Ο προβοκάτορας «ιστορικός» Μαραντζίδης, επανήλθε με νέο άρθρο του στο πάντα φιλόξενο «Βήμα» (λογικό για μια φυλλάδα με παρελθόν –εκτός των άλλων– και δωσιλογισμού επί ναζιστικής κατοχής, όταν οι κομμουνιστές θυσιάζονταν για τη λευτεριά αυτού του τόπου), για να απαντήσει σε ένα δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη», αλλά και σε «άλλες πλευρές», που αμφισβήτησαν το πόνημά του περί «κόκκινων κατασκόπων».
Και τι έγραψε; Οτι χαρακτηρίζει «πράκτορες» και «κατασκόπους» τα μέλη του ΚΚΕ, που παρακολουθούσαν σχετικά μαθήματα στην Τσεχοσλοβακία, προκειμένου να έρθουν παράνομα στην Ελλάδα και να στηρίξουν τον παράνομο μηχανισμό και την επαναστατική δουλειά του κόμματος, διότι η Σχολή «οργανώθηκε και επιμελήθηκε από την ηγεσία των μυστικών υπηρεσιών της Τσεχοσλοβακίας». Παραβλέπουμε εκείνο το «επιμελήθηκε», που αποκαλύπτει πλήρη άγνοια του νεοελληνικού συντακτικού από κάποιον που αυτοπροβάλλεται ως ιστορικός και κατέχει πανεπιστημιακή έδρα σε τομέα των ανθρωπιστικών σπουδών, για να μπούμε στην ουσία.
Δεν περιμέναμε, βέβαια, να καταλάβει ο κάθε πρακτορίσκος έννοιες όπως ο προλεταριακός διεθνισμός. Ομως, ο Μαραντζίδης νομίζει ότι απευθύνεται σε αμερικανάκια, επηρεασμένος προφανώς από τις σπουδές του και τις πηγές χρηματοδότησής του (συμβόλαια εκτελεί ο άνθρωπος). Γράφει: «Από την πλευρά του ΚΚΕ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ιδιαίτερο βάρος αποδόθηκε στην παράνομη πολιτική δράση, στην επαφή και καθοδήγηση των διαλυμένων κομματικών οργανώσεων. Από την πλευρά των ανατολικών συντρόφων, όμως, το βάρος έπεφτε στη συλλογή στρατιωτικών πληροφοριών».
Πώς το ξέρει το τελευταίο; Εχει καμιά πηγή, κανένα έγγραφο, έστω και παραχαραγμένο; Οχι, βέβαια. Το… συμπεραίνει διά της εις άτοπον απαγωγής: «Κανένα κράτος δεν θα διακινδύνευε την οργάνωση ενός τέτοιου εγχειρήματος αν δεν είχε συγκεκριμένα πρακτικά οφέλη από αυτό, ειδικότερα μάλιστα κράτη όπως το τσεχοσλοβακικό που δραστηριοποιήθηκαν έντονα σε διεθνές επίπεδο στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου». Πρέπει, όμως, να βρει και απόδειξη γι’ αυτό το αυθαίρετο και παντελώς αστήρικτο συμπέρασμα. Και βρίσκει μια «απόδειξη» που μόνο αμερικανάκια μπορούν να χάψουν: «Στα τσεχοσλοβακικά αρχεία καταγράφεται μια μικρή λεπτομέρεια: η επαγγελματική αποκατάσταση των συντρόφων με το πέρας της αποστολής τους». Το ότι όλοι οι πολιτικοί πρόσφυγες είχαν μια δουλειά στην ΕΣΣΔ ή τις χώρες της Λαϊκής Δημοκρατίας, στις οποίες κατέφυγαν μετά τη συντεταγμένη αποχώρηση του ΔΣΕ από το Γράμμο, επομένως αυτό ίσχυε και για τα παράνομα στελέχη, όταν θα ολοκλήρωναν την αποστολή τους και θα επέστρεφαν ενδεχομένως στη βάση τους, παρουσιάζεται ως… απόδειξη της κατασκοπικής αποστολής του.
Το ότι τα στελέχη αυτά θα αναμιγνύονταν σε μαζική παράνομη δουλειά, με κίνδυνο να συλληφθούν, να βασανιστούν ανελέητα και να εκτελεστούν (μιλάμε για την περίοδο που τα στρατοδικεία έστελναν συνεχώς αγωνιστές στο απόσπασμα), δράση που δεν προσιδιάζει σε κατασκόπους, οι οποίοι δρουν ατομικά και έξω από κάθε παράνομο κίνημα, ελάχιστη σημασία έχει για τον προβοκάτορα. Αυτός πρέπει να γράφει σαν να απευθύνεται σε αμερικανάκια, ρίχνοντας στον ανεμιστήρα εκείνη τη λάσπη που ποτέ δεν έπιασε στους κομμουνιστές, ακόμα και όταν τα στρατοδικεία του μετεμφυλιακού μοναρχοφασισμού τους έστηναν στον τοίχο. Γιατί οι κομμουνιστές δεν είχαν ανάγκη να κερδίσουν τον πατριωτισμό τους. Τον είχαν κερδίσει με το αίμα τους, όπως είπε αγέρωχα στους στρατοδίκες του ο Νίκος Μπελογιάννης.