, παπαγαλίζοντας πληροφορίες και «τσελεμεντέδες» για την επίλυση ασκήσεων, διαδικασία που τους αποστερεί τον απαραίτητο πλούτο γνώσεων και την ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, κι ύστερα μπαίνουν σε μια ανθρωποφαγική διαδικασία που στην πλειοψηφία τσακίζει τα όνειρα (όχι μόνο σε όσους αποκλείονται αλλά και σε σημαντική μερίδα απ’ αυτούς που περνούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση). Γιατί όλα τούτα; Επειδή το σύστημα θεωρεί δημοσιονομικό βάρος την πλειοψηφία των φοιτητών και θέλει να μειώσει όσο γίνεται τον αριθμό τους.
Π.Γ.