«Τι θέλουν να πουν μ’ αυτό; Οτι η κυβέρνηση καταπιέζεται από τους “ξένους”. Οτι οι αστοί, τα μονοπώλια, όπως και ο λαός, καταπιέζονται από τους ξένους. Εξαφάνισαν, λοιπόν, την ταξική αντίθεση και τη μετέτρεψαν σε εθνική, ή, καλύτερα, αστικοεθνική (…) Ασε που η υπεράσπιση του έθνους στον καπιταλισμό σημαίνει υπεράσπιση του κεφαλαίου, αλλά ιδιαίτερα στην εποχή του ιμπεριαλισμού, της ανισόμετρης ανάπτυξης και της έντασης της διεθνοποίησης, εκτός από ουτοπία, αυτή η πολιτική υποτάσσει το λαό στο κεφάλαιο (…) Με την υποτίμηση του νομίσματος έξω από την Ευρωζώνη ποιος θα ωφεληθεί; Ο λαός ή το κεφάλαιο; Το κεφάλαιο».
Τα παραπάνω προέρχονται από ολοσέλιδο άρθρο που δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» στις 28 Δεκέμβρη. Περισσός εναντίον Περισσού; Ο πολιτικός φορέας που σκίζεται για τα «εθνικά θέματα» ξαφνικά ανακάλυψε ότι «η υπεράσπιση του έθνους στον καπιταλισμό σημαίνει υπεράσπιση του κεφαλαίου»;
Μην ανησυχείτε, δεν απέκτησε ξαφνικά ταξική στάση ο Περισσός. Απλά, πρέπει να πολεμήσει τους άλλους. Εκείνους που τους κατηγορούν για ρεφορμισμό, όπως ο Ρ. Ρινάλντι της ΚΟΕ, απάντηση σε άρθρο του οποίου αποτελούσε το άρθρο του «Ριζοσπάστη». Ο αρθρογράφος του Περισσού, με άνωθεν έγκριση προφανώς, έκανε την καρδιά του πέτρα και επέστρεψε σε μερικές απλές μαρξιστικές αλήθειες, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν ως ένα ιντερμέδιο ανάγκης. Κατά τα άλλα, ο Περισσός παραμένει συνεπής στην «εθνική» γραμμή του. Αλλωστε, η Λιάνα καραδοκεί…
Να για παράδειγμα, την επόμενη κιόλας μέρα, η εφημερίδα του Περισσού φιλοξενούσε ένα επαινετικότατο σχόλιο για επιστολή του πρέσβη επί τιμή Θ. Στοφορόπουλου στην «Καθημερινή». Γνωστός αστέρας του «εθνικού τόξου» ο Στοφορόπουλος, την έπεσε στον συνάδελφό του Ι. Μπεβερέτο, ο οποίος από τις στήλες της ίδιας εφημερίδας ζήτησε περίπου το θέσιμο του Περισσού εκτός νόμου. Ο Στοφορόπουλος και για την «εθελοδουλεία» των ελληνικών κυβερνήσεων μίλησε και τον Περισσό υπερασπίστηκε, «που δεν παύει να επισημαίνει την εκεί (σ.σ. στο Αιγαίο) απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων του ελληνικού κράτους».
Πέρα απ’ αυτό το σχόλιο, το οποίο καθαρά ενδεικτικά παρατίθεται, λίγες μέρες αργότερα είχαμε την Παπαρήγα να εμφανίζεται σφόδρα ανησυχούσα εθνικώς, εξαιτίας της μετάβασης Παπανδρέου στην Τουρκία. Απλά έχουμε να κάνουμε με τις αναγκαστικές αντιφάσεις στην πολιτική ενός οπορτουνιστικού και χωρίς αρχές κόμματος, που έχει καταντήσει το μαρξισμό καρικατούρα. Θυμάται κάποιες γενικές αλήθειες για να πολεμήσει τους «όμορους» οπορτουνιστές, τοποθετούμενο στ’ αριστερά τους, ενώ την ίδια στιγμή συνεχίζει να ασκεί αστική πολιτική, στο όνομα «της Ελλάδας» και των «εθνικών της συμφερόντων».
Πέρα, όμως, από τον οπορτουνισμό του Περισσού, υπάρχει ένα γενικότερο ζήτημα, το οποίο πρέπει να μας απασχολήσει και θα μας απασχολήσει σε επόμενα φύλλα της «Κ». Πρόκειται για την αντιμετώπιση της σχέσης ελληνικής κυβέρνησης – τρόικας και για τη διεξοδολογία που αναπτύσσεται από διάφορες κατευθύνσεις και που πλασάρεται σαν «αριστερή πρόταση». Μια διεξοδολογία που ήδη κάνει ζημιά και πρέπει ν’ απασχολήσει το ιδεολογικό μας μέτωπο.
Είναι δυνατόν ν’ αναζητούνται λύσεις από τη σκοπιά «της Ελλάδας», δηλαδή από εθνική σκοπιά; Είναι δυνατόν να γίνονται προτάσεις διαχείρισης στο πλαίσιο του καπιταλισμού; Είναι δυνατόν να παρακάμπτεται ή να παραβλέπεται το ζήτημα της εξουσίας ως κομβικό ζήτημα σε κάθε οικονομική πρόταση; Αυτά είναι τα ερωτήματα που πρέπει να τεθούν και ν’ απαντηθούν από τη σκοπιά της εργατικής επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού.
Π.Γ.