Δεν είμαστε στουρνάρια, κυρ-Γιάννη Στουρνάρα – Αν-αλητ-ικότητα Στουρνάρ’
Αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή = φασίστες, δολοφόνοι, νταβατζήδες και τάξη αστική
Εχω ένα δέντρο μέσα μου/ που το φυτό του το κουβάλησα απ’ τον ήλιο,/ ψάρια φωτιάς τα φύλλα του λικνίζονται/ Σαν τα πουλιά οι καρποί του κελαϊδάνε…/ Ασάλευτος ο χρόνος μένει μέσα μου/ Σαν ένα ευωδιαστό κόκκινο ρόδο/ Ας τον λογιάζουν για Παρασκευή κι αύριο για Σάββατο/ Εμένα ας με ξεχνούν, κι αν λίγος ή πολύς μου μένει/ καθόλου δε με μέλει. (Ναζίμ Χικμέτ: «Εχω ένα δέντρο μέσα μου»).
Ε, όχι και το «σωματίδιο του θεού» βρε, «αθεόφοβοι»!
Ψειριάρη κουφάλα, έρχεται κρεμάλα!
Κρύο: ποιο ινβέρτερ, δυο κουβέρτερ
Δεν είδαμε καμιά διαφήμιση της «παγκόσμιας ημέρας αποταμίευσης»…
Και άμα βγείτε στο βουνό/ και στο κλαρί σα βγείτε/ την έννοια τη διπλή να θυμηθείτε/ πουστέκεστε κλαρίνο στ’ αφεντικό/ ω, χρυσαυγίται (yes, yes it’s a «NEW DREAM»)
♦ Τζουράς ή (κ) παρκ.
♦ «Με περισσότερη συνέπεια από οποιονδήποτε άλλο ποιητή και δραματουργό του αιώνα του ο Μπέρτολτ Μπρεχτ στοχάστηκε πάνω στις κοινωνικές λειτουργίες της μουσικής. Τα ποιήματα, τα θεατρικά έργα, τα κείμενα και οι θεατρικές παραγωγές του έχουν επηρεάσει πολλούς συνθέτες, μουσικούς και σκηνοθέτες. Ασκησε οξεία κριτική στην παραδοσιακή ρομαντική και επεξηγηματική λειτουργία της μουσικής και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη νέων μοντέλων, και όχι μόνο στο πεδίο του μουσικού θεάτρου. Ο Μπρεχτ κατείχε, όπως εξήγησε κάποτε ο Χανς Αισλερ, "μια τεράστια μουσικότητα, χωρίς τεχνικές δεξιότητες". Μετά από μαθήματα πιάνου και βιολιού, και αφού εξασκήθηκε νωρίς στην αρμονία και την αντίστιξη, σχεδίαζε για σύντομο χρονικό διάστημα να γίνει μουσικοκριτικός. Παρά τη χοντροκοπιά, που πολλές φορές επιδείκνυε ανοιχτά εκείνη την περίοδο, ήταν άνθρωπος που αντιδρούσε με μεγάλη ευαισθησία στους ήχους και τους θορύβους. Οταν η γιαγιά του του διάβαζε αποσπάσματα από τη Βίβλο ή όταν οι φίλοι του του έπαιζαν κλασική μουσική, ήταν πολύ προσεκτικός ακροατής. Η ευαισθησία με την οποία αντιδρούσε στη μουσική, ακόμα και ως μαθητής, μπορεί να διαπιστωθεί και από ένα επεισόδιο που αφηγείται ο συμμαθητής του Georg Geyer. Οταν ο Geyer έπαιξε κάποτε γι’ αυτόν το αργό μέρος της Σονάτας σε Φα-Μείζονα KV280 για πιάνο του Μότσαρτ, ο Μπρεχτ αυθόρμητα εμπνεύστηκε τη σύνθεση ενός ποιήματος για το θάνατο, το οποίο στη συνέχεια προσάρμοσε στη μουσική. Ακουγε οργανική μουσική με την έννοια ενός συμφωνικού ποιήματος, δηλαδή ως απόλυτα ποιητικό-προγραμματική. Η οργανική μουσική διήγειρε την "klangbilderphantasie" του (από τον Χάινε, τη "φαντασία ηχητικών εικόνων"), και έτσι έγινε πηγή της καλλιτεχνικής του παραγωγικότητας». (Albrecht Dumling: «Πρότυπα για κριτική παραλλαγή και τροποποίηση» – στο «Μπέρτολτ Μπρεχτ – κριτικές προσεγγίσεις», Στάχυ 2002).
♦ Η δεσποσύνη και η… βεμποσύνη (στους Μ.Γ. και Σ.Γ.).
♦ «Ενοπλες δυνάμεις – Σώματα Ασφαλείας – Οι εν ενεργεία και οι απόστρατοι να απομονώσουν τη Χρυσή Αυγή». (Ριζοσπάστης, 8-10-13). Σταθερή η γραμμή: Ο Περισσός απευθύνεται στους μπάτσους και τους καραβανάδες κάνοντας σπέκουλα με την περίοδο κατοχής. Φτύστε τους! (σταθερά στο «συνταγματικό τόξο»). Οχι, που θάκρυβαν τις αγάπες τους…
♦ «Να την εκδιώξουμε τη Χρυσή Αυγή και καλώς θα πράξουμε. Εκείνον το φασισμό που λανθάνει μέσα σε όλους μας πώς θα αντιμετωπίσουμε;» Αγωνιώδες ερώτημα του Γ. Σταματόπουλου (ΕφΣυν, 7-10-13). Οταν η πολιτική υποκαθίσταται από την ψυχολογία (κάποιοι τυραννιώνται ακόμα από τον Β. Ράιχ) άσ’ τα μεγάλε, μπαρμπούτσαλα τάκανες.
♦ Μπάτσοι αφροχιονισμένοι στο Βέλγιο (τώρα αν… άφρισαν απ’ το κακό τους, ας μη γίνονταν μπάτσοι). Γεια στα χέρια σας (και τον αφρό σας) ωρέ πυροσβέστες!
♦ Δεν πρωτοτύπησε η βενιζελοσαμαροκυβέρνηση με την επιστράτευση των (μη) απεργούντων καθηγητών: στην Ελλάδα, προτού καν δημιουργηθεί εργατική τάξη, εν έτει 1883, φτιάχνεται νόμος που χαρακτηρίζει σαν αδίκημα την «εκ συστάσεως αποχήν εκ της εργασίας επί σκοπώ ισχυροποιήσεως αξιώσεων» – δηλαδή νομοθετική καταστολή, γιατί των φρονίμων τα παιδιά τους εργάτες τους φοβούνται.
♦ Επειδή σχετικά πρόσφατα ανακάλυψαν τον ρεβιζιονισμό στις (διεθνείς) γραμμές τους οι του Περισσού, να τους θυμίσουμε τα συγχαρητήρια για την «εκλογική επιτυχία του ΚΚΕ» το 1981 εκ μέρους των ευρωκομμουνιστών και πρωτεργατών του ιστορικού συμβιβασμού «ΚΚ Ιταλίας», «ΚΚ Γαλλίας» και «ΚΚ Ισπανίας», με ονόματα όπως Σ. Καρίγιο, Ζ. Μαρσαί, Ε. Μπερλίνγκουερ (οι πάπες του «δημοκρατικού σοσιαλισμού»…).
♦ Αλλο η πράξη κι άλλο η είσπραξη.
♦ Οι σκάλες που φυσάνε λέγονται… φουσκάλες (κρυάδες ενώ αυξάνεται το κρύο).
♦ Φασισμός = σταλινισμός (από την ΟΚΔΕ) – με τις ευλογίες του Ευρωκοινοβουλίου… Ομιλος Κατακαημένων Δυστυχούντων Εκλογολάγνων.
♦ Κάτω τα χέρια από τις μαθητικές καταλήψεις.
♦ Ενας κατάπτυστος πρόλογος των γνωστών αρθρογράφων της Καθημερινής Μαραντζίδη και Καλύβα στο βιβλίο του Σ. Δορδανά «Το αίμα των αθώων – Αντίποινα των γερμανικών αρχών κατοχής στη Μακεδονία, 1941-1944».
♦ «Και ο λαός θα είχε σαρώσει την πανούκλα της 4ης Αυγούστου αν η απειλή του Μουσολίνι-Χίτλερ δε συγκέντρωνε όλη την προσοχή του… Το εθνικό μέτωπο θα συγκεντρώσει όλους που καταλαβαίνουν ότι μόνο μία πραγματικά εσωτερική ενότητα θα επιτρέψει την πανελλαδική παλλαϊκή πανστρατιά, που με τη βοήθεια και του παγκόσμιου αντιφασισμού, θα χαλάσει τα σχέδια του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Μια τέτοια εσωτερική ενότητα είναι δυνατή μονάχα αν αποκατασταθεί εσωτερικά η λαϊκή λευτεριά και αν εξυπηρετηθεί το πραγματικό λαϊκό συμφέρο. Το ότι η μοναρχοφασιστική διχτατορία συνεχίζει την εσωτερική αντιλαϊκή της πολιτική, δείχνει για μια ακόμη φορά ότι δεν έχει καμιά απόλυτα σχέση με το εθνικό συμφέρο. Φοβάται περισσότερο τον ελεύθερο λαό από την εξωτερική φασιστική κατάχτηση. Και είναι έτοιμη να συνθηκολογήσει, να δεχτεί την κατάχτηση για να κρατήσει δούλο το λαό. Φοβάται σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά το ΚΚΕ, που τα πράματα το δικαίωσαν πάλι απόλυτα και στερέωσαν και πλάτυναν το πολιτικό του γόητρο. Γι’ αυτό και το χτυπά λυσσασμένα». (Νίκου Ζαχαριάδη: Πρόλογος στις «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», Αθήνα 1945, εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, γραμμένος στις 12-6-1939).
♦ Μα δεν υπάρχει θάνατος, δεν υπάρχει!…/ Μόνον η ησυχία είναι πάρα πολύ βαθιά,/ σαν ένα πράσινο/ απλωμένο δάσος./ Μόνον απομακρύνεσαι,/ μόνον ησυχάζεις/ μονάχα ηρεμείς,/ γίνεσαι μοναχός κι αόρατος./ Ω! δεν υπάρχει θάνατος, δεν υπάρχει!…/ Μόνο πέφτεις, μόνο πέφτεις,/ πέφτεις και πέφτεις/ στον γκρεμό του ατέρμονου κυανού!… (Στρέτσκο Κόσοβελ, από την «Ανθολογία Σύγχρονων Σλοβένων ποιητών», Αθήνα, 1972).
Βασίλης






