Ψηφίστηκαν τόσοι μνημονιακοί νόμοι, ορισμένοι εντελώς οριακά, αλλά οι φωστήρες του ΣΥΡΙΖΑ δε σκέφτηκαν να ζητήσουν δημοψήφισμα για κανέναν απ’ αυτούς. Θυμήθηκαν να ζητήσουν δημοψήφισμα για το νόμο για τη «μικρή ΔΕΗ», που όπως και να το κάνουμε είναι μικρότερης σημασίας π.χ. από το νόμο με τον οποίο εγκρίθηκε το δεύτερο Μνημόνιο. Ενα το κρατούμενο.
Και αυτοί και οι άλλοι που κάνουν πρόταση δημοψηφίσματος δε λένε στον ελληνικό λαό ότι δημοψήφισμα αποκλείεται να γίνει και ότι το πολύ που μπορεί να γίνει είναι μια συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής, κάτι σαν τις συζητήσεις επί των προτάσεων μομφής. Αφήνουν να πετάει στην ατμόσφαιρα η ελπίδα ότι με 120 βουλευτές θα γίνει δημοψήφισμα! Για να τελειώνουμε μ’ αυτή την παπάρα, πρέπει να καταστήσουμε γνωστό ότι, βάσει του ελληνικού συντάγματος, το δημοψήφισμα αποτελεί προνόμιο μόνο της κυβέρνησης και μάλιστα με πολύ ισχυρή πλειοψηφία, που δεν μπορεί να τη φτάσει σύμπασα η αντιπολίτευση. Το άρθρο 44 προβλέπει ότι αρκούν 151 βουλευτές για να προκηρυχτεί δημοψήφισμα με πρόταση της κυβέρνησης, άμα όμως πρόκειται για δημοψήφισμα ενάντια σε ψηφισμένο νόμο (δηλαδή για πρόταση της αντιπολίτευσης) χρειάζεται πρόταση 120 βουλευτών και απόφαση 180 βουλευτών. Ολο το νταβαντούρι, λοιπόν, γίνεται για μια κοινοβουλευτική συζήτηση επί πρότασης για δημοψήφισμα, η οποία σίγουρα θα απορριφθεί, γιατί αποκλείεται να συγκεντρώσει 180 ψήφους.
Για να λέμε όλη την αλήθεια, τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον έπιασε κανένα ιδιαίτερο «κόψιμο» για τη ΔΕΗ και δίνει τον «υπέρ πάντων αγώνα». Το παιχνίδι των 120 ψήφων θέλησε να παίξει, με το βλέμμα στραμμένο στην προεδρική εκλογή. Τα στελέχη του δεν είχαν το πολιτικό τακτ ούτε να το κρύψουν. «Σε κάθε περίπτωση, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να συγκεντρώσει περισσότερες από 120 υπογραφές βουλευτών για ένα συγκεκριμένο θέμα, όπως η ΔΕΗ, αυτό προδιαγράφει πολιτικές εξελίξεις και επιταχύνει την πτώση της κυβέρνησης, καθώς την δυσκολεύει στο στόχο της να συγκεντρώσει 180 βουλευτές και να αποτρέψει τις εκλογές», πανηγύριζε με το γνωστό ύφος του ο Στρατούλης.
«Βεβαίως, θεωρώ ότι αυτό και πολλά άλλα, ουσιαστικά μέσα από τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις επωάζονται οι όροι για τη διαμόρφωση για κάτι πολύ περισσότερο από τη συγκέντρωση της αποτρεπτικής ψήφου των 121 βουλευτών. Επωάζονται οι όροι για τη δημιουργία ενός πλειοψηφικού μπλοκ πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που πρέπει τάχιστα να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας», υπερθεμάτιζε ο Σκουρλέτης.
Ακόμη και ο συνήθως συγκρατημένος Λαφαζάνης δεν κρατιόταν: «Κι αν δεν μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε τις 180, νομίζω ότι θα είναι σημαντικό το ότι θα έχουμε συγκεντρώσει 120 και θα είναι επίσης ακόμα πιο σημαντικό αν έχουμε και από την πλευρά του κυβερνητικού στρατοπέδου (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) διαρροές στη σχετική ψηφοφορία. Ολα αυτά εκπέμπουν ουσιαστικά πολιτικά μηνύματα… Επομένως, νομίζω πως αν δεν υπάρξει θετική κατάληξη ως προς το στόχο μας, να γίνει δημοψήφισμα, μπορεί να έχουμε αποκομίσει ιδιαίτερα πολιτικά οφέλη, και παραταξιακά αλλά κυρίως πολιτικά, με την υπόθεση της ΔΕΗ».
Πλέοντας σε πελάγη αλαζονίας, νόμισαν ότι θα συνταχθούν όλοι και θα υπογράψουν μια ενιαία πρόταση μαζί με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να ανεμίζουν τις 120+ υπογραφές ως τρόπαιο που προδιαγράφει ότι οι Σαμαράς-Βενιζέλος αποκλείεται να βρουν τους 180 για να εκλέξουν πρόεδρο της Δημοκρατίας. Διέπραξαν έτσι μια ακόμη γκάφα (σαν εκείνη την πρόταση μομφής κατά Μεϊμαράκη), καθώς οι «σίγουροι σύμμαχοι» σκόρπισαν και προχώρησαν σε χωριστές προτάσεις.
Ο Περισσός ξεκαθάρισε τη θέση του από την αρχή: όχι μόνο δεν υπέγραψε μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κατέθεσε διαφορετική πρόταση, ζητώντας την κατάργηση όλου του νομικού πλαισίου για την «απελευθέρωση» της παραγωγής ενέργειας. Ετσι κι αλλιώς, λέει ο Περισσός, όλο το νταβαντούρι γίνεται για μια συζήτηση κι όχι για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Γιατί να μην βάλω όλο το πακέτο, βγαίνοντας από αριστερά στον ΣΥΡΙΖΑ; Η ΔΗΜΑΡ αρχικά ανακοίνωσε ότι θα συνυπογράψει με τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως Λυκούδης και σία τράβηξαν τ’ αυτί του Κουβέλη, ο οποίος αναγκάστηκε να τα γυρίσει και να ανακοινώσει την κατάθεση χωριστής πρότασης. Αλλο που δεν ήθελε ο Καμμένος, έσπευσε πρώτος να καταθέσει τη δική του χωριστή πρόταση, αμέσως μόλις ολοκληρώθηκε η ψηφοφορία επί του νομοσχεδίου (την κέρδισε άνετα η κυβέρνηση). Ακόμη και οι ανεξάρτητοι, από τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ ήλπιζε να τραβήξει μερικούς σε συνυπογραφή, κατέθεσαν χωριστή πρόταση με 14 υπογραφές. Μ’ άλλα λόγια, οι πάντες αρνήθηκαν να τεθούν υπό την αιγίδα του ΣΥΡΙΖΑ, επιτρέποντάς του να ερμηνεύει τη συνυπογραφή ως πρόκριμα για την προεδρική εκλογή, όπως αλαζονικά έλεγαν τα ηγετικά του στελέχη. Απ’ αυτή την άποψη, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε μια πολιτική ήττα και πήρε ένα σκληρό μήνυμα: το παιχνίδι της προεδρικής εκλογής είναι ανοιχτό και ο καθένας θα το παίξει με τους δικούς του όρους. Δεν εκχωρούν στον ΣΥΡΙΖΑ τις ψήφους που διαθέτουν, είτε πρόκειται για κόμματα είτε για ανεξαρτητοποιηθέντες βουλευτές.
Το μόνο που απέμενε στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν να κάνει γαργάρα τις αλαζονικές δηλώσεις στελεχών του περί συγκέντρωσης 120 βουλευτών, που αποτελούν πρόκριμα και για την προεδρική εκλογή, και να πιαστεί από την άρνηση της κυβέρνησης να συγκαλέσει εκτάκτως την Ολομέλεια της Βουλής, η οποία την έφερε σε κόντρα με τον Μεϊμαράκη.
Ο Μεϊμαράκης, κοιτάζοντας το πολιτικό του μέλλον, αποφάσισε να βγει από το κάδρο του τσιρακιού του Σαμαρά. Εκρινε πως οι χωριστές προτάσεις των κομμάτων μπορούν να συναθροιστούν και ζήτησε από την κυβέρνηση να συγκαλέσει εκτάκτως την Ολομέλεια, να κάνει μια συζήτηση και να κερδίσει πανηγυρικά την ψηφοφορία. Ο Σαμαράς αυτό δεν το ήθελε με τίποτα. Πρώτο, γιατί θα του χαλούσε την εικόνα του κυρίαρχου του πολιτικού παιχνιδιού και θα τον έδειχνε να τρέχει πίσω από μια πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερο, γιατί δεν ήταν σίγουρος ότι όλοι οι κυβερνητικοί βουλευτές θα πειθαρχούσαν και δε θα υπήρχαν διαρροές. Τρίτο και κυριότερο, γιατί τα παζάρια με τους ανεξάρτητους είναι σε εξέλιξη και δε θέλει να τους δει να σέρνονται σε μια «ανώριμη» ψηφοφορία και να εκβιάζονται να επιλέξουν τη μια ή την άλλη πλευρά. Δεν τον ενδιαφέρει που καταψήφισαν το νομοσχέδιο για τη «μικρή ΔΕΗ» (η πλειοψηφία της κυβέρνησης ήταν και πάλι δεδομένη και συμπαγής), όμως μια ψηφοφορία για δημοψήφισμα έχει διαφορετικό πολιτικό βάρος και δε θα ήθελε ποτέ να δει να ψηφίζουν υπέρ της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ βουλευτές με τους οποίους βρίσκεται σε παρασκηνιακό παζάρι. Αντιλήφθηκε ότι μια τέτοια διαδικασία δίνει πρόωρο αβαντάζ σε μια σειρά ανεξάρτητους, οι οποίοι βρήκαν ευκαιρία να του πουν: ή μας δίνεις αυτό που ζητάμε ή πάμε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και στήλωσε τα πόδια, προκαλώντας μια μίνι πολιτική κρίση.
Την τελευταία στιγμή, το επιτελείο του Μαξίμου ανακάλυψε και ένα προπαγανδιστικό κόλπο. Διαχώρισε τις ψήφους των βουλευτών του Περισσού (μολονότι ο Περισσός ζητούσε ρητά να συναθροιστούν) και άρχισε να κουνά την… αντιναζιστική σημαία: για να φτάσετε τις 120 ψήφους, πρέπει να συναθροιστείτε με τους χρυσαυγίτες! Αλλο που δεν ήθελε ο Κουβέλης, που έψαχνε τρόπο να απεμπλακεί, για να μην κόψει τις γέφυρές του με αυτούς που επιθυμεί να τον προτείνουν για πρόεδρο της Δημοκρατίας, ανακοίνωσε ότι η ΔΗΜΑΡ σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμεί να συναθροιστεί με τη ΧΑ.
Τα υπόλοιπα ήταν μια τυπική διαδικασία, που ολοκληρώθηκε με μια ακόμη κυβερνητική αθλιότητα. Στη διάσκεψη των προέδρων της Βουλής, που θα αποφάσιζε σχετικά, η κυβέρνηση (με τη σύμφωνη γνώμη και του Μεϊμαράκη, που δεν είχε καμιά διάθεση να το τραβήξει παραπέρα) εισηγήθηκε να αποφασίσει το Α’ Θερινό Τμήμα αν πρέπει να συγκληθεί η Ολομέλεια! ΣΥΡΙΖΑ και Περισσός δεν είχαν άλλη επιλογή από το να αποχωρήσουν και από τη διάσκεψη των προέδρων και από την ad hoc συζήτηση στο Τμήμα (δεν πήγαν ούτε οι ΑΝΕΛ). Η ΔΗΜΑΡ πήγε στο Τμήμα, ζήτησε να μη συναθροιστούν οι ψήφοι της ΧΑ, αλλά οι ψήφοι του ΚΚΕ, και απέσχε από την ψηφοφορία (όπως και οι νεοναζί). Ετσι, οι βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ αποφάσισαν «ομόφωνα», πως δεν υπάρχουν 120 υπογραφές βουλευτών (διαχώρισαν αυτές του Περισσού και αυτές της ΔΗΜΑΡ, βάσει της δήλωσης ότι δε θέλει να συναθροιστεί με τους νεοναζί) και επομένως δεν χρειάζεται να συγκληθεί η Ολομέλεια για να συζητήσει πρόταση για διεξαγωγή δημοψηφίσματος.