Η Δικαιοσύνη, αυτή που είναι… υπεράνω τάξεων και δικάζει υπό το βλέμμα του Ναζωραίου, απεφάνθη: η απεργία στο λιμάνι του Πειραιά είναι παράνομη. Ενας δικαστής (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά) έκρινε και πάλι τι είναι νόμιμο σε ένα επεισόδιο της ταξικής πάλης. Δεν αναμενόταν διαφορετική απόφαση. Η Δικαιοσύνη έχει ευαίσθητες κεραίες. Ειδικά όταν πρόκειται για επεισόδια της ταξικής πάλης που αποκτούν πολιτικό χαρακτήρα και θέτουν σε διακινδύνευση τη δυνατότητα της κρατικής εξουσίας να επιβάλλει τη θέληση της άρχουσας τάξης, φροντίζει να επεμβαίνει καίρια και γρήγορα. Συχνά, οι αποφάσεις της είναι καθοριστικές, καθώς η συνδικαλιστική γραφειοκρατία -σαν έτοιμη από καιρό- περιμένει τη δικαστική απαγόρευση για να ανακρούσει πρύμναν, ενώ η κυβέρνηση εμφανίζεται ως δήθεν αμέτοχη.
Βέβαια, εν προκειμένω η κυβέρνηση είχε ήδη δώσει τη γραμμή, αναγορεύοντας την παραχώρηση του λιμανιού του Πειραιά στην Cosco σε θέμα ύψιστης εθνικής σημασίας και υποδεικνύοντας τους απερ- γούς ως υπονομευτές του εθνικού και κοινωνικού συμφέροντος. «Οι ολίγοι δεν μπορούν να θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των πολλών. Προέχει η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς», δήλωσε η Κατσέλη, φτύνοντας προκλητικά ακόμα και τους φορείς της περιοχής που είχαν ταχθεί κατά της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ. «Αν διαπραγματευτικός στόχος των λιμενεργατών είναι να ακυρώσουν τη σύμβαση ή και άλλες ανομολόγητες αξιώσεις, να βρουν το θάρρος να το πουν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Διαπραγμάτευση με αδιέξοδους ή ανομολόγητους πόθους δεν θα κάνουμε, πόσω μάλλον αν αρχίσει η οικονομία να υφίσταται βαρύτατες συνέπειες», δήλωσε ο Πάγκαλος. Τους ξεπέρασε όλους ο Πεταλωτής, μιλώντας για «δημόσιο συμφέρον, που είναι δυναμική της αγοράς»!
Η δικαστική απόφαση, λοιπόν, έπρεπε να προσαρμοστεί στην επίσημη κρατική γραμμή, όπως την διατύπωσαν τα κυβερνητικά στελέχη. Από τα δελτία Τύπου και τα αιτήματα των απεργών, απεφάνθη ο δικαστής, «υποδηλώνεται ο χαρακτήρας της προκείμενης απεργίας, ως πολιτικής». «Μόνη η ασαφής και αόριστη αναφορά στον κίνδυνο απώλειας εργατικών θέσεων 700 εργαζομένων και η εργασιακή αβεβαιότητα που αυτοί βιώνουν, χωρίς διασύνδεση με ορισμένο συνδικαλιστικής φύσεως αίτημα, δεν αρκεί για τη νομιμοποίηση της επίδικης απεργιακής κινητοποίησης», σημειώνει στη συνέχεια, για να καταλήξει: «Υπό τις συνθήκες που αυτή πραγματοποιείται προκύπτει ότι ο σκοπός της είναι να ασκηθεί πίεση από τους απεργούς στα αρμόδια πολιτειακά όργανα, προκειμένου να ανασταλεί η εγκατάσταση της αλλοδαπής εταιρείας στο λιμάνι του Πειραιά, δηλαδή η ματαίωση της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ».
Εδώ που τα λέμε, ποιος μπορεί να του δώσει άδικο στις εκτιμήσεις για το χαρακτήρα της απεργίας; Πολιτικός εξ ορισμού υπήρξε. Ελα όμως που από το νόμο πολιτική απεργία απαγορεύεται! Αλλο βέβαια εννοούν οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης όταν μιλούν για πολιτική απεργία και άλλο εννοεί η εργατική τάξη. Ομως, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, απολύτως υποταγμένη στην αστική νομιμότητα, σέρνεται στις δικαστικές αίθουσες και προσπαθεί ν’ αποδείξει πως έχει μόνο ειδικά συνδικαλιστικά αιτήματα, καταστώντας παράλληλα σαφές ότι δεν σκοπεύει να παραβιάσει τις δικαστικές αποφάσεις, ούτε άμεσα ούτε έμμεσα. Για παράδειγμα, αν η ΟΜΥΛΕ και η Ενωση Λιμενεργατών ήθελε να συνεχίσει την απεργία, δεν είχε παρά να απευθυνθεί στην ΑΔΕΔΥ και να της ζητήσει να κηρύξει αυτή 48ωρη απεργία στο χώρο, όπως έχει δικαίωμα. Δεν έκανε ούτε αυτό, το ελάχιστο, πόσο μάλλον να διακηρύξει ότι δεν αναγνωρίζει σε κανένα δικαστήριο το δικαίωμα να κρίνει τους εργατικούς αγώνες και να καλέσει την εργατική τάξη και το λαό σε μαζική συμπαράσταση, ώστε το εμπορικό λιμάνι να παραμείνει κλειστό.
Η απόφαση του Πρωτοδικείου στηρίζεται στην απόφαση 258/2008 (δευτεροβάθμια, τελεσίδικη) που είχε εκδοθεί επί ΝΔ και χαρακτήριζε τις τότε απεργιακές κινητοποιήσεις παράνομες και καταχρηστικές. Σύμφωνα με αυτή την απόφαση η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ δεν βλάπτει τα εργασιακά συμφέροντα των εργαζομένων, ενώ η απεργία τους θέτει «υπό αμφισβήτηση την συνταγματικώς κατοχυρωμένη ελευθερία της εργοδότιδος ΟΛΠ ΑΕ να χαράσσει η ίδια την επιχειρηματική πολιτική».Προχωρούσε και παραπέρα, μάλιστα, σημειώνοντας ότι η παραχώρηση του ΣΕΜΠΟ στην Cosco είναι «απολύτως αναγκαία διά την ανάπτυξη και επιβίωση του ΟΛΠ» και γι’ αυτό η απεργία ήταν καταχρηστική, «διότι επεδίωκε να εξαναγκάσει τον ΟΛΠ ΑΕ να εφαρμόσει άλλη επιχειρηματική επιλογή».
Διαφορετικές κυβερνήσεις, ίδια πολιτική. Και πάντα ίδια η λογική της «ανεξάρτητης» Δικαιοσύνης. Να διευκολύνει με τις αποφάσεις της την κυβερνητική πολιτική. Αλλά να διευκολύνει και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Πράγματι, ΟΜΥΛΕ και Ενωση Λιμενεργατών, λίγες ώρες αργότερα, αποφάσισαν τη λήξη (αναστολή την είπαν) της απεργίας για να κάνουν διάλογο με την κυβέρνηση, αποδεχόμενες την πρόταση του νέου προέδρου και διευθύνοντος συμβού-λου του ΟΛΠ, Γ. Ανωμερίτη. Σε διάλογο, άλλωστε, καλούσαν με ανακοινώσεις τους ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, λίγη ώρα πριν, στις οποίες βέβαια δεν παρέλειπαν να… καταγγέλλουν τη δικαστική απόφαση.