δεν έχει τέλος η ύπνωση;
Αίρονται σιγά-σιγά τα μέτρα, βγαίνουν από τις φωλιές τους ευπαθείς και απαθείς τυφλοπόντικες και άλλα τρωκτικά, ερπετά, πουλιά και πουλάκια, ενοχλητικά και μη έντομα, αλλά τα κορίτσια-χορηγοί της στήλης δεν λένε να ξεμυτίσουν και να πιάσουν δουλειά, στερώντας μας πολύτιμο υλικό τόσο καιρό τώρα. Γιατί τόσος φόβος;
Ν' ανοίξουν τα κλειστά καφέ, ν' ανοίξουν τα μπαράκια
και τα εστιατόρια, τα κλαμπ και οι ταβέρνες
να πάμε όσο προλάβουμε δήθεν τηρώντας μέτρα
να πάρουμε ανάσα μια πριν μας ξαναμαντρώσουν.
Είναι κι αυτή μια κάποια απασχόληση (up asshole εισί) κι ας μην έχει κανένα απολύτως νόημα. Για τα σκέρτσα Σκέρτσου ο λόγος.
«Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε / η εποχή, τα βάρη, οι συνθήκες / κι άλλοι την πάθανε που τότε είπαν το ναι / και δεν ακούσανε των παλιών τις υποθήκες. / Τάχα η θέλησή σου λίγη / τάχα ο πόνος σου μεγάλος / η ζημιά ήτανε στο ζύγι / πάντα φταίει κάποιος άλλος. / Καλά-καλά ποιο είναι το κέρδος, ποια η ζημιά / ποιος να το πει δεν ξέρει / το βέβαιο ήτανε πως κάτι δεν πήγε καλά / δεν έφτασε όπου ονειρεύτηκε το χέρι. / Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε / κι οι άνθρωποι γεμάτοι είναι τώρα απαιτήσεις / αφού σήμερα δε θα ‘λεγε το ίδιο το ναι / τώρα περίσσεψαν η σύνεση και η κρίση» (Μανόλης Αναγνωστάκης).
Αυτές οι κακοήθεις παρά των κομμουνιστών διαδόσεις διά δόσεις και καταστροφολογίες, πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσουν. Αφού μας είπαν ότι με την πανδημία βρέθηκε ευκαιρία να διαλυθούν τα εργασιακά (μα γίνεται να διαλυθεί κάτι διαλυμένο;), αφού είπαν τόσα και τόσα βλέποντας παντού κακές προθέσεις από τον άμωμο και πάνσεπτο καπιταλισμό, τώρα χύνουν το αντικοινωνικό και αντικανονικό (ενάντια στην κανονικότητα) δηλητήριό τους λέγοντας πως η πανδημία έγινε ευκαιρία και για περιστολή των μη οργανωμένων παραλιών.
Τρία πουλάκια κάθονται δυο μέτρα το ένα απ' τ' άλλο
και με τις μάσκες τραγουδούν πικρά και λυπημένα.
Το 'να τηράει στα ζερβά και στα δεξά το άλλο
το τρίτο στην Ομόνοια τηράει και σκυλοβρίζει.
Εντάξει, κάποιοι επαναστάτες και «επαναστάτες» στρογγυλοκάθισαν στις δάφνες ή στις πολυθρόνες τους και έγιναν εθελοντές αρθρογράφοι στο facebook που έχει και ευάριθμο αναγνωστικό κοινό. Και επιδίδονται σε έναν ανούσιο, λυπηρό όσο και γελοίο αγώνα για το ποιος θα γράψει το καλύτερο, επαναστατικότερο ή πιο σπαραξικάρδιο κείμενο, στοχεύοντας στο θυμικό και στη συγκίνηση όπως ακριβώς και τα Μ.Μ.Ε. (Masturbation Media Emesis). Οι άλλοι όμως που εξακολουθούν να θέλουν την ανατροπή, γιατί εξακολουθούν να ανατρέπουν τα «θέλω» τους;
«Μια μεγάλη αράχνη σ’ ένα παλιό σπίτι είχε απλώσει έναν όμορφο ιστό για να πιάσει μύγες. Κάθε φορά που μια μύγα προσγειωνόταν και πιανόταν στον ιστό της η αράχνη την έτρωγε, ώστε η επόμενη μύγα να έχει την εντύπωση πως ο ιστός είναι ένα ήσυχο και τερπνό λιμανάκι. Ωστόσο μια μέρα, μια αρκετά ευφυής μύγα βούιζε ώρα πάνω από τον ιστό χωρίς να προσγειώνεται, οπότε παρουσιάστηκε η αράχνη και της είπε “κατέβα κι έλα να καθίσεις“. Η μύγα όμως ήταν πιο πονηρή από την αράχνη και της είπε: “Δεν πηγαίνω πουθενά όταν δεν βλέπω άλλες μύγες. Και σ’ αυτό το σπίτι δεν βλέπω άλλες“. Συνέχισε λοιπόν να πετάει κι έφτασε σ’ ένα σημείο όπου είχαν συγκεντρωθεί πολλές, πάρα πολλές μύγες. Αμέσως θέλησε να πάει κοντά τους, όταν πέρασε από εκεί μουγκρίζοντας μια μέλισσα και της είπε: “Πρόσεχε ηλίθια, είναι μυγόχαρτο! Οι μύγες έχουν πέσει όλες στην παγίδα“. “Ανοησίες” είπε η μύγα, “αυτές χορεύουν“. Κι αμέσως κάθισε στο μυγόχαρτο σαν όλες τις άλλες. Συμπέρασμα: Μην εμπιστεύεσαι τις πλειοψηφίες. Αλλά ούτε και κανέναν άλλο» (James Thurber).
Κοκκινοσκουφίτσα