Αυτό πια ξεπερνά κάθε φαντασία. Αφού προσπάθησε να σπρώξει τις διοικήσεις των τεσσάρων ασφαλιστικών ταμείων να πουλήσουν το «αμαρτωλό» ομόλογο των 280 εκατ. ευρώ στην τιμή αγοράς (χωρίς, δηλαδή, ούτε τους στοιχειώδεις τόκους για το χρονικό διάστημα μεταξύ αγοράς και πώλησης, ήτοι με ζημιά) και απέτυχε (προφανώς, επειδή οι διοικήσεις των Ταμείων «χέστηκαν» μη βρεθούν κατηγορούμενες για απιστία), η κυβέρνηση ανακοίνωσε (με κοινή δήλωση των Αλογοσκούφη και Μαγγίνα), ότι οι τόκοι, τους οποίους ζητούσαν τα Ταμεία και αρνιόταν να καταβάλει η JP Morgan, θα πληρωθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αν δούμε το θέμα νομικά, οι υπουργοί (και ο πρωθυπουργός που έδωσε τη σχετική εντολή) διαπράττουν αδίκημα, αφού υποχρεώνουν το κράτος να παρέμβει στην οικονομική διαμάχη κάποιων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου με μια ιδιωτική επιχείρηση, καταβάλλοντας από τον προϋπολογισμό του τη διαφορά αυτής της οικονομικής διαμάχης. Ομως, το ζήτημα δεν είναι νομικό. Είναι καθαρά πολιτικό. Αλλωστε, νομικά οι υπουργοί θα φροντίσουν να φυλάξουν τον κώλο τους, ψηφίζοντας (με τη μορφή τροπολογίας σε κάποιο άσχετο νομοσχέδιο) σχετική διάταξη.
Στη βάση τους τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Αρκεί να δούμε το ιστορικό αυτής της «αμαρτωλής» ιστορίας. Η JP Morgan ανακοίνωσε ότι είναι πρόθυμη να αγοράσει το ομόλογο στην αρχική τιμή πώλησης, αρκεί να λειτουργήσει με την αντίστροφη φορά η αλυσίδα των μεταπωλήσεων (ασφαλιστικά ταμεία – Ακρόπολις – Hypovereinsbank – North Asset Management – JP Morgan). Η ΝΑΜ του Παπαμαρκάκη, που συμφώνησε κατ’ αρχήν στη… γενναιόδωρη προσφορά της αμερικάνικης τράπεζας, σκόνταψε στις μίζες που είχε καταβάλλει σε εκείνους που «έσπρωξαν» το ομόλογο στα Ταμεία. Ο Αποστολίδης και οι Πρινιωτάκηδες (Ακρόπολις), για παράδειγμα, που τους έκλεισαν την εταιρία και βλέπουν απειλητική τη σκιά του εισαγγελέα (δεν είναι άσχετοι, έχουν καταλάβει ότι προορίζονται για τους ρόλους των αποδιοπομπαίων τράγων, κάτι σαν οικονομικό ισοδύναμο του Τσιτουρίδη), δεν ήταν ηλίθιοι να επιστρέψουν μίζες 8,5 εκατ. ευρώ, μέρος των οποίων σίγουρα έχουν πληρώσει σε «τρίτους», για να κλείσουν τη δουλειά.
Η JP Morgan, από τη μεριά της, προσπάθησε να μεταθέσει το βάρος των ευθυνών στον Παπαμαρκάκη. Οτι τάχα την κορόιδεψε, διαβεβαιώνοντάς την ότι θα κρατήσει η ΝΑΜ το ομόλογο και δεν θα το «σπρώξει» παραπέρα. Ο Παπαμαρκάκης, όμως, αποδείχτηκε σκληρό καρύδι. Με μια δημόσια ανακοίνωση έκανε ματ κατά της JPM, ισχυριζόμενος ότι η τράπεζα ήταν ενημερωμένη στο ανώτατο επίπεδο για την πορεία που θα ακολουθούσε το ομόλογο. Μάλιστα, φρόντισε να καταθέσει στον Ζορμπά τη σχετική αλληλογραφία (NAM-JPM) και να διαρρεύσει χαρακτηριστικά e-mail στον Τύπο, για να μην τολμήσει κανείς να χαρακτηρίσει ισχυρισμούς τα όσα είχε υποστηρίξει στην ανακοίνωσή του. Η JPM έκανε αμέσως γαργάρα την αρχική ανακοίνωσή της (περί εξαπάτησής της από τη ΝΑΜ) και έσπευσε να τα βρει στο παρασκήνιο με τον Παπαμαρκάκη. Κι ενώ όλοι περίμεναν πως η υπόθεση επαναγορά θα ναυαγούσε, οι δυο εταιρίες ανακοίνωσαν ότι δέχονται να επαναγοράσουν το ομόλογο στην αρχική τιμή πώλησης, χάνοντας τις μίζες των 8,5 εκατ. ευρώ. Είχαμε σχολιάσει τότε, ότι πρόκειται για μια κίνηση εντελώς ασυνήθιστη στη διεθνή τραπεζική και χρηματιστηριακή αγορά. Εφόσον οι δυο συγκεκριμένες εταιρίες ισχυρίζονται ότι τουλάχιστον αυτές δεν διέπραξαν κανένα αδίκημα, τι λόγο είχαν να προχωρήσουν στην επαναγορά με τέτοια χασούρα; Το επιχείρημα της «προστασίας του διεθνούς τους κύρους» είναι για αφελείς. Δηλαδή, θα έχανε το διεθνές της κύρος η JPM, επειδή έβγαλε κέρδος; Μην τρελαθούμε τώρα… Ηταν φανερό από την πρώτη στιγμή, ότι η ιστορία της επαναγοράς ήταν κυβερνητικής έμπνευσης. Η κυβέρνηση ήταν αυτή που μπορούσε να εγγυηθεί στη JPM (και στη ΝΑΜ, που είχε συνεταιριστεί με την JPM, χάρη στον ευφυέστατο εκβιασμό του Παπαμαρκάκη) τη μη απώλεια των 8,5 εκατ. ευρώ. Πώς; Μερικές μεγάλες δουλειές ακόμα (σαν την… πιστωτική διευκόλυνση του 1 δισ. ευρώ, που αποκαλύφθηκε κι αυτή την προηγούμενη εβδομάδα) μπορούν ν’ αφήσουν κέρδος πολλαπλάσιο της ζημιάς των 8,5 εκατ. ευρώ.
Αν, όμως, σε εκείνη τη φάση μπορούσε κάποιος να εκφράσει αμφιβολίες για το αν ήταν η κυβέρνηση πίσω από την ιστορία της επαναγοράς, μετά την τελική εξέλιξη δεν έμεινε καμιά αμφιβολία. Με ρυθμισμένο το ζήτημα των 8,5 εκατ. ευρώ, που τόσο… γενναιόδωρα ανέλαβαν να σηκώσουν οι JPM και ΝΑΜ (χωρίς να δώσουν καμιά λεπτομέρεια της μεταξύ τους συμφωνίας), η επαναγορά κόλλησε στην άρνηση των διοικήσεων των Ταμείων να χάσουν τους τόκους των μηνών που μεσολάβησαν από την αγορά του ομολόγου. Οι διοικήσεις δεν είχαν άλλη επιλογή, αφού η συνδικαλιστική γραφειοκρατία απειλούσε ανοιχτά με μηνυτήριες αναφορές. Αν πωλούσαν το ομόλογο χωρίς να εισπράξουν δεκάρα τσακιστή για τόκους, αυτόματα θα βρίσκονταν οι διοικητές κατηγορούμενοι για απιστία σε βαθμό κακουργήματος. Αλλωστε, το ΤΣΠΕΑΘ και το ΤΑΞΥ είχαν πουλήσει άλλα δομημένα ομόλογα στις εκδότριες τράπεζες στην τιμή αγοράς συν κάποιο τόκο. Μάλιστα, ειδικά στην περίπτωση του ΤΣΠΕΑΘ, η κυβέρνηση και ορισμένα παπαγαλάκια της στα ΜΜΕ πανηγύριζαν, ότι το Ταμείο έβγαλε και κέρδος από το συγκεκριμένο ομόλογο.
Ενώ, λοιπόν, θα περίμενε κάποιος η κυβέρνηση να παρέμβει και να ασκήσει πίεση στις JPM και ΝΑΜ να πληρώσουν στα τέσσερα Ταμεία τόκους που αναλογούν τουλάχιστον στο επιτόκιο της ΤτΕ, Αλογοσκούφης και Μαγγίνας το ‘παιζαν Πόντιοι Πιλάτοι. Από τη μια δήλωναν ότι δεν είναι σύμβουλοι επενδύσεων των Ταμείων και από την άλλη διατύπωναν ευχές για «υπεύθυνη στάση» και «σωστές αποφάσεις» από τις διοικήσεις των Ταμείων! Εμμέσως, δηλαδή, πίεζαν τις διοικήσεις να πουλήσουν το ομόλογο χωρίς τόκο, γιατί αλλιώς κινδύνευαν να τους μείνει στα χέρια και να έχουν μεγαλύτερη χασούρα στη λήξη! Μιλάμε για πολιτική αλητεία ολκής. Ο Αλογοσκούφης, που εξακολουθεί να μιλά για «ανίδεες διοικήσεις» ασφαλιστικών ταμείων, δεν διατύπωσε τη σωστή απόφαση, αλλά την άφηνε στους… ανίδεους! Οταν, λοιπόν, η κυβέρνηση είδε ότι κανένας διοικητής δεν τολμούσε να βάλει το κεφάλι του στο ντορβά (και υπό τις παρούσες συνθήκες δεν μπορούσε, φυσικά, να τους διατάξει να το κάνουν), μετακινήθηκε από την ποντιοπιλατική στάση και ανακοίνωσε ότι τους τόκους θα αναλάβει να τους πληρώσει ο κρατικός προϋπολογισμός. Δηλαδή, τους τόκους που αρνούνται να καταβάλλουν μια τράπεζα και μια χρηματιστηριακή εταιρία, θα τους πληρώσει ο φορολογούμενος ελληνικός λαός!
Είναι ή όχι νόμιμη η καταβολή αυτών των τόκων; Πέρα από τη λογική, που λέει ότι δε μπορεί ένα τόσο μεγάλο κεφάλαιο, που κάποιοι το εκμεταλλεύτηκαν για μερικούς μήνες, να μην αποδώσει τουλάχιστον τον τραπεζικό τόκο, η ίδια η κυβερνητική απόφαση για καταβολή των τόκων από τον κρατικό προϋπολογισμό δείχνει ότι αυτή είναι νόμιμη πράξη εκ μέρους των διοικήσεων των Ταμείων. Αν οι διοικήσεις των Ταμείων υπέκυπταν στον ανοιχτό εκβιασμό των JPM-ΝΑΜ και στην καλυμμένη πίεση της κυβέρνησης και δέχονταν να πουλήσουν το ομόλογο χωρίς τόκο, θα έχαναν ή όχι τα Ταμεία αυτά τα λεφτά; Αρα, οι υπουργοί συμπεριφέρθηκαν προς τα Ταμεία ως κοινοί εκβιαστές (μπλοφαδόροι είναι ο επιεικέστερος χαρακτηρισμός).
Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη, όμως, τα ερωτηματικά πληθαίνουν αντί να μειώνονται. Είναι φανερό ότι JPM και ΝΑΜ, με τη βοήθεια της κυβέρνησης, προσπάθησαν να φορτώσουν στις πλάτες των Ταμείων ένα μεγάλο μέρος από τις μίζες των 8,5 εκατ. ευρώ που δεν κατάφεραν να πάρουν πίσω. Γι’ αυτό αρνούνταν να πληρώσουν τόκους για τους μήνες που είχαν στη διάθεσή τους το ζεστό χρήμα που σήκωσαν από τα Ταμεία πουλώντας τους το «τζούφιο» ομόλογο. Οταν δεν τα κατάφεραν, έσπευσε η κυβέρνηση να τους προσφέρει αυτά τα κέρδη από τον κρατικό προϋπολογισμό. Για ποιο λόγο; Αν υπάρχει παρανομία στην αγοραπωλησία του ομολόγου, η κυβέρνηση θα έπρεπε να πιάσει τους κλέφτες και να τους υποχρεώσει να δώσουν πίσω τα λεφτά στα Ταμεία. Οχι να παρεμβαίνει και να πληρώνει τα κλεψιμαίικα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Γιατί το έκανε αυτό; Η δικαιολογία ότι ο Καραμανλής ήθελε να γίνει πράξη η δέσμευσή του, ότι «δε θα χαθεί ούτε ένα ευρώ από τα Ταμεία», δεν ευσταθεί, γιατί ό,τι δεν χάνεται από τα Ταμεία χάνεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι μόνοι που δεν χάνουν εν προκειμένω είναι οι μιζαδόροι (ή «άπληστοι χρηματιστές», κατά Αλογοσκούφη), γεγονός που δεν μπορεί να μην έχει κάποιο κόστος για την κυβέρνηση. Μόνο μια απάντηση μένει: η κυβέρνηση θέλει να κλείσει το ζήτημα, προσφέροντας ασυλία στις -συμμάχους πλέον- JPM και ΝΑΜ, γιατί τα στελέχη των δυο εταιριών την «κρατάνε». Ποιους μέσα από την κυβέρνηση «κρατάνε» και με τι τρόπο, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε και δεν νομίζουμε ότι θα αποδειχτεί ποτέ, όμως εύκολα μπορεί να το εικάσει κανείς από την αλληλουχία των γεγονότων.
ΥΓ1: Η κυβέρνηση προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κουκουλώσει το σκάνδαλο περιορίζοντας την επιστροφή (και την πληρωμή των κλοπιμαίων από τον κρατικό προϋπολογισμό) σε ένα μόνο ομόλογο, που έχουν αγοράσει το ΤΕΑΔΥ και άλλα τρία Ταμεία. Ομως, δομημένα ομόλογα έχουν αγοράσει καμιά εικοσαριά ακόμα ασφαλιστικά ταμεία. Πρόκειται, προφανώς, για εξίσου «αμαρτωλές» ιστορίες. Γι’ αυτό η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά να δώσει στη δημοσιότητα αναλυτικά στοιχεία για όλες αυτές τις συμβάσεις, παρά τις κατ’ εξακολούθηση προκλήσεις της αντιπολίτευσης. Δίνει στοιχεία με δόσεις και αποσπασματικά, για να μη μπορεί κανένας να βγάλει άκρη. Γι’ αυτά τα ομόλογα προφανώς ισχύει το «ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνσιν εκ του ταμείου». Τα Ταμεία υποχρεώνονται να τα κρατήσουν μέχρι τη λήξη τους, για να χαθούν στο πέρασμα των χρόνων τα ίχνη του εγκλήματος. ‘Η να τα «σπάσουν» σε ελάχιστα χρόνια, καταγράφοντας απώλειες σε σχέση ακόμα και με το αρχικό κεφάλαιο, αλλά σε χρόνο που κανένας δεν θα το πάρει χαμπάρι ή, εν πάση περιπτώσει, το θέμα δεν θα απασχολεί την επικαιρότητα.
ΥΓ2: Η πρόθεση αυτή καταγράφεται με χαρακτηριστικό τρόπο στις αντιφατικές διατάξεις του νέου νομοσχέδιου για τις επενδύσεις των Ταμείων (βλέπε διπλανές στήλες).