ΟΥΛΙ ΕΝΤΕΛ
Το σύμπλεγμα Μπάαντερ-Μάινχοφ
Είθισται οι νικητές να γράφουν την Ιστορία. Η δράση της RAF δεν μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Η γερμανική αστική τάξη, μέσω αυτής της γιγαντιαίας, πανάκριβης κινηματογραφικής υπερπαραγωγής, αποπειράται, στα σοβαρά αυτή τη φορά, να ενσωματώσει το «φαινόμενο Μπάαντερ-Μάινχοφ» στη λογική και την πολιτική της αντίληψη.
Για όσους γνωρίζουν πρόκειται για ύβριν. Υβριν απέναντι στους δολοφονημένους των λευκών κελιών του Σταμχάιμ, που ο Ούλι Εντελ και ο παραγωγός του θεωρούν ότι μάλλον αυτοκτόνησαν. Υβριν απέναντι στην ιδέα της βίας ως μαμής της ιστορίας. Υβριν, τέλος, γιατί μόνο η Ιστορία δικαιούται να τοποθετείται για το αδιέξοδο ή μη ενός αγώνα και όχι μικρόνοες, «αγράμματοι» χολιγουντιανοί παραγωγοί.
Οσοι δεν γνωρίζουν ενδέχεται να θεωρήσουν την ταινία αυτή μια αντικειμενική καταγραφή της πρόσφατης γερμανικής ιστορίας. Μόνο επειδή δεν κρύβεται η απροκάλυπτη αστυνομική και κρατική βία; Μόνο επειδή όλα γίνονται στο φόντο της ταραγμένης δεκαετίας του `60 (πόλεμος του Βιετνάμ, dολοφονία του Μ. Λ. Κινγκ κ.λπ.); Πόσο όμως αντικειμενική, όταν αποσιωπάται π.χ. το γεγονός ότι ο απαχθείς τότε πρόεδρος των βιομηχάνων Χανς Μάρτιν Σλέιερ υπήρξε αξιωματούχος των Ναζί; Πόσο αντικειμενική, όταν ο Αντρέας Μπάαντερ παρουσιάζεται σαν γενναίος μεν αλλά έξαλλος, ανεγκέφαλος, φαλλοκράτης; Πόσο αντικειμενική, όταν η Μάινχοφ παρουσιάζεται να γονατίζει και να «αυτοκτονεί» κάτω από το βάρος των επιλογών της; Πόσο αντικειμενική, όταν αποσιωπάται η απόπειρα δολοφονίας της Ιργκμαρ Μέλερ, που ευτυχώς επέζησε, αλλά μαχαιρώθηκε το ίδιο βράδυ που «αυτοκτόνησαν» οι Μπάαντερ, Ράσπε και Ενσλιν; Πόσο αντικειμενική, όταν δεν δίνεται ούτε σε μια στιγμή το ιδεολογικό στίγμα αυτών των ανθρώπων που ήταν κομμουνιστικό; Πόσο αντικειμενική, τέλος, όταν επιχειρείται η –με το γάντι είν` αλήθεια– ψυχολογική και ηθικολογική ερμηνεία της Ιστορίας;
Είναι γεγονός ότι η δεκαετία του `60 καλλιέργησε μεγάλες προσδοκίες στο αριστερό και προοδευτικό κίνημα της εποχής. Η RAF, με μια ιδιαίτερη «γερμανική» συνέπεια, πάλεψε μέχρι το τέλος γι` αυτά τα οράματα. Η δράση της μπορεί να αντιστοιχηθεί άνετα με εκείνη του Τσε Γκεβάρα. Απεμπόλησαν την ευμάρεια του δυτικού τρόπου ζωής, όπως και κείνος απαρνήθηκε υπουργικούς θώκους στην Κούβα για να δολοφονηθεί μόνος στα βουνά της Βολιβίας, εγκαταλελειμένος από «συντρόφους» και φίλους. Αν η RAF δρούσε στη Λατινική Αμερική, δεν θα τους γνωρίζαμε σαν «τρομοκράτες», παρά ως κάτι σαν Τουπαμάρος, μόνο και μόνο επειδή θα είχαν μεγαλύτερη κοινωνική αντιστοίχηση. Από μια άλλη άποψη, η «ομάδα Μπάαντερ-Μάινχοφ» αποτελεί ασφαλώς την αντιφασιστική συνείδηση της σύγχρονης γερμανικής κοινωνίας. Τη συνεισφορά της αυτή καμιά παραχάραξη της Ιστορίας δεν μπορεί να αποσιωπήσει. Γιατί από την ίδρυσή της η RAF θεώρησε ιστορικό της χρέος τον αγώνα κατά της επαπειλούμενης αναβίωσης του ναζιφασισμού στη χώρα που ήδη τον είχε εκθρέψει μια φορά.
Σίγουρα δεν μπορεί να γίνει αποτίμηση εν συντομία μιας τέτοιας πολιτικής δράσης που μάλιστα παρόμοιά της υπήρξε σε πολλές χώρες. Μπορούμε όμως να αποτιμήσουμε αυτή την ταινία. «Μικρή» από κάθε άποψη, μπορεί να καυχηθεί μόνο για τα μεγάλα πλήθη και την πλούσια αναβίωση των δεκαετιών του `60 και του `70. Θα παίξει τον ύπουλο ρόλο της, όμως ένα δεν μπορεί να κάνει. Να αμαυρώσει την εικόνα αυτών των Ανθρώπων που με τη δράση τους επαναπροσδιόρισαν τις έννοιες της αλληλεγγύης, της αυταπάρνησης, του μέχρι το τέλος αγώνα ενάντια στην αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό.
ΜΑΤΕΟ ΓΚΑΡΟΝΕ
Γόμορρα
Μια καλή στιγμή της φετινής κινηματογραφικής σεζόν και του ιταλικού σινεμά, προπάντων όμως μια ταινία που θρυμματίζει την καλογυαλισμένη βιτρίνα της γειτονικής χώρας, αυτό είναι τα «Γόμορρα». Ενα σύνθετο παζλ και χρονικό της δράσης της Καμόρα στα βόρεια της Νάπολης, μια τοιχογραφία της φτώχειας, της ανεργίας, της αμορφωσιάς, της υπανάπτυξης, του πρωτογονισμού και εν τέλει της εγκληματικότητας στην οποία έχει καταδικάσει το «κράτος της Ρώμης» τον ιταλικό νότο. Αν δει κανείς το θέμα συνειρμικά, όλη αυτή η δραστηριότητα με αντικείμενο τα ναρκωτικά, την πορνεία, τα τοξικά απόβλητα κ.λπ. είναι η μόνη διέξοδος που επιφυλάσσει ο καπιταλισμός για τα φτωχότερα και περιθωριακά τμήματα της κοινωνίας όπου γης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το ίδιο φαινόμενο είτε μιλάμε για τα γκέτο του Παρισιού, το κέντρο της Αθήνας, τις βραζιλιάνικες φαβέλες κ.ο.κ.
Θα μπορούσε να δει κανείς τα «Γόμορρα» σαν μια ακόμη γκανγκστερική ταινία. Ομως δεν είναι ακριβώς έτσι. Ο Γκαρόνε, βασισμένος στο ομώνυμο βιβλίο του δημοσιογράφου Ρομπέρτο Σαβιάνο, δημιουργεί μια λιτή, αυθεντική, ρεαλιστική ταινία, που δεν διστάζει να πει την αλήθεια σ` όποιον θέλει να την ακούσει. Αν πάλι κάποιος δεν έχει μάθει να ρωτάει ποτέ το γιατί, τότε δεν θα πάει πέρα από την επιφάνεια των ωμοτήτων που βλέπει.
Είναι κρίμα που ο Ματέο Γκαρόνε, παρά τις εμφανείς ικανότητές του στη διαχείριση της εικόνας, των πλάνων και των ηθοποιών, πλατειάζει σε πολλά σημεία της ταινίας του και χάνει το ρυθμό και το στόχο του, ειδικά στο πρώτο μέρος. Δεν θα δούμε επίσης την διαπλοκή του οργανωμένου εγκλήματος με το κράτος. Αυτό θα μπορούσε να εκληφθεί ως διδακτισμός και προφανώς δεν είναι στις προθέσεις ούτε του Γκαρόνε ούτε του Σαβιάνο. Καταφέρνει παρολαυτά να απεικονίσει τη σύγχρονη Μαφία, τη διασύνδεση και την επιρροή της με τον περιθωριακό φτωχόκοσμο του ιταλικού νότου, έτσι όπως δεν την έχουμε δει ποτέ ως τώρα. Και αυτό είναι ό,τι αξίζει σ` αυτή την ταινία.
ΓΕΡΖΙ ΣΚΟΛΙΜΟΦΣΚΙ
Τέσσερις νύχτες με την Αννα
Επιστροφή, μετά από δεκαεπτά χρόνια, ενός αξιόλογου κινηματογραφιστή, έστω κι αν η παρούσα ταινία του δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Η μελαγχολία της μοναξιάς και του ανομολόγητου έρωτα περιγράφονται από τον Σκολιμόφσκι με μια πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα αφήγηση, καθώς ο θεατής παρακολουθεί έναν περιθωριακό νέο σε μια αποξενωμένη επαρχιακή πόλη να βιώνει στα όρια ενός συγκινητικού παραλογισμού την αγάπη του για μια νοσοκόμα, εισβάλλοντας τις νύχτες στο σπίτι της και προσπαθώντας να δώσει νόημα στη δική του ζωή. Μια ταινία για τις ευαίσθητες ποιητικές εμμονές που γίνονται αντικείμενα όχι μόνο χλευασμού αλλά και της κρατικής βίας μερικές φορές…
⇒Αφιέρωμα σε σχετικά άγνωστες ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου παρουσιάζεται στην αίθουσα “Αφαία” από τις 30/10 ως τις 5/11. Αξίζει να πληροφορηθείτε τις καθημερινές προβολές, αφού είναι γνωστό ότι στα αφιερώματα ανακαλύπτει κανείς αξιόλογες ταινίες που δεν πρόκειται να προβάλλουν τα κυκλώματα διανομής.