O Mητσοτάκης από τη Θεσσαλονίκη απηύθυνε ανοιχτή πρόσκληση στον Ερντογάν να συναντηθούν. «Υπάρχουν ευκαιρίες», είπε, υποδεικνύοντας και το μέρος που θα μπορούσαν να συναντηθούν: «Υπάρχει στην Πράγα η πρώτη συνεδρίαση της ευρωπαϊκής πολιτικής κοινότητας όπου είναι πιθανό να προσκληθεί η Τουρκία και εγώ δεν θα είχα πρόβλημα».
Την πρωτοβουλία για τη σύνοδο της Πράγας έχει ο Μακρόν, στον οποίο ανήκει και η ιδέα της «ευρωπαϊκής πολιτικής κοινότητας». Ο Μητσοτάκης δεν θα έκανε χαλάστρα στο σχεδιασμό του Μακρόν, τον οποίο μάλιστα θα επισκεπτόταν την επόμενη μέρα για ν’ αγοράσει κορβέτες, όμως δεν υπήρχε ανάγκη να πει κάτι δημόσια. Αν το έκανε, ήταν για να απευθύνει πρόσκληση συνάντησης στον Ερντογάν (αφού επί αμερικανικού εδάφους, στη Νέα Υόρκη, όπου θα μεταβούν και οι δύο για τη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, αποκλείεται να συναντηθούν). Ισως να θέλησε να ζητήσει εμμέσως και την παρέμβαση του Μακρόν για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας συνάντησης.
Η τοποθέτηση του Μητσοτάκη δεν άρεσε στον Δένδια, ο οποίος, με αφορμή την επίσκεψή του στη Βουλή για την επικύρωση από την Ολομέλεια των πρωτοκόλλων ένταξης στο ΝΑΤΟ της Σουηδίας και της Φινλανδίας (εγκρίθηκαν με ευρεία πλειοψηφία από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ), μάζεψε και τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες για off the record ενημέρωση, στην οποία κινδυνολόγησε δεόντως και σε μια αποστροφή του λόγου του, που φρόντισε να την τονίσει, είπε πως «η τουρκική ηγεσία έχει κάνει επιλογές που δεν αφήνουν κανένα πεδίο συνεννόησης».
Αμα δεν υπάρχει κανένα πεδίο συνεννόησης, τι νόημα έχει η δημόσια πρόσκληση του Μητσοτάκη προς τον Ερντογάν να συναντηθούν επί τσεχικού εδάφους ή οπουδήποτε αλλού; Είναι προφανές ότι ο υπουργός Εξωτερικών «άδειασε» τον πρωθυπουργό του. Κι αυτό δεν προέκυψε τυχαία, αλλά οργανώθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών.
Τι από τα δυο ισχύει; Ο Δένδιας θεωρεί πως ήρθε ο καιρός να βγει πιο μπροστά ως το στέλεχος της ΝΔ που θα διαδεχτεί τον οδεύοντα προς την ήττα Μητσοτάκη ή υπάρχει διαφορά τακτικής στο χειρισμό των ελληνοτουρκικών, που διαπερνά και τη ΝΔ; Και τα δύο.
Ο Δένδιας εμφανίζεται ως το πρόσωπο που θα συγκεντρώσει την υποστήριξη και των καραμανλικών και των σαμαρικών της ΝΔ, καθώς ο Αδωνις έχει ταυτιστεί πλήρως με τον Μητσοτάκη, ο Βορίδης δεν έχει δείξει αρχηγική στόφα και η Ολγα Κεφαλογιάννη (ναι, έπαιζε και αυτή για ένα φεγγάρι) έχει αποστασιοποιηθεί από τις κομματικές υποθέσεις και δεν μπορεί να καλύψει το χαμένο έδαφος (δεν γνωρίζουμε αν είναι αλήθεια, αλλά έχει γραφτεί πως έχει χάσει και την υποστήριξη του θείου Βαρδή).
Για να παίξει με αξιώσεις το ρόλο του δελφίνου, με την υποστήριξη των δύο πρώην πρωθυπουργών που διατηρούν ομάδες αναφοράς στο στελεχικό δυναμικό της ΝΔ, ο Δένδιας επέλεξε στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής την ονομασθείσα «γραμμή Μολυβιάτη». Αυτή η γραμμή συνοψίζεται στα εξής: δεν ακουμπάμε τα ελληνοτουρκικά γιατί δεν μας συμφέρει. Αμα πάμε σε διεθνές δικαστήριο, θα αναγκαστούμε να κάνουμε παραχωρήσεις. Μπλοκάρουμε κάθε διαδικασία διαπραγμάτευσης με εύσχημο τρόπο. Ποιος είναι αυτός; Δεν συζητάμε οτιδήποτε άλλο πέραν της υφαλοκρηπίδας, με τη βεβαιότητα ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να δεχτεί αυτό το στένεμα της διαπραγμάτευσης. Γενικώς, παίζουμε καθυστέρηση αφήνοντας το χρόνο να κυλάει. Κι άμα κάποια στιγμή μας στριμώξουν οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, βρίσκουμε τρόπο να τα κάνουμε όλα συμπούρδουλα, ρίχνοντας ταυτόχρονα την ευθύνη στην Τουρκία.
Αυτή η γραμμή έχει το πλεονέκτημα της «επικοινωνίας» με τον παραδοσιακό κόσμο της Δεξιάς που θέλει ντούρα εθνικοφροσύνη. Ταυτόχρονα, δεν διασαλεύει την τάξη στη Νοτιοανατολική Πτέρυγα του ΝΑΤΟ, καθώς η Ελλάδα δεν αφίσταται ούτε στο ελάχιστο των συμμαχικών της υποχρεώσεων. Ανταποκρίνεται και με το παραπάνω, όπως δείχνει και το υψηλότατο ποσοστό του ΑΕΠ που διοχετεύεται σε στρατιωτικές δαπάνες.
Αυτήν τη γραμμή ακολουθούσε και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου που μεθοδικά είχε μπερδέψει τον αντιιμπεριαλισμό με τον αστικό εθνικισμό. Απόκλιση από τη γραμμή αυτή υπήρξε την περίοδο Σημίτη, όταν οι ευρωλιγούρηδες θεωρούσαν πως με τη μετατροπή της ΕΟΚ σε ΕΕ ήρθε η ώρα να υποχωρήσουν οι τοπικοί ανταγωνισμοί και τα ελληνοτουρκικά να αφεθούν προς επίλυση από τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Πλην όμως δεν κατάφεραν και πολλά πράγματα, καθώς η πολιτική τους ναυάγησε στα Ιμια.
Ο Καραμανλής ο νεότερος επανήλθε στην παραδοσιακή γραμμή: η μπάλα στην κερκίδα. Ο Γιωργάκης Παπανδρέου δεν πρόλαβε να δώσει δείγματα διαφοροποίησης από την παραδοσιακή γραμμή (αν και θα το ήθελε), ενώ ο σκληρός εθνικιστής Σαμαράς δεν είχε κανένα λόγο να παρεκκλίνει από τη «γραμμή Μολυβιάτη», ούτε τα εσωτερικά προβλήματα της μνημονιακής Ελλάδας επέτρεπαν πειραματισμούς σε πιο δεξιά κατεύθυνση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να χρησιμοποίησε όσο μπορούσε τους «μακεδονομάχους» των Πρεσπών στην πορεία του προς την κυβερνητική εξουσία, όμως αυτό το έκανε κατ’ ανάγκη. Προσωπικά είναι της «σχολής» του πατέρα του, που δε διαφέρει επί της ουσίας απ’ αυτήν των σημιτικών. Είναι της «σχολής» του «δώστα όλα».
Στην πράξη, βέβαια, δεν μπορούσε να «δώσει» τίποτα, όμως σε επίπεδο πολιτικής ρητορικής κινούνταν σε μια κατεύθυνση εντελώς διαφορετική απ’ αυτήν του έξαλλου εθνικισμού. Για παράδειγμα κάνει λόγο για «θαλάσσιες ζώνες», βάζοντας μέσα και τα χωρικά ύδατα. Χαρακτηρίζει την περιοχή ανάμεσα στα 6 και στα 12 μίλια στο Αιγαίο «μη οριοθετημένη περιοχή, όπου Ελλάδα και Τουρκία διεκδικούν δικαιώματα».
Γι’ αυτές του τις διατυπώσεις έχει επικριθεί κατ’ επανάληψη από αρθρογράφους που… «φυλάττουν Θερμοπύλες», ενώ του την έχει πέσει άγρια (χωρίς να τον κατονομάσει) όχι μόνον ο Σαμαράς, αλλά και ο Καραμανλής που παράτησε το ραχάτι του για να εκφωνήσει σχετική ομιλία.
Πάνω σ’ αυτήν τη διαφοροποίηση της τακτικής πατάει εδώ και καιρό ο Δένδιας, εμφανιζόμενος ως αυθεντικός και ανυποχώρητος εκφραστής της «γραμμής Μολυβιάτη». Οταν έστησε το επεισόδιο της λεκτικής αντιπαράθεσης με τον Τσαβούσογλου, είδε με πίκρα τον Μητσοτάκη να προσπαθεί να του αρπάξει τη μπουκιά από το στόμα, με τη δήλωση κύκλων του Μαξίμου ότι ο υπουργός Εξωτερικών ενήργησε έτσι εκτελώντας εντολή και οδηγίες του πρωθυπουργού. Μαζί με την πίκρα, όμως, ήρθε και η ικανοποίηση της επιβεβαίωσης ότι ο Μητσοτάκης πονάει στο συγκεκριμένο θέμα.
Ετσι, ένας πολιτικός που ουδέποτε εμφανίστηκε σαν σκληρός δεξιός και καλλιεργούσε πάντοτε ένα εκσυγχρονιστικό, ευρωπαϊκό προφίλ, εμφανίζεται πλέον ως εκπρόσωπος της πιο σκληροπυρηνικής Δεξιάς, εκτοπίζοντας κάτι Γεωργιάδηδες και κάτι Βορίδηδες, που ως ακροδεξιοί θα είχαν περισσότερα… προσόντα σ’ αυτόν τον τομέα. Ομως, είπαμε, ο Γεωργιάδης έχει ταυτιστεί με τον Μητσοτάκη, περιμένοντας ότι κάποια στιγμή θα πάρει το δαχτυλίδι, ενώ ο Βορίδης το έχει πάρει απόφαση ότι δεν θα μπορέσει να διεκδικήσει την αρχηγία της ΝΔ, λόγω του τσεκουροφόρου παρελθόντος του.
Π.Γ.