Η επανατοποθέτηση του παλαιστινιακού ζητήματος στη διεθνή σκηνή, μετά την 7η Οκτώβρη και όσα ακολούθησαν τα τελευταία δυο χρόνια, πυροδότησαν τη συγγραφή ενός μεγάλου αριθμού βιβλίων, αναλύσεων, άρθρων και δοκιμίων που έριξαν τους προβολείς της μνήμης σε όσα έχουν συμβεί τις τελευταίες οχτώ δεκαετίες στην πολύπαθη περιοχή, που συνέτριψαν την εικόνα του Ισραήλ και επαναπροσδιόρισαν την έννοια της αντίστασης και του ένοπλου αγώνα.
Παράλληλα, επανήλθαν στην επικαιρότητα δημοσιεύματα του παρελθόντος, αλλά και ιστορικά μυθιστορήματα, όπως αυτό του αιγυπτιο-γάλλου συγγραφέα Ζιλμπέρ Σινουέ (1947-) που, συνδυάζοντας τη λογοτεχνική πλοκή με τα ιστορικά γεγονότα, φωτίζει τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
«Η πνοή του γιασεμιού», που εκδόθηκε στην Ελλάδα πριν από δώδεκα χρόνια, ξεκινά το 1916 με την αφήγηση των συνεπειών της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το διαμοιρασμό των ιματίων της από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της εποχής, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία, και φτάνει μέχρι το 1958, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από επιτυχίες του αντιαποικιοκρατικού αγώνα όχι μόνο στην Αίγυπτο αλλά σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Μέσα από τα γεγονότα της ζωής τεσσάρων οικογενειών, μιας παλαιστινιακής, μιας εβραϊκής, μιας αιγυπτιακής και μιας ιρακινής, γίνεται ιστορική αναδρομή στις μυστικές συμφωνίες, συνθήκες και πολέμους που συνέβαλαν καθοριστικά στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και στις αντιδράσεις και εξεγέρσεις που ήδη από το 1919, με τη σύγκληση του Α΄ Παλαιστινιακού Εθνικού Συνεδρίου, πυροδοτήθηκαν στην περιοχή.
Η αφήγηση του Ζιλμπέρ Σινουέ ξεκινά με την υπογραφή της μυστικής Συμφωνίας Σάικς-Πικό (Λονδίνο, 16-5-1916), με την οποία η Βρετανία και η Γαλλία, αφού χρησιμοποίησαν τους ντόπιους αραβικούς πληθυσμούς για να εκδιώξουν τους Οθωμανούς από τη Μέση Ανατολή, κατόπιν μοίρασαν μεταξύ τους την περιοχή, αποκτώντας η μεν πρώτη την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία κλπ, η δε δεύτερη τον Λίβανο, τη Συρία κλπ.
Οι λογοτεχνικοί ήρωες του Σινουέ ανήκουν κυρίως στις ιθύνουσες τάξεις. Επομένως, η οπτική του γωνία όσο αφορά την ανάλυση και όλες τις κινητήριες δυνάμεις που επέδρασαν στις εξελίξεις είναι αδύναμη, ελλιπής και ανεπαρκής. Ωστόσο, παρατηρεί κανείς, με βάση τα ιστορικά γεγονότα, ότι αν και το μεγαλύτερο τμήμα αυτών των αστικών τάξεων συνεργαζόταν με τους νέους επικυρίαρχους, υπήρχαν ταυτόχρονα και εκπρόσωποι αυτών των τάξεων που προσέβλεπαν στην εθνική ανεξαρτησία των χωρών τους. Αυτό εξηγεί το ότι υπήρξαν περίοδοι, πχ στο Ιράκ ή την Αίγυπτο, που τα καθεστώτα δεν ήταν ξενόδουλα, σε αντίθεση πχ με την Ελλάδα που δεν γνώρισε καμιά ανάπαυλα ανεξαρτησίας.
Ο Σινουέ κάνει αναφορά στο ρόλο των πρακτόρων της ΜΙ6, Γερτρούδης Μπελ και Τ.Ε. Λόρενς, καθώς και σε πλήθος επιβεβαιωμένων ιστορικών γεγονότων της περιόδου 1916-1958, που δίνουν το περίγραμμα των μηχανορραφιών που καθόρισαν την τύχη της περιοχής. Γίνεται αναφορά στη μνημειώδη ομιλία του εκ των πρωτεργατών του σιωνισμού Χάιμ Βάισμαν, μετέπειτα προέδρου του Ισραήλ, ο οποίος κατά την επίσκεψη του στην Παλαιστίνη το 1907, για να διερευνήσει τις πτυχές της ίδρυσης εκεί του εβραϊκού κράτους, «αγκάλιασε» και καθησύχασε τους παλαιστίνιους ιθύνοντες, αποκρύπτοντας πλήρως τα σιωνιστικά σχέδια. Την ίδια τακτική ακολούθησε και ο μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπεν Γκουριόν, που οι αρχικές, δήθεν ειρηνικές και αγαθές προθέσεις του συνύπαρξης με τους Παλαιστίνιους, γρήγορα μετατράπηκαν στην περίφημη διακήρυξή του για τον μεθοδικό αποικισμό και την εκδίωξη των Αράβων από την περιοχή: «Πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να βεβαιωθούμε ότι οι Παλαιστίνιοι δεν θα ξανάρθουν ποτέ. Οι γέροι θα πεθάνουν και οι νέοι θα ξεχάσουν».
Ο Μπεν Γκουριόν, ο εγκληματίας πολέμου Μοσέ Νταγιάν και ο μετέπειτα φιλειρηνιστής (!!!) νομπελίστας πρωθυπουργός του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, συμμετείχαν αργότερα στην περιβόητη διάσκεψη με τη Βρετανία και τη Γαλλία στη γαλλική πόλη Σεβρ, στις 22-10-1956, όπου αποφασίστηκε, με πολεμική εμπροσθοφυλακή και εισβολέα στα αιγυπτιακά εδάφη το σιωνιστικό στρατό, η κατάληψη της διώρυγας του Σουέζ που είχε εθνικοποιηθεί από τον Νάσερ. Η παρέμβαση τότε της Σοβιετικής Ενωσης απέτρεψε την προέλαση του Ισραήλ και των γαλλοβρετανικών στρατευμάτων στην Αίγυπτο.
Την παραμονή και στη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, κυβερνητικοί παράγοντες του Ιράκ, αλλά και ο εγκαθιδρυμένος από τους βρετανούς μουφτής της Ιερουσαλήμ, Χατζ Αμίν Ελ Χουσεϊνί, συνεργάστηκαν με τους ναζί προσδοκώντας ότι μια πιθανή νίκη τους θα επέφερε το τέλος της βρετανικής επικυριαρχίας στην περιοχή. (Ο δολοφονημένος από τους σιωνιστές κομμουνιστής ηγέτης Γασάν Καναφάνι, στο βιβλίο του «Η μεγάλη εξέγερση του 1936-1939 στην Παλαιστίνη», επικρίνει αυτή την αντιδραστική παλαιστινιακή ηγεσία που εκτός των άλλων δυσφήμισε τον απελευθερωτικό αγώνα).
Είναι γεγονός ότι και στην Αίγυπτο η εισβολή του ιταλικού στρατού αντιμετωπίστηκε με ενθουσιασμό από τον λαό και ότι αργότερα, μετά την ανακατάληψη της Βεγγάζης από τον Ρόμελ, οι φοιτητές του παλαιότερου και μεγαλύτερου πανεπιστημίου στον ισλαμικό κόσμο, του διάσημου Αλ Αζχάρ (Αίγυπτος), ξεχύθηκαν στους δρόμους με το σύνθημα «Είμαστε στρατιώτες του Ρόμελ».
Τα αστικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, όπως και τμήμα του ΙRΑ εκείνη την περίοδο, ακολουθώντας μια κοντόφθαλμη πραγματιστική πολιτική, προσέτρεχαν και αναζητούσαν νέους προστάτες προκειμένου να αποτινάξουν τη βρετανική κηδεμονία. Ειδικότερα τα αραβικά καθεστώτα, με μια κοντόφθαλμη, πραγματιστική και υποτίθεται ευέλικτη διπλωματία της συμφοράς, απέτυχαν επανειλημμένα να κερδίσουν τις πολύπειρες ιμπεριαλιστικές αλεπούδες, που «διάβασαν» αμέσως τις αδυναμίες τους και εύκολα και γρήγορα τα οδήγησαν στον κατακερματισμό και την εξάρτηση.
Το βιβλίο του Σινουέ κάνει συνεχείς αναφορές στη δράση των παράνομων εποικιστικών επιχειρήσεων, όπως η Χόμα Ουμιγκτάλ, και παράνομων οργανώσεων, όπως η Χαάπαλα, που μετέφεραν μυστικά εβραίους στην Παλαιστίνη την περίοδο 1934-1948, με πλοία όπως τα SS Exodus, Darien II, Theodor Hertzl, Hagana ship κλπ.
Επίσης, κάνει αναφορές στην τεράστια τρομοκρατική δράση των σιωνιστικών οργανώσεων Στερν, Χαγκανά και Ιργκούν, με αποκορύφωμα τη βομβιστική ενέργεια της τελευταίας, με επικεφαλής τον μετέπειτα πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπέγκιν, στο γαλλικό προξενείο της Ιερουσαλήμ το 1946, όπου 96 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 100 τραυματίστηκαν. Στις 17-9-1948 η Στερν δολοφόνησε τον σουηδό επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΟΗΕ που επισκεπτόταν την περιοχή. Ηδη στις 29-11-1947, ο ΟΗΕ είχε αποφασίσει τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης (για την ιστορία: Ελλάδα και Κούβα ψήφισαν κατά).
Στις 14-5-1948 το Ισραήλ ανακήρυξε την ίδρυσή του. Ομως η Νάκμπα, με τους συνολικά 750.000 πρόσφυγες και τις πολλές δεκάδες σφαγές, είχε ξεκινήσει πολύ πιο πριν. Μόνο η κατάληψη της Χάιφα από τον Μπέγκιν στις 24-4-1948 είχε ως αποτέλεσμα 66.000 εκτοπισμούς. Την επομένη της διακήρυξης της ίδρυσης του Ισραήλ, πέντε αραβικές χώρες, η Συρία, η Αίγυπτος, ο Λίβανος η Ιορδανία και το Ιράκ, κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον του γνωρίζοντας την πρώτη ταπεινωτική ήττα.
Η υλοποίηση του σιωνιστικού σχεδίου βάδιζε από θρίαμβο σε θρίαμβο. Στην πραγματικότητα, η ίδρυση του Ισραήλ ήταν συνισταμένη και αποτέλεσμα της αποφασιστικής δράσης των πρωτεργατών-εμπνευστών του σιωνισμού, της δύναμης του εβραϊκού κεφαλαίου που δραστηριοποιούνταν κυρίως στο εμπόριο και σε τραπεζικές και άυλες χρηματιστηριακές «αξίες», της ώθησης που έδωσαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, κυρίως η Βρετανία και οι ΗΠΑ, που τη διαδέχτηκαν μετά το τέλος της Βρετανικής Εντολής τον Μάρτη του 1948, και των τρομοκρατών-σκαπανέων της Χαγκανά, της Στερν και της Ιργκούν, που άνοιξαν διάπλατα το δρόμο και αποτέλεσαν τον πανέτοιμο εμπειροπόλεμο πυρήνα του ισραηλινού στρατού. Σήμερα, στη Χάιφα υπάρχει Μουσείο αφιερωμένο στην Ha`pala και τη Hagana.
Είναι προφανές ότι το βιβλίο του Ζιλμπέρ Σινουά έχει την χρησιμότητα του για τον αναγνώστη που θέλει να πάρει μια γενική ιδέα για όσα έγιναν σε αυτή την περιοχή μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ομως, παρότι αναφέρεται εκτεταμένα στη βρετανική αποικιοκρατική πολιτική στη Μέση Ανατολή εκείνη την περίοδο, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια πολύπλευρη παρουσίαση, την ερμηνεία και όλα τα κίνητρα των γεγονότων που καθόρισαν την ιστορική εξέλιξη στην περιοχή.
Για παράδειγμα, προσπερνά εν τάχει την εξέγερση στην Παλαιστίνη εναντίον των Βρετανών την τριετία 1936-1939, η οποία όμως υπήρξε καθοριστική για όσα ακολούθησαν, δηλαδή την πλήρη συνθηκολόγηση των αραβικών καθεστώτων με το σιωνισμό, τις μετέπειτα ήττες τους, την παρακμή του τότε παλαιστινιακού εθνικού κινήματος και κυρίως την ίδρυση του σιωνιστικού κράτους.
Ο απαιτητικός αναγνώστης οφείλει να ανατρέξει σε αυθεντικές ιστορικές πηγές για να έχει μια σφαιρική αντίληψη όσων διαδραματίστηκαν εκείνες τις δεκαετίες, με απαραίτητο σταθμό το σημαντικό δοκίμιο του Γασάν Καναφάνι «Η Μεγάλη Εξέγερση του 1936-1939 στην Παλαιστίνη».
Ε.Σ.








