Η Λούκα Κατσέλη μοστράρεται ως οπαδός «διαφορετικής οικονομικής αντίληψης» από τον Παπακωνσταντίνου. Ως δήθεν εκπρόσωπος της νεο-κεϊνσιανής «σχολής», ενώ ο υπουργός Οικονομικών είναι της μονεταριστικής «σχολής». Οταν, όμως, έρχεται η ώρα της πράξης, τα προπαγανδιστικά ιδεολογήματα παραμερίζονται και ο καθένας μπορεί να κρίνει εκ του αποτελέσματος. Η Λ. Κατσέλη είναι μέλος της κυβέρνησης Παπανδρέου και έχει προσυπογράψει τα πάντα. Επειδή, όμως, ορισμένοι εξακολουθούν να της φιλοτεχνούν το προφίλ της «διαφορετικότητας», καλό είναι να εντοπίζουμε τα σημεία εκείνα στα οποία ένας πολιτικός περιγράφει την πολιτική του. Ιδού, λοιπόν, ο πυρήνας των απόψεων Κατσέλη, όπως τον παρουσίασε η ίδια σε συνέντευξη που έδωσε σε έλληνες και ξένους συντάκτες την περασμένη Τρίτη, στην αίθουσα της Ενωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου:
«Στα αγγλικά υπάρχουν δυο όροι. Ο ένας είναι ο όρος μεγέθυνση που είναι απλώς η αύξηση εισοδήματος και ο άλλος είναι ο όρος ανάπτυξη, που σημαίνει παραγωγικός μετασχηματισμός. Στην Ελλάδα για πάρα πολλά χρόνια είχαμε αύξηση του εισοδήματος όπως είπαμε αύξηση της κατανάλωσης, η οποία χρηματοδοτείται με δανεικά, ή δημόσιας κατανάλωσης ή ιδιωτικής κατανάλωσης ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια και δεν φροντίσαμε να βάλουμε τις βάσεις, για μια αναδιάρθρωση των δαπανών προς επενδύσεις, προς ποιοτική και ανταγωνιστική παραγωγή, έτσι ώστε να κατακτούμε και μερίδια στις διεθνείς αγορές, γι΄ αυτό φτάσαμε εδώ πέρα».
Η «ευαίσθητη» κυρία καθηγήτρια αναπαράγει –με πιο κομψό τρόπο– όλη τη βρόμικη προπαγάνδα των τελευταίων μηνών, σύμφωνα με την οποία τα τελευταία χρόνια «υπερκαταναλώναμε» και «ζούσαμε με δανεικά». Ποιοι; Ολοι! Κυρίως οι εργαζόμενοι, βέβαια, διότι αυτοί αποτελούν και τη μεγάλη καταναλωτική μάζα.
Ποιο είναι το χαρακτηριστικό των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα; Η παραγωγή υψηλότατων κερδών. Αυτό κατέστη δυνατόν μέσω των παραγωγικών αναδιαρθρώσεων (το κράτος ανέλαβε τις «προβληματικές» επιχειρήσεις, δηλαδή τα χρέη που είχαν δημιουργήσει οι καπιταλιστές, αρπάζοντας δάνεια και κέρδη), μέσω της προκλητικά χαμηλής φορολόγησης των κερδών, μέσω της υπερεκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, μέσω των κρατικών προμηθειών και εργολαβιών (μιλάμε για λεηλασία). Κι όμως, έχουν το θράσος να μιλούν για υπερκατανάλωση!