Μια ανακοίνωση της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή Πολιτιστικών Αγαθών (ICPRCP), ήταν αρκετή για να στήσουν πανηγύρι τα παπαγαλάκια. Με κυβερνητική προτροπή, όπως θα δούμε. Οργανώθηκε έτσι ένα ακόμη επεισόδιο πρόστυχης προπαγάνδας εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
«Το Ηνωμένο Βασίλειο μας ενημέρωσε για την πρότασή του να οργανώσει συνάντηση μεταξύ της ελληνίδας υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και του βρετανού υφυπουργού Πολιτισμού λόρδου Πάρκινσον, με την ελπίδα οι ελληνικές Αρχές να απαντήσουν θετικά», έλεγε η ανακοίνωση της ICPRCP. Και συνέχιζε: «Η Ελλάδα μας ενημέρωσε ότι η πρόταση του Ηνωμένου Βασιλείου εστάλη στην ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού στις 29 Απριλίου 2022, έγινε αμέσως αποδεκτή, και η συνάντηση μεταξύ των δύο πλευρών πρόκειται να οριστεί σε εύθετο χρόνο».
Με λίγη προσοχή και λίγο ψάξιμο, το ζήτημα θα είχε διευκρινιστεί εξαρχής. Αφού η πρόσκληση έφτασε στις 29 Απρίλη και έγινε αμέσως αποδεκτή, γιατί δεν ανακοινώθηκε επίσημα από το υπουργείο Πολιτισμού, από τη Μενδώνη; Και ποιος είναι ο λόρδος Πάρκινσον; Ο τέταρτος στην ιεραρχία υφυπουργός Πολιτισμού της κυβέρνησης της Αυτής Μεγαλειότητας!
Μια ματιά στη σύνθεση της βρετανικής κυβέρνησης το επιβεβαιώνει. Υπουργός Πολιτισμού του Τζόνσον είναι η Ναντίν Ντόρις, η οποία απαξίωσε να συναντηθεί με τη Μενδώνη και της στέλνει τον τέταρτο στην ιεραρχία υφυπουργό της (σαν να λέμε έναν ειδικό γραμματέα υπουργείου για τα ελληνικά δεδομένα). Και η Μενδώνη, αντί να επιστρέψει την πρόσκληση, συνοδεύοντάς την με μια ηχηρή καταγγελία, την αποδέχτηκε ασμένως, σε μια ακόμη εκδήλωση δουλοπρέπειας της κυβέρνησης Μητσοτάκη προς τον δυτικό ιμπεριαλισμό, ακόμη και προς ξεπεσμένες πρώην αυτοκρατορίες.
Δεν είναι καθόλου δύσκολο να αντιληφθεί κανείς τη σκοπιμότητα της βρετανικής πολιτιστικής διπλωματίας. Τον περασμένο Σεπτέμβρη, η ICPRCP είχε ζητήσει από τη Βρετανία «να προσέλθει σε καλόπιστο διάλογο με την Ελλάδα», διότι «το ζήτημα έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, η υποχρέωση επιστροφής των Γλυπτών βαραίνει ξεκάθαρα τη βρετανική κυβέρνηση». Η βρετανική κυβέρνηση δεν αναγνώρισε αυτό το ψήφισμα, θεωρώντας ότι υπεκλάπη στο τέλος της τηλεδιάσκεψης της ICPRCP. Για να μπορέσει να το ανατρέψει, εμφανίζεται ως… νομοταγής και πρόθυμη να συζητήσει με την ελληνική κυβέρνηση και εξουσιοδοτεί προς τούτο τον τέταρτο στην ιεραρχία υφυπουργό Πολιτισμού. Ετσι, μένουν όλοι ευχαριστημένοι. Κυρίως η ICPRCP που ξεφορτώνεται το ζήτημα, με το πρόσχημα της… έναρξης διακυβερνητικού διαλόγου.
Αυτά, όμως, είναι ψιλά γράμματα για τους ξενόδουλους της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Γι’ αυτούς σημασία έχει η προπαγάνδα. Γι’ αυτό έβαλαν τα παπαγαλάκια να γράφουν διάφορα: «Η πρώτη υποχώρηση», «Σπάει η βρετανική αδιαλλαξία», «Η Βρετανία δέχεται να συζητήσει για τα Μάρμαρα» και άλλα τέτοια φαιδρά. Γι’ αυτό και η εντολή στη Μενδώνη ήταν να αποδεχτεί την πρόσκληση και να περιμένει να δημοσιοποιηθεί πρώτα από την ICPRCP, για να έχει μεγαλύτερη αληθοφάνεια. Γι’ αυτό και την κράτησαν κρυφή για τρεις εβδομάδες.
Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της κυβερνητικής αγυρτείας, αρκεί να παραθέσουμε ότι «ελληνική διπλωματική πηγή» δήλωσε στα «Νέα» πως η Ελλάδα θα προσέλθει στη συνάντηση «καλή τη πίστει, κρατώντας όμως μικρό καλάθι, καθώς δεν αποκλείεται να εξελιχθεί σε διάλογο-παρωδία αν οι Βρετανοί εμφανιστούν αμετακίνητοι». Πρόσθεσε όμως ότι «αποτελεί νίκη της Ελλάδας ότι η Βρετανία “σύρεται“ σε διάλογο τον οποίον έως σήμερα απέρριπτε εμμονικά»!
Μια ερώτηση του ανταποκριτή των «Νέων» στην υπουργό Πολιτισμού της Βρετανίας Ναντίν Ντόρις και άλλη μία στη Ντάουνινγκ Στριτ (πρωθυπουργικό γραφείο) διέλυσαν την αχλύ της κυβερνητικής προπαγάνδας για το διάλογο στον οποίο… σύρεται η Βρετανία. Ο εκπρόσωπος της Ντόρις έβαλε… στην κατάψυξη την προπαγάνδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη: «Η Βρετανία έχει μία πάγια θέση σε αυτό το ζήτημα η οποία δεν έχει αλλάξει: τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν νομίμως (σ.σ. από τον Ελγιν) σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν εκείνη την εποχή. Το Βρετανικό Μουσείο λειτουργεί ανεξάρτητα από την κυβέρνηση, χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις. Ολες οι αποφάσεις που σχετίζονται με τις συλλογές του λαμβάνονται από τους επιτρόπους του Μουσείου»!
Τα ίδια είχε πει στον Μητσοτάκη ο ίδιος ο Μπόρις Τζόνσον. Τώρα, πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ δήλωσε: «Δεν έχει σημειωθεί καμία αλλαγή στη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τα Γλυπτά του Παρθενώνα και καμία αλλαγή στη φύση της επίσημης επικοινωνίας μας με την Ελλάδα για το θέμα αυτό»!
Μια μέρα αργότερα, ο εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου διευκρίνισε στον ανταποκριτή των «Νέων»: «Ούτε έχουν γίνει ούτε προγραμματίζεται να γίνουν νέες συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση με αντικείμενο τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα». Η σεμνή τελετή έλαβε τέλος.
Ο εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου επανέλαβε και την πάγια θέση του ότι «το Μουσείο είναι πάντοτε πρόθυμο να εξετάσει αιτήματα για δανεισμό οποιωνδήποτε αντικειμένων της συλλογής του». Εννοείται, με τη μορφή ανταλλαγής με ίσης αξίας αντικείμενα του αντισυμβαλλόμενου Μουσείου. Μια τέτοια διαδικασία, όμως, προϋποθέτει πως αναγνωρίζεται η κυριότητα του Βρετανικού Μουσείου επί των αντικειμένων που θα δανείσει. Δηλαδή, αν η ελληνική πλευρά υποβάλει αίτημα για δανεισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα, πρώτα θα αποδεχτεί ότι αυτά ανήκουν στην κυριότητα του Βρετανικού Μουσείου.
Η «σάπια» προπαγάνδα έκλεισε όπως της άξιζε. Με δήλωση του κυβερνητικού εκπρόσωπου Οικονόμου στο χτεσινό μπρίφινγκ: «Είναι πολύ θετικό που συντηρείται η δυναμική της συζήτησης αυτής. Οπως γνωρίζετε, η ελληνική Κυβέρνηση, προσωπικά ο Πρωθυπουργός, έχει αναπτύξει μια διεθνή πρωτοβουλία και πολύ ισχυρή κινητικότητα, τεκμηριωμένη σε αυτό»! Δεν είναι η πρώτη φορά που τους φτύνουν και αυτοί αποφαίνονται ότι ψιχαλίζει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Τα κλεμμένα γλυπτά του Παρθενώνα, ο πολιτισμός της νεοαποικιοκρατίας και οι υποταγμένοι φύλαρχοι
Eπικίνδυνα παιχνίδια με τα γλυπτά του Παρθενώνα (και όχι μόνο)
Πολιτιστικά-αρχαιολογικά εγκλήματα: Από την αποικιοκρατία στον ιμπεριαλισμό