Και η πιο δημοκρατική κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν είναι παρά δικτατορία της αστικής τάξης
Καρλ Μαρξ
Το Μάαστριχτ είχε απορριφθεί με δημοψήφισμα στη Δανία. Το Ευρωσύνταγμα με δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία. Και τώρα η Ευρωσυνθήκη, με δημοψήφισμα στην Ολλανδία. Οποτε και όπου έγιναν δημοψηφίσματα για σταθμούς στην πορεία της «πολιτικής ενοποίησης» της ΕΕ, πάντοτε πλειοψήφισε το «όχι», παρά το γεγονός ότι το σύνολο ή η συντριπτική πλειοψηφία των αστικών πολιτικών δυνάμεων προπαγάνδιζε και εργαζόταν για το «ναι», έχοντας στη διάθεσή της το σύνολο των μαζικών μέσων παραπληροφόρησης.
Είναι φανερό ότι η διαδικασία της «πολιτικής ενοποίησης» τρομάζει τους εργαζόμενους της Ευρώπης. Θεωρούν ότι το πέρασμα όλης της εξουσίας σε μια τεχνοκρατική γραφειοκρατία θα τους αφαιρέσει τη δυνατότητα διεκδικήσεων και κατακτήσεων σε εθνικό επίπεδο, από την κυβέρνηση της χώρας τους. Γι’ αυτό και, χωρίς κατ’ ανάγκη αυτό να εκφράζει συνολική απόρριψη της ΕΕ ή αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό, όλα τα δημοψηφίσματα βγάζουν «όχι». Ειδικά όταν γίνονται σε συγκυρία που η κρίση σφίγγει τη θηλιά γύρω από το λαιμό των εργαζόμενων.
Μια τέτοια συγκυρία είχαμε τώρα, γι’ αυτό και το «όχι» νίκησε πανηγυρικά, στη μόνη ευρωπαϊκή χώρα που από το σύνταγμά της ήταν υποχρεωμένη να κάνει δημοψήφισμα. Οι άλλες, ξέροντας ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα, φρόντισαν να δεσμευτούν σε μυστική συμφωνία, ότι θα κυρώσουν την Ευρωσυνθήκη στα κοινοβούλια, όπου υπάρχουν συμπαγείς πλειοψηφίες του «ναι». Τι περίμεναν άραγε να αποφασίσουν οι εργαζόμενοι της Ιρλανδίας, όταν μέσα στους πρώτους πέντε μήνες του 2008 η επίσημα καταγραμμένη ανεργία σημείωσε αύξηση κατά 31%, φτάνοντας το 5,4% του ενεργού πληθυσμού (είναι γνωστό, ότι η Ιρλανδία παρουσιαζόταν σαν το «θαύμα» της τελευταίας δεκαετίας, με πολύ χαμηλή ανεργία); Τι περίμεναν να κάνουν οι Ιρλανδοί εργαζόμενοι, όταν ελάχιστες μέρες πριν το δημοψήφισμα, οι υπουργοί Εργασίας της ΕΕ αποφάσισαν την κατάργηση του 8ωρου και την επέκταση του εβδομαδιαίου ωράριου στις 65 ώρες (και παραπέρα);
Το σοκ που υπέστησαν οι πολιτικές ηγεσίες από την ψήφο των Ιρλανδών ήταν μεγάλο. Γι’ αυτό και πέντε μέρες μετά έχουμε μια συνεχή παλινδρόμηση ανάμεσα σε τσαμπουκά και «περισυλλογή». Δεν γνωρίζουμε την κατάληξη της συνόδου κορυφής (ήταν ακόμη σε εξέλιξη όταν έκλεινε η ύλη της εφημερίδας μας), όμως οι υπουργοί Εξωτερικών δεν είχαν καταφέρει να καταλήξουν πουθενά. Πέταξαν το μπαλάκι στον ιρλανδό συνάδελφό τους, όμως η ιρλανδική κυβέρνηση δε μπορεί να συνέλθει από το δικό της σοκ και δεν έχει να προτείνει τίποτα. Κυρίαρχη ήταν η άποψη να αποφασίσουν τη συνέχιση της διαδικασίας επικύρωσης από τις χώρες που ακόμη εκκρεμούν και στο μεταξύ να δουν τι θα κάνουν με την ιρλανδική άρνηση. Διότι πολιτικά δε θέλουν να παραδεχτούν ότι ηττήθηκαν για δεύτερη φορά και μάλιστα από τους εργαζόμενους μιας από τις μικρότερες χώρες της ΕΕ. Θέλουν να στείλουν ένα μήνυμα στους εργαζόμενους της Ευρώπης, ότι είναι αποφασισμένοι να προωθήσουν τις αποφάσεις τους, αγνοώντας την αντίθεση που θα εκφράσουν. Ομως, δεν είναι καθόλου βέβαιο (για να μην πούμε ότι είναι απίθανο) να προχωρήσουν σε μια λύση «ειδικής σχέσης» με την Ιρλανδία. Ηδη, ακούγονται οι πρώτες φωνές που ζητούν να ληφθεί υπόψη η απόφαση του ιρλανδικού δημοψηφίσματος και να ξεκινήσει επαναδιαπραγμάτευση της Ευρωσυνθήκης (Τσεχία). Πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι, ανεξάρτητα από την εικόνα ενότητας και πυγμής που θα στέλνουν προς τα έξω, στο εσωτερικό της ΕΕ θα ενταθούν οι ανταγωνισμοί για ξαναμοίρασμα της ισχύος, με πρόσχημα το μπλοκάρισμα από την απόφαση της Ιρλανδίας.
Το πιο σημαντικό απ’ όλα, όμως, είναι το κρεσέντο αυταρχισμού στο οποίο επιδίδονται πολιτικοί και ΜΜΕ σε ολόκληρη την ΕΕ. Θεωρούν απολύτως φυσιολογικό να μαζεύονται 27 υπουργοί και να καταργούν το 8ωρο, αλλά αφύσικο να ψηφίζουν 1.000.000 άνθρωποι και να μπλοκάρουν την Ευρωσυνθήκη. Μέχρι και το υψηλό ποσοστό της αποχής (45%) ανακάλυψαν. Φαίνεται πως αποχή που φτάνει το 50% (μέσος όρος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο στις προηγούμενες εκλογές) ή το 70% (αποχή στις ευρωεκλογές στη Ρουμανία ή το 52% (εθνικές εκλογές στην Κροατία) είναι αποδεκτή, όταν το αποτέλεσμα δεν ενοχλεί την κυριαρχία τους, ενώ γίνεται απορριπτέα στις σπάνιες περιπτώσεις που τυχαίνει να ευνοήσει προοδευτικές εξελίξεις.
Ο αέρας που πνέει σε ολόκληρη την Ευρωλάνδη είναι αέρας παραπέρα συντηρητικής αναδίπλωσης. Η αστική δημοκρατία δε μπορεί να ανεχθεί τη βιτρίνα της, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα, όταν αυτό εμποδίζει τις αποφάσεις των επιτελείων. Οι εργαζόμενοι κρίνονται ανώριμοι και επιπόλαιοι, διότι –άκουσον, άκουσον!– ψηφίζουν για κείμενα που δεν έχουν μελετήσει και δεν έχουν κατανοήσει, ενώ εκφράζουν στην κάλπη την αντίθεσή τους σε άλλες πλευρές της ΕΕ, όπως είναι η ανεργία, η ακρίβεια κ.λπ. Η λύση; Να συγκεντρωθούν τα πάντα στα σίγουρα χέρια των «αντιπροσώπων».