Δύο χιλιάδες δώδεκα. Μεγάλη κατηφόρα…
Χρέος μας η ανατροπή. Φωτιά-τσεκούρι, τώρα!
Πέρασαν οι μικρές εβδομάδες και φτάσαμε πλέον στη «μεγάλη», μέσα στα μικρά καλοκαίρια και τους ατέλειωτους χειμώνες, που λέει και το τραγούδι…
Μετά τον Αλκίνοο Ιωαννίδη και τον Μίλτο Πασχαλίδη, σειρά για να ανοίξει το στόμα του και να μιλήσει για τα προφανή είχε ο Διονύσης Τσακνής. Σε όλους αυτούς και πολύ περισσότερο στους άλλους που παραμένουν σιωπηλοί, θα θέλαμε να θυμίσουμε (ή ίσως και να γνωρίσουμε) τα παρακάτω λόγια: «Αν ο καλλιτέχνης δεν θέλει να είναι παπαγάλος ή μαϊμού, πρέπει να κάνει κτήμα του τη γνώση της εποχής του πάνω στην κοινωνική ζωή, παίρνοντας μέρος στους ταξικούς αγώνες. Μπορεί αυτό να φανεί σε μερικούς σαν κατάπτωση, μιας και τοποθετούν την τέχνη –αφού προηγουμένως έχει τακτοποιηθεί η αμοιβή– στις πιο ψηλές σφαίρες. Ομως, οι περισσότερες αποφασιστικές μάχες του ανθρώπινου γένους δίνονται πάνω στη γη, όχι στους αιθέρες και “έξω” στη ζωή, όχι μες στους εγκεφάλους. Κανείς δε μπορεί να υψωθεί πάνω από τις αντιμαχόμενες τάξεις, γιατί κανείς δε μπορεί να υψωθεί πάνω από τον άνθρωπο. Η κοινωνία δεν έχει κανένα κοινό μεγάφωνο όσο είναι χωρισμένη σε αντιμαχόμενες τάξεις. Ετσι, όσοι λένε πως δεν ανήκουν σε κόμματα και δεν ανακατεύονται στην πολιτική, σημαίνει πως ανήκουν στην άρχουσα τάξη» (Bertolt Brecht).
Προβοκάτορες και σκοτεινές δυνάμεις επιτέθηκαν στο πολιτικό γραφείο του Κώστα Σημίτη και το παρέδωσαν στις φλόγες. Λέμε για προβοκάτορες και σκοτεινές δυνάμεις όχι για να συνταχθούμε με το κόμμα (ένα είναι το κώμα), αλλά γιατί η ενέργεια αυτή επαναφέρει στην επικαιρότητα ένα «νεκρό» όνομα, όπως η αρχαιολογική σκαπάνη τις νεκρές γλώσσες ένα πράμα…
Είναι ελληνικά τα αμνοερίφια; Υπάρχει επάρκεια στην αγία αγορά; Θα κινηθεί; Θα μείνει στάσιμη; Ο τσακισμένος κοσμάκης δεν ξέρει κατά πού να τραβήξει, αλλά τα νανουρίσματα καλά κρατούν. Οι απαντήσεις γνωστές αλλά και περισσότερο δεδομένες από ποτέ, ωστόσο καμιά ελπίδα ανάστασης δεν διαφαίνεται. Ειδικά όσο αυτή προσπαθεί να αναδυθεί πίσω από τα μεγαλόσχημα προεκλογικά λόγια, εκεί όπου την τοποθετούν οι πολιτικές και κυνωνικές νανουρίστρες, το προσκυνημένο αληταριό και οι οσφυοκάμπτες εξουσιοφρενείς για να υφαρπάξουν αυτό το άθλιο άλλοθι που λέγεται «λαϊκή εντολή». Βγήκαν πάλι οι πραματευτάδες και φωνάζουν την πλέμπα για να τη σώσουν από την… κόλαση, ως άλλοι μεσαιωνικοί μάγοι και σαλτιμπάγκοι. «Σοβαρά», «υπεύθυνα», με μέθοδο και τρόπους, με αβρό «πολιτικό πολιτισμό» όπως απαι- τούν οι κρίσιμες περιστάσεις. Οι μοντέρνοι ιδεολογικοί αλχημιστές μετέρχονται τη δοκιμασμένη μέθοδο της κόμπρας (βλ. φωτό στη στήλη του προ-προηγούμενου Κοντρόφυλλου) που προσπαθεί να μαγνητίσει και να παραλύσει το θύμα της.
«”Σχέση με τους αρχαίους Ελληνες έχουμε εμείς”, λένε οι Γάλλοι, οι Εγγλέζοι και οι Γερμανοί. Εμείς, που τους ανακαλύψαμε, τους αναστυλώσαμε, τους εξηγήσαμε. Για τους ευρωπαίους οι νεοέλληνες είμαστε μια δράκα ανθρώπων απρόσωπη, ανάμεσα σε βαλκανιλίκι, τουρκολογιά και αράπηδες. Είμαστε οι ορτοντόξ. Με το ρούσικο τυπικό στη γραφή, με τους κουμπέδες και τους τρού-λους πάνω από τα σπίτια των χωριών μας, με ακτινογραφίες σωμάτων και σκουληκόμορφες φιγούρες αγίων στους τοίχους των εκκλησιών. Οι ευρωπαίοι βλέπουν τους πολιτικούς μας να ψηφίζουν στη βουλή να μπει το “ορθόδοξος” στην ευρωπαϊκή μας ταυτότητα κατά τη διαταγή των παπάδων και κοιτάζουν ανακατωμένοι και ναυτιάζοντας κατά το θεοκρατικό Ιράν και τους Αγιατολάχους» (Δημήτρης Λιαντίνης).
Πέρασε από την πωλητική άνοιξη και τώρα ετοιμάζεται να προσχωρήσει στους κεκαρμένους καμένους του Καμμένου (combusto στα ιταλικά), ο αστέρας της υποκριτικής Παύλος Χαϊκάλης. Η στήλη παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις και αν έχουμε νεότερα δεν θα διστάσουμε να διακόψουμε τις διακεκομμένες διακοπές και να σας ενημερώσουμε.
Η στήλη θέλει να ευχαριστήσει όλους εκείνους που κατακλύζουν με παραινέσεις, οδηγίες, παραδείγματα και εγερτήρια σαλπίσματα το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της. Τώρα πια ξέρουμε πώς να ζήσουμε, τι πρέπει να κάνουμε, ανασκολοπίζουμε την Ιστορία (πάντα αποσπασματικά και κατά το ποια άκρη της βολεύει, βέβαια), εξάγουμε «συμπεράσματα», ξέρουμε ότι πρέπει να ξεσηκωθούμε (όχι εμείς πρώτοι, αλλά να σπρώξουμε τους ηλεκτρονικούς φίλους μας να ξεκινήσουν και βλέπουμε), έχουμε ένα πλήρες συνταγολόγιο και δεν είμαστε κορόιδα βρε αδερφέ. «Πώς μας κατάντησαν έτσι» που αναρωτιόταν και η Κατερινούλα…
«Είμαστε εμείς που ζυμώνουμε και δεν έχουμε ψωμί. / Εμείς που βγάζουμε το κάρβουνο και κρυώνουμε. / Είμαστε εμείς που δεν έχουμε τίποτα / κι ερχόμαστε να πάρουμε τον κόσμο» (Τάσος Λειβαδίτης).
Κοκκινοσκουφίτσα