Με ήττα των Χριστιανοδημοκρατών έληξαν οι εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία από τα δεκαέξι ομοσπονδιακά κρατίδια της Γερμανίας, την περασμένη Κυριακή. Επονται οι γενικές εκλογές για το γερμανικό κοινοβούλιο στις 27 Σεπτεμβρίου, που θα κρίνουν το μέλλον της καγκελαρίας.
Σε δύο από τα τρία κρατίδια, τη Σάρη και της Θουριγκία, οι Χριστιανοδημοκράτες έχασαν την απόλυτη πλειοψηφία. Ομως, οι Σοσιαλδημοκράτες του SPD δεν κατάφεραν να καρπωθούν τις χριστιανοδημοκρατικές απώλειες. Οι Φιλελεύθεροι (FDP) επωφελήθηκαν σημαντικά, όπως και η Αριστερά (Die Linke), το κόμμα του Λαφοντέν. Εντούτοις, στα γκάλοπ για τις γενικές εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν αμέσως μετά τις τοπικές εκλογές των τριών κρατιδίων, οι Χριστιανοδημοκράτες προηγούνται των Σοσιαλδημοκρατών με 12 ως 14 μονάδες διαφορά (36 – 22) και οριακά μπορούν να σχηματίσουν κυβερνητική πλειοψηφία σε συνεργασία με τους Φιλελεύθερους (14).
Η ατζέντα των εκλογών δεν μπορεί να είναι άλλη από την κρίση και την ανάπτυξη της οικονομίας. Η Γερμανία κάνει δειλά και διστακτικά βήματα προς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ και βέβαια πολλοί από την κυβέρνηση, όπως και ορισμένα μιντιακά συμφέροντα και καπιταλιστικοί όμιλοι σπεύδουν να πανηγυρίσουν για ανάκαμψη και έξοδο από την κρίση. Να καθησυχάσουν την εργατική τάξη ότι τα δύσκολα ήταν μέχρι εδώ, ενώ από εδώ και πέρα θα υπάρχει ανάπτυξη και πάγωμα των απολύσεων.
Οι δηλώσεις αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί εξωραΐζουν σκόπιμα μια εξόχως ζοφερή εικόνα. Αμέσως μετά τις εκλογές αναμένεται νέο κύμα μαζικών απολύσεων, ειδικά στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπου η χρηματοδότηση των αποσύρσεων αυτοκινήτων για αγορά νέων (αντίστοιχα μέτρα ανακοίνωσε στις αρχές του καλοκαιριού ο Καρμανλής) μόλις σταμάτησε. Επιπρόσθετα, από την αρχή του χρόνου η κυβέρνηση χρηματοδοτούσε επιχειρήσεις για τη διατήρηση προσωπικού με μειωμένο ωράριο απασχόλησης. Σ’ αυτή τη συγκυρία, οι βιομηχανίες δεν θέλουν να ανακοινώσουν άμεσα μέτρα «αναδιάρθρωσης» της παραγωγής τους, τουτέστιν μαζικές απολύσεις, για να μην επηρεάσουν τις εκλογικές εξελίξεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι την επομένη των εκλογών του 2005, η Siemens προέβη σε εκτεταμένες απολύσεις, της τάξης των χιλιάδων εργατών.
Το πολιτικό σύστημα στην Γερμανία εδώ και χρόνια βασίζεται σε κυβερνήσεις συνεργασίας μικρής πλειοψηφίας. Ομως, η συντηρητική ανασυγκρότηση του γερμανικού κεφαλαίου, ειδικά την περίοδο της κρίσης, απαιτεί κυβερνήσεις ισχυρές, που θα πάρουν «γενναία» αντιδραστικά μέτρα σαρώνοντας τα εργατικά κεκτημένα. Η άνοδος των Φιλελεύθερων ευνοεί το ενδεχόμενο μιας ισχυρής κεντροδεξιάς κυβέρνησης συνεργασίας. Ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών Σταϊνμάγιερ υπολείπεται της Μέρκελ στο εκλογικό προφίλ. Η Μέρκελ είναι «καταλληλότερη» για καγκελάριος, οπότε πρέπει να στηριχτεί.
Δυστυχώς, σε μια ιστορική συγκυρία σαν την σημερινή, όλα διαδραματίζονται με το γερμανικό προλεταριάτο αμέτοχο, να παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από τους δέκτες των τηλεοράσεων. Το πολιτικό σύστημα μπορεί να έχει τα προβλήματά του, αλλά η κρίση αυτή δεν πρόκειται ποτέ να βαθύνει χωρίς την ενεργό συμμετοχή των εργαζομένων στην ταξική πάλη.