Η μαζική κατάθεση πινακίδων από ιδιοκτήτες παλιών αυτοκινήτων ήταν αυτή που άλλαξε τα δεδομένα και ανάγκασε την κυβέρνηση να κάνει «αυτοκριτική» για τη ρύθμισή της για τα τέλη κυκλοφορίας. Ηταν κάτι που δεν το περίμεναν, με αποτέλεσμα να βρεθούν διπλά χαμένοι. Από τη μια έχασαν έσοδα που ήλπιζαν ότι εκβιαστικά θα αποσπάσουν από τους ιδιοκτήτες παλιών αυτοκινήτων και από την άλλη υπέστησαν πολιτικό κόστος, αφού η μαζική κατάθεση των πινακίδων αποκάλυψε ακόμα πιο μαζική αγανάκτηση. Την αγανάκτηση, όμως, ούτε που θα τη λογάριαζαν, αν δεν υπήρχε η απώλεια προϋπολογιζόμενων εσόδων από την κατάθεση των πινακίδων.
Γι’ αυτό και αναγκάστηκαν να κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία και να κάνουν την κάλπικη αυτοκ ριτική, προσπαθώντας να μετατρέψουν τη χασούρα σε όφελος. Το θέμα άνοιξε ο ίδιος ο Παπανδρέου, σε μια χαλαρή συζήτηση με τους δημοσιογράφους, για να σταλεί το μήνυμα ότι ο ευαίσθητος πρωθυπουργός έχει ανοιχτά τ’ αυτιά του στην κοινωνία και δεν διστάζει να παραδεχτεί λάθη και να κάνει διορθώσεις. Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ, που επιδόθηκαν και πάλι σε εμετικές αγιογραφίες του πρωθυπουργού. Λίγες ώρες μετά τη χαλαρή συζήτηση του Παπανδρέου με τους δημοσιογράφους, εξέδωσε δελτίο Τύπου ο Παπακωνσταντίνου, στο οποίο «υπενθύμιζε» ότι τα αυξημένα τέλη ήταν απόφαση του Σουφλιά επί κυβέρνησης της ΝΔ, σημείωνε ότι «με το νέο τρόπο υπολογισμού των τελών κυκλοφορίας που εφάρμοσαν τα Υπουργεία Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, έγινε σημαντική προσπάθεια για τη μείωση της οικονομικής επιβάρυνσης των ιδιοκτητών οχημάτων μικρού και μεσαίου κυβισμού», διαπίστωνε ότι «συνεχίζουν να υπάρχουν ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες η επιβάρυνση είναι σημαντική, ιδιαίτερα σε παλαιά οχήματα πολύ μεγάλου κυβισμού» και υποσχόταν ότι «το υπουργείο Οικονομικών προτίθεται να εξετάσει το ζήτημα στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τις αλλαγές στο φορολογικό σύστημα και να προβεί σε διορθωτικές κινήσεις για τα τέλη κυκλοφορίας του 2011».
Πιστός στο δόγμα Γκέμπελς, ο Παπακωνσταντίνου έκρυψε το γεγονός ότι η ρύθμιση Σουφλιά περιλάμβανε εκτός από την αύξηση των τελών και κίνητρα για απόσυρση, τα οποία ο ίδιος με τη Μπιρμπίλη κατάργησαν, κάνοντας έτσι τη ρύθμιση ακόμα πιο επαχθή. Αρκετοί απ’ αυτούς που κατέθεσαν τις πινακίδες ενδεχομένως να σχεδίαζαν να κάνουν χρήση της απόσυρσης και δεν πρόλαβαν, αφού η κυβέρνηση Παπανδρέου έσπευσε να καταργήσει αστραπιαία το μέτρο, λίγες μέρες μετά την εκλογική της νίκη. Επίσης, η ρύθμιση Παπακωνσταντίνου-Μπιρμπίλη άφησε άθιχτη τη ρύθμιση Σουφλιά για τα αυτοκίνητα μεταξύ 1400 και 1600 κυβικών, δηλαδή για τη μεγάλη πλειοψηφία των οχημάτων που κυκλοφορούν. Και βέβαια, ήξεραν πολύ καλά ότι η ρύθμισή τους οδηγούσε σε καταβολή υπέρογκων τελών σε παλιά αυτοκίνητα, που ξεπερνούν την ίδια την αγοραία αξία τους. Δεν το ανακάλυψαν εκ των υστέρων. Εκ των υστέρων απλώς αιφνιδιάστηκαν από τις αθρόες καταθέσεις πινακίδων.
Δεύτερο, μια κυβέρνηση που αναγνωρίζει ένα λάθος σπεύδει να το διορθώσει άμεσα. Δεν κάνει «αυτοκριτική» αφού πρώτα έχει μαζέψει το παραδάκι, ούτε δίνει αόριστες υποσχέσεις για το μέλλον. Αν υποσχεθεί κάτι, το υπόσχεται συγκεκριμένα. Κι αν κάνουν κάποια ρύθμιση για το 2011, στόχος τους θα είναι να ωθήσουν κάποιους απ’ αυτούς που κατέθεσαν τις πινακίδες να ξαναβάλουν σε κίνηση τα σαράβαλα, δίνοντάς τους κάποιο μικροκίνητρο, αφού καινούργιο δε θα μπορούν ν’ αγοράσουν. Λεφτά θέλουν να μαζέψουν και τίποτ’ άλλο δεν τους απασχολεί.
Πέραν των άλλων, η ρύθμιση για τα τέλη κυκλοφορίας δείχνει και τη λογική της «πράσινης ανάπτυξης». Μια λογική καθαρά αντιλαϊκή, που δεν διστάζει να επιβάλλει φόρους στα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα, την ίδια στιγμή που μεταφέρει κρατικό χρήμα στα διάφορα λαμόγια του καπιταλισμού και ανοίγει πεδίο ασυδοσίας σε βάρος των δασών και γενικότερα του περιβάλλοντος.