Κύματα οργής διαπέρασαν και πάλι το «είναι» των ποικίλων «πατριωτών» και «τουρκοφάγων» (που, ως γνωστόν, καταλαμβάνουν ένα ευρύτατο πολιτικό φάσμα, από Περισσό μέχρι ΛΑΟΣ). Ακούς εκεί, να μιλά ο Αμπντουλάχ Γκιουλ για «ζωτικά και νόμιμα συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο κι ο Καραμανλής με τη Ντόρα να μη λένε κουβέντα!
Οι γνήσιοι «πατριώτες» και «τουρκοφάγοι», βέβαια, έχουν μια συνέπεια σ’ αυτά τα θέματα. Διαχρονικά υποστηρίζουν τα ίδια πράγματα. Ο Γιωργάκης, όμως, από πού κι ως πού ανακάλυψε ότι η κυβέρνηση «εγκατέλειψε την υπεράσπιση των ελληνικών συμφερόντων» και απάντησε αυτός, έμπλεως εθνικής υπερηφάνειας, στον Γκιουλ, ότι «τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας είναι αδιαπραγμάτευτα»; Ο Γκιουλ ήταν σαφής, στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή». Τη συμφωνία Σημίτη-Ντεμιρέλ, γνωστή ως συμφωνία της Μαδρίτης, επικαλέστηκε. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Και μάλιστα, με ιδιαίτερα προσεκτικές εκφράσεις, χωρίς να αποστεί ούτε κεραίας από τις διατυπώσεις της Μαδρίτης. Αν δεν κάνουμε λάθος, ο Γιωργάκης ήταν τότε αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Σημίτη. Δηλαδή, μέλος του στενού επιτελείου που επεξεργάστηκε τη συμφωνία της Μαδρίτης. Και για να το πάμε παραπέρα, αυτός ήταν ο κολλητός της Ολμπράιτ, η οποία εμπνεύστηκε τη συμφωνία και την πέρασε στις δυο κυβερνήσεις. Ο Γιωργάκης και το ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, «δεν δικαιούνται για να ομιλούν» γι’ αυτό το ζήτημα. Οι άλλοι, οι γνήσιοι «πατριώτες» και «τουρκοφάγοι», τα έλεγαν από τότε.
Και ο Καραμανλής που τώρα δέχεται τα πυρά; Το 1997 που υπογράφηκε η συμφωνία της Μαδρίτης έδειξε πραγματικά νατοϊκό και φιλοαμερικάνικο πνεύμα. Τις πρώτες μέρες στήριξε την κυβέρνηση Σημίτη, προφανώς γιατί δεν ήθελε να έρθει σε ρήξη με την Ουάσιγκτον. Είδε, όμως, ότι ασκούνταν αντιπολίτευση μέσα από το ΠΑΣΟΚ και οι δικοί του έμεναν ξεκρέμαστοι. Εβγαινε, για παράδειγμα, ένας «γαλάζιος» στο ίδιο τηλεοπτικό πάνελ με τον «πράσινο» Γιάννη Καψή και ο μεν Καψής στηλίτευε τη συμφωνία της Μαδρίτης, ο δε νεοδημοκράτης ήταν υποχρεωμένος να τη στηρίξει. Ετσι, ο Καραμανλής αναγκάστηκε σε λίγες μέρες να «γυρίσει την πλάκα» και να επιτεθεί στη συμφωνία και την κυβέρνηση Σημίτη. Επρεπε να παίξει το ρόλο του ως αντιπολίτευση, όπως κάνει σήμερα ο Γιωργάκης.
Ας πάμε, όμως, στην ουσία. Για μια φορά ακόμη έχουμε έναν ψευδεπίγραφο καυγά ανάμεσα σε «πατριώτες» και «μειοδότες». Εναν καυγά στη βάση του οποίου βρίσκεται ο ελληνικός εθνικισμός, που εμφανίζεται με διάφορες εκδοχές. Γιατί όσο είναι πραγματικότητα ότι η Τουρκία έχει βλέψεις ακόμα και σε ελληνικά νησιά του Αιγαίου, άλλο τόσο πραγματικότητα είναι ότι ο ελληνικός εθνικισμός θέλει να μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη. Αυτό το νόημα έχουν τα περιβόητα «κυριαρχικά δικαιώματα». Ολα τα προβλήματα ξεκινούν από την ύπαρξη δυο αστικών κρατών που προσπαθούν να κυριαρχήσουν στο Αιγαίο και καλλιεργούν το μίσος ανάμεσα στους λαούς. Αν τα κράτη δεν ήταν αστικά, αν δεν διακρίνονταν από εγγενή επιθετικότητα (και μη μας πει κανείς ότι αυτή αποτελεί χαρακτηριστικό μόνο του τουρκικού κράτους, γιατί θα θυμίσουμε και τη Μικρασιατική Εκστρατεία και τις σφαγές Τουρκοκυπρίων τη δεκαετία του ‘60 και το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο, που εκμεταλλεύτηκε η Τουρκία στη συνέχεια), τότε οι λαοί θα μπορούσαν να κάνουν το Αιγαίο πραγματική θάλασσα ειρήνης και φιλίας. Γι’ αυτό και εμείς «δεν θα πάρουμε» ούτε από το πατριδοκάπηλο-εθνικιστικό μενού ούτε από το ρεαλιστικό-δουλοπρεπές μενού. Γιατί η ουσία και των δύο είναι ίδια και μόνο στα καρυκεύματα διαφέρουν.