Ο γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, ο οποίος ονειρεύεται τον εαυτό του ως… Ναπολέοντα της ειρήνης, ως… μέγα αναμορφωτή της Ευρώπης, δήλωσε πρόσφατα ότι «τα πραγματικά σύνορα της Ευρώπης» είναι εκείνα που χωρίζουν τους «προοδευτικούς» από τους «εθνικιστές» και ότι η σύγκρουση αυτών των δύο ρευμάτων θα αποτελέσει το επίκεντρο των εκλογών για το Ευρωκοινοβούλιο το 2019. Είπε και άλλα, αναφερόμενος στη συμφωνία του Ιούνη μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας, η οποία αποτελεί «πραγματική πρόοδο», καθώς «επιτρέπει να θέσουμε τις βάσεις ενός προϋπολογισμού της Ευρωζώνης» και να εφαρμοστεί «ενιαία αμυντική πολιτική», όμως εμείς θα μείνουμε στον μανιχαϊστικό διαχωρισμό: «προοδευτικοί» VS «εθνικιστές».
Ως γνωστόν, ο μεσιέ Μακρόν… δεν είναι εθνικιστής. Το… διεθνισμό του τον απέδειξε με την πρώτη επίσκεψή του ως πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, η οποία έγινε στα γαλλικά στρατεύματα. Οχι σε κάποιο στρατόπεδο εντός Γαλλίας, αλλά στο Μάλι της Δυτικής Αφρικής, όπου περίπου 4.000 στρατιώτες της διαβόητης «Λεγεώνας» έχουν καταλάβει τη μισή χώρα. Είπαμε, όμως, ο μεσιέ Μακρόν… δεν είναι εθνικιστής.
Για την ακρίβεια, ο Μακρόν (και όχι μόνον αυτός) είναι ιμπεριαλιστής. Και ο ιμπεριαλισμός εμπεριέχει τον εθνικισμό, αφού στηρίζεται στην εξαγωγή κεφαλαίου σε εκτός εθνικού χώρου εδάφη και στην κατοχή σφαιρών επιρροής, είτε με οικονομικά και πολιτικά είτε και με στρατιωτικά μέσα.
Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, η αντίθεση που προβαλλόταν μπροστά στα μάτια των ευρωπαίων ψηφοφόρων ήταν η «πρόοδος» ενάντια στη «συντήρηση», που εκφράζονταν πολιτικά μέσω της σοσιαλδημοκρατίας και των χριστιανοδημοκρατικών ή συντηρητικών κομμάτων, αντίστοιχα. Τώρα, η γραμμή μετακινήθηκε. Οι παλαιοί αντίπαλοι έγιναν… συμμαχητές στο στρατόπεδο της «προόδου», έχοντας απέναντί τους τους «εθνικιστές», τους οποίους μέχρι πρότινος αποκαλούσαν απλά «ευρωσκεπτικιστές». Ετσι, στο στρατόπεδο της «προόδου» βρίσκονται ο Μακρόν, η Μέρκελ, ο Σολτς, αλλά και ο «αριστερός» Τσίπρας με τον ακροδεξιό Καμμένο, και οι «αριστεροί σοσιαλιστές» Σάντσεθ. Και από την «άλλη πλευρά» βρίσκονται ο καραδεξιός Ορμπαν, ο ακόμα πιο καραδεξιός Κουρτς, ο νεοφασίστας Σαλβίνι, αλλά και οι «ριζοσπάστες» Γκρίλο και Ντι Μάιο (οι τελευταίοι, ως γνωστόν, συγκυβερνούν πλέον στην Ιταλία).
Ποιο είναι το κριτήριο μετακίνησης των πολιτικών συνόρων; Οι σχέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες (ανάμεσα στον ηγεμονικό γερμανο-γαλλικό άξονα και σε άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες, όπως η Ιταλία, η Βρετανία, η Αυστρία) και οι σχέσεις ανάμεσα σε κάποιες εξαρτημένες χώρες και τις ιμπεριαλιστικές χώρες.
Δε θα δυσκολευτεί κανείς να φτάσει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για τυπική εκδήλωση πολιτικού οπορτουνισμού. Δεν υπάρχει, όμως, αστική πολιτική χωρίς οπορτουνισμό. Οι συμμαχίες αλλάζουν ακόμα και στις πολιτικές αναμετρήσεις, πόσω μάλλον σε περιόδους στις οποίες κυριαρχεί ο οικονομικός ανταγωνισμός χωρίς άμεση χρήση στρατιωτικής βίας. Γαλλία και Γερμανία βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα σε δυο παγκόσμιους πολέμους, όμως από τότε που διαμορφώθηκε ο γερμανο-γαλλικός άξονας, παραμένει ισχυρός, ανεξάρτητα από το πολιτικό χρώμα των κυβερνήσεων στις δυο χώρες. Ο βασικός αντίπαλος της δεξιάς Μέι, που προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση του Brexit, είναι η εξίσου δεξιά Μέρκελ.
Οπως η παλιά «αντίθεση» («πρόοδος» VS «συντήρηση»), έτσι και η νέα («πρόοδος» VS «εθνικισμός») είναι ψευδεπίγραφη. Ολα τα μέρη αυτών των αντιθέσεων («προοδευτικοί», «συντηρητικοί», «προοδευτικοσυντηρητικοί», «εθνικιστές») αποτελούν όψεις του αστικού Ιανού. Η βασική αντίθεση που διαπερνούσε και εξακολουθεί να διαπερνά (και) την Ευρωλάνδη είναι η αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη. Μόνο που ο πόλεμος στη βάση αυτής της αντίθεσης εξακολουθεί -δυστυχώς- να είναι μονόπλευρος. Τον διεξάγουν σχεδόν χωρίς αντίσταση, οι δυνάμεις του κεφαλαίου.
Π.Γ.