Κάποιοι σίγουρα μας δουλεύ-ουν. Και είναι πολλοί. Είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για συνταγματική τάξη και σεβασμό στους θεσμούς; Είναι δυνατόν η εκλογολογία να έχει πάρει τη μορφή της συνταγματολογίας και ν’ αναλώνονται σελίδες επί σελίδων γι’ αυτή τη γελοιότητα; Και όμως είναι. Και δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Θυμηθείτε ότι το 2000 ήταν η ΝΔ που ζητούσε εκλογές και έλεγε ότι θα τις προκαλέσει μη συναινώντας στην εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας. Στο τέλος, αναγκάστηκε να συρθεί στην υπερψήφιση του Στεφανόπουλου (στην οποία είχαν συμφωνήσει Σημίτης και Σαμαράς), ενώ η πλάκα είναι πως στη συνέχεια έχασε και τις εκλογές. Μέχρι να αλλάξει γνώμη, ο Καραμανλής δήλωνε σε όλους τους τόνους ότι δεν θα ψηφίσει πρόεδρο της Δημοκρατίας, προκειμένου να πάει η χώρα σε εκλογές. Εκανε, δηλαδή, αυτό που κάνει τώρα ο Παπανδρέου. Στο τέλος υπαναχώρησε και… την πάτησε. Από πού, λοιπόν, αντλεί σήμερα το θράσος να κατηγορεί το ΠΑΣΟΚ ότι παίζει με τους θεσμούς;
Να πάμε και παραπίσω; Το 1985 ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε τη μεγάλη κωλοτούμπα. Κορόιδευε μέχρι και την τελευταία στιγμή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ότι θα τον ξαναεκλέξει πρόεδρο και την τελευταία στιγμή τα γύρισε και πρότεινε το Σαρτζετάκη. Η ΝΔ τότε ανάγκασε τους βουλευτές της να ψηφίζουν φανερά «παρών», μη τυχόν και διαρρεύσει καμιά ψήφος στη μυστική ψηφοφορία. Διαρροές, όμως, είχε το ΠΑΣΟΚ, γι’ αυτό και η δεύτερη και τρίτη ψηφοφορίες έγιναν με χρωματιστά ψηφοδέλτια, ώστε οι λοχίες της κοινοβουλευτικής ομάδας να ελέγχουν (βλέποντας από μακριά το χρώμα) τι ψηφίζει κάθε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ.
Το 1990 ο Μητσοτάκης ανάγκασε και πάλι τους βουλευτές της ΝΔ να ψηφίζουν «παρών», με σκοπό να μην εκλεγεί πρόεδρος και να γίνουν εκλογές. Οντως, η διαδικασία αποδείχτηκε άκαρπη, έγιναν εκλογές, τις κέρδισε η ΝΔ που πήρε 150 έδρες, σ’ αυτές πρόσθεσε και τον Κατσίκη της ΔΗΑΝΑ και εξέλεξε «στον πόντο» (τρίτη ψηφοφορία, που αρκούν 151 ψήφοι) τον Κ. Καραμανλή για δεύ-τερη προεδρική θητεία. Αν δεν είχαν μεσολαβήσει εκλογές, τις οποίες προκάλεσε η ΝΔ, ο «εθνάρχης» δεν θα είχε καταφέρει να εκλεγεί, αφού απαιτού-νταν 180 ψήφοι τις οποίες δεν συγκέντρωνε με τίποτα. Γι’ αυτό και πριν τις εκλογές δήλωσε ότι δεν θέλει να είναι υποψήφιος (επειδή ήξερε ότι δεν θα εκλεγόταν), ενώ μετά τις εκλογές έτρεξε να εκλεγεί. Αλλωστε, και την πρώτη φορά που εκλέχτηκε πρόεδρος είχε στηριχτεί στις ψήφους των χουντικών της Εθνικής Παράταξης και σε εξαγορά μερικών βουλευτών της ΕΔΗΚ και του ΚΟΔΗΣΟ. Λεπτομέρεια: ο ανιψιός του, συνονόματος και σημερινός πρωθυπουργός, το 1990 εκλεγόταν βουλευτής (ελέω θείου και ονόματος) για δεύτερη φορά και έπαιρνε κανονικότατα μέρος στις διαδικασίες που μηχανεύτηκε ο Μητσοτάκης, προκειμένου η ΝΔ να προκαλέσει την τρίτη εκλογική αναμέτρηση μέσα σ’ ένα χρόνο και να κατακτήσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία, εξαγοράζοντας τον ένα και μοναδικό βουλευτή της ΔΗΑΝΑ του Στεφανόπουλου.
Η ιστορία της «μεταπολίτευσης» δείχνει ότι η προεδρική εκλογή υπήρξε κομμάτι του πολιτικού παιχνιδιού. Μόνο όταν δεν μπορούσε να προσφέρει τίποτα σε ένα από τα δυο κόμματα γινόταν σχετικά ήρεμα, χωρίς να εμπλέκεται στις κομματικές αντιπαραθέσεις. Ετσι εκλέχτηκαν ο Στεφανόπουλος και ο Παπούλιας. Ολες τις άλλες φορές, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το ένα από τα δυο κόμματα ενέτασε την προεδρική εκλογή στη στρατηγική του για την άνοδο στην εξουσία ή για τη διατήρηση της εξουσίας. Και βέβαια, η κάλπικη θεσμολαγνεία μετατρεπόταν σε όπλο για τον κομματικό πόλεμο.
Μπορούμε να δούμε το θέμα και από μια διαφορετική σκοπιά. Μέχρι το 1985 ίσχυε το σύνταγμα που είχε κόψει και ράψει στα μέτρα του ο Κ. Καραμανλής. Είχε σχεδιάσει να μεταπηδήσει στην προεδρία και το έπραξε το 1980, προκειμένου να μην υποστεί ο ίδιος την εκλογική συντριβή από το ΠΑΣΟΚ που κάλπαζε προς την εξουσία. Θωράκισε την προεδρία με μια σειρά προνόμια και εξουσίες, ώστε αν χρειαστεί να τις χρησιμοποιήσει. Το 1985, ο Α. Παπανδρέου, τροποποίησε το σύνταγμα και έκανε το πολίτευμα πρωθυπουργοκεντρικό. Το έφερε, δηλαδή, στα δικά του μέτρα, αφού ο ίδιος γουστάριζε τη μάχιμη πολιτική και ούτε που διανοούνταν να μετακομίσει στο προεδρικό μέγαρο και από εκεί να κουμαντάρει παρασκηνιακά την κυβέρνηση, όπως έκανε ο Καραμανλής με τις κυβερνήσεις Ράλλη και Μητσοτάκη. Εκτοτε, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι παρελασιάρχης. Η κυβέρνηση αποφασίζει τα πάντα και ο πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να υπογράψει τις αποφάσεις της. Ακόμα και όταν αυτές προσβάλλουν προδήλως τους αστικούς θεσμούς.
Η κυβέρνηση μπορεί να κάνει εκλογές όποτε γουστάρει. Επικαλούμενη σοβαρό εθνικό λόγο, προβλέπει το σύνταγμα. Στην πράξη, ο μόνος σοβαρός εθνικός λόγος είναι το κομματικό συμφέρον του κυβερνώντος κόμματος. Παλαιότερα, της μόδας είχε γίνει το Κυπριακό. Την τελευταία φορά (2007) ο Καραμανλής πρωτοτύπησε. Εκανε πρόωρες εκλογές επικαλούμενος τον… προϋπολογισμό. Πρόκειται για τον προϋπολογισμό του 2008, ο οποίος δεν εφαρμόστηκε! Κατά τα άλλα, αυτός… δεν παίζει με τους θεσμούς. Να μην ξεχάσουμε να σημειώσουμε και το τσαμπουκαλίδικο κλείσιμο της Βουλής πριν λίγο καιρό, προκειμένου να παραγραφούν όλα τα σκάνδαλα. Κλείσιμο που δεν ενεργοποίησε τα… θεσμικά ανακλαστικά των συνταγματολόγων και συνταγματολογούντων θεσμολάγνων.
Στο πλαίσιο του πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος, η κυβέρνηση κάνει εκλογές όποτε γουστάρει. Η αντιπολίτευση έχει μόνο μια δυνατότητα. Να μπλοκάρει την προεδρική εκλογή. Το έκανε η ΝΔ το 1990, (λέει ότι) θα το κάνει το ΠΑΣΟΚ το 2009. Ολα τα υπόλοιπα είναι μπούρδες. Μπούρδες που τα προπαγανδιστικά επιτελεία τις ντύνουν είτε με το «κύρος των θεσμών» (η ΝΔ) είτε με το «εθνικό συμφέρον» (το ΠΑΣΟΚ).
Θλιβερά δεκανίκια
Είναι εύκολα κατανοητό το παιχνίδι που παίζουν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Πώς να ερμηνεύσεις, όμως, τη στάση του Περισσού και του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ; Η Παπαρήγα δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό να βγει στο Mega και να συμφωνήσει με τον Τσάτσο, βρίσκοντας «πολύ λογική» την άποψη που εξέφρασε περί ευτελισμού των θεσμών. Φοβάται τις εκλογές ο Περισσός και συντάσσεται τόσο χοντροκομμένα με τη ΝΔ; Ακόμα κι αν φοβάται τις εκλογές, θα μπορούσε να κρατήσει τουλάχιστον ίσες αποστάσεις. Να πει και δυο λόγια για την κυβέρνηση που ευτελίζει εξίσου τους θεσμούς κι όχι να τα βάλει μόνο με το ΠΑΣΟΚ, υιοθετώντας τα όσα υποκριτικά υποστήριξε ο Τσάτσος. Πώς, λοιπόν, να αποσείσει ο Περισσός την κατηγορία, ότι για μια φορά ακόμη λειτούργησε σαν δεκανίκι της κυβέρνησης;
Ο ΣΥΝ προσπάθησε να κρατήσει ίσες αποστάσεις. Ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Α. Καρίντζης μίλησε για αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση και στη συνέχεια το γύρισε στην αγαπημένη τους θεσμολαγνεία, υποστηρίζοντας ότι η αντιπαράθεση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ «οδηγεί σε εκφυλισμό την πολιτική ζωή στον βαθμό που εμπλέκει συνταγματικούς θεσμούς, όπως αυτόν του Προέδρου».