Η ταινία του Γαβρά είναι απλώς γελοία. Απ' όλες τις απόψεις. Και καλλιτεχνικά. Το σενάριο αφελέστατο και απόλυτα προβλέψιμο, η φωτογραφία τηλεοπτικής αισθητικής (ακόμα και ο έμπειρος Γιώργος Αρβανίτης δεν κατάφερε να δώσει κάτι σ' αυτή την εντελώς «φλατ» κινηματογράφηση) και η μουσική του Αλεξάντρ Ντεσπλά (που τον έκαναν και γραμματόσημο) απ' αυτές που βάζουν στις Greek Tavern των ευρωπαϊκών πόλεων, αναπαράγοντας εκφυλιστικά το στερεότυπο που δημιούργησε κάποτε με τον «Ζορμπά» ο Κακογιάννης. Αν ο Γαβράς δεν είχε φτιάξει ένα όνομα και αν η παραγωγή δεν ήταν κυρίως γαλλική, ούτε έξω δε θα πέρναγε από τις Κάννες (ως γνωστόν, δεν έγινε δεκτή στο διαγωνιστικό τμήμα, προβλήθηκε όμως σε μια από τις παράλληλες εκδηλώσεις του Φεστιβάλ). Ειδικά το φινάλε, θύμιζε μιούζικαλ του μακαρίτη του Δαλιανίδη. Το έβλεπες και έλεγες «τώρα θα πεταχτεί ο Βαγγέλης Σειληνός»…
Μια από τις βασικές αδυναμίες της ταινίας, όμως, αποτελεί την (όποια) πολιτική της δύναμη. Στην ταινία υπάρχει μόνο ένας χαρακτήρας: ο Βαρουφάκης, δουλεμένος λεπτομερειακά από τον Λούλη, το μόνο ηθοποιό με τον οποίο πρέπει να ασχολήθηκε ο σκηνοθέτης. Ολοι οι άλλοι ρόλοι (Τσίπρας, Δραγασάκης, Τσακαλώτος, Παππάς και σία, αλλά και Σόιμπλε, Ντεϊσελμπλούμ, Σαπέν, Λαγκάρντ, Ντράγκι και σία) είναι απλώς καρικατούρες. Γελοία ανθρωπάκια, που γουρλώνουν τα μάτια, συμπεριφέρονται σαν σκουλήκια, πετάνε βλακώδεις ατάκες και υπάρχουν μόνο για να αναδεικνύουν το μεγαλείο του «Υianis». Οι ηθοποιοί έχουν αφεθεί ακαθοδήγητοι να αυτοσχεδιάσουν με βάση τη βασική ιδέα που τους δόθηκε για το ρόλο (ο Τσίπρας ένας χωριάτης που κοιτάζει εκστασιασμένος το Μπερλεμόν, σαν παιδί που ο μπαμπάς του το πήγε πρώτη φορά στο γήπεδο, ο Σόιμπλε κακιασμένος, ο Δραγασάκης να ενδιαφέρεται μόνο για ταραμά, η Λαγκάρντ να έχει τσιμπηθεί με τον «Υianis» και να τον κοιτάζει με λατρεία κτλ. κτλ.). Ετσι, ο κινηματογραφικός Βαρουφάκης είναι ο μόνος έξυπνος, μορφωμένος, ανιδιοτελής, αδιάφορος για την εξουσία, εμμονικός με τις αρχές, ευέλικτος στις διαπραγματεύσεις, ικανός να τραβάει στο σωστό χρόνο και στο σωστό σημείο τις κόκκινες γραμμές. Ενας υπερήρωας που τα βάζει με ένα σάπιο κόσμο και ηττάται, χωρίς όμως να ηττηθούν και οι ιδέες του. Ακόμα και ο εμφανής ναρκισσισμός του έχει εξαφανιστεί από το ρόλο που παίζει ο Λούλης.
Αυτό που εμάς μας φαίνεται μπουρδολογία και μας προκαλεί γέλια (χαχανίσαμε αρκετές φορές στη διάρκεια της ταινίας) για έναν κόσμο με το κεφάλι γεμάτο με τις ιδέες της «πλατείας» (η οποία ως γνωστόν έκανε «νοματαίο» τον έως τότε παντελώς άγνωστο Βαρουφάκη), ίσως να είναι επιβεβαίωση της σύγχυσης που ακόμα έχει μέσα στο κεφάλι του. Οπότε ο Βαρουφάκης αποκτά αυτοτελή πολιτική υπόσταση και ψηφοφόρους, που είναι και το ζητούμενο.
Οποιος αμφιβάλλει γι' αυτή την επισήμανση δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στο τετρασέλιδο πόνημα του Δημήτρη Ψαρρά στην ΕφΣυν του περασμένου Σαββάτου, υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο Το «Μνημόνιο» Βαρουφάκη-Γαβρά, που προσπαθεί να αποδομήσει το βιβλίο του Βαρουφάκη και την ταινία του Γαβρά, παρουσιάζοντας την mainstream συριζαϊκή εκδοχή των γεγονότων του πρώτου εξάμηνου του 2015 για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «η λύση που έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας στην οδυνηρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές ήταν η μόνη ορθή επιλογή για τη χώρα»!
Αποδομώντας το αφήγημα του Βαρουφάκη, ο Ψαρράς προσπαθεί να αποδυναμώσει πολιτικά την ταινία του Γαβρά. Αν στο επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε ανησυχία για τον αντίκτυπο της ταινίας σ' έναν κόσμο που πίστεψε στις κάλπικες υποσχέσεις της αδίστακτης συριζαϊκής κλίκας και αισθάνεται προδομένος (μ' αυτό το αίσθημα παίζει -εξίσου αδίστακτα- ο Βαρουφάκης), δε θα χυνόταν τόσο μελάνι από τη ναυαρχίδα του συριζαϊκού τύπου.
Π.Γ