Ποια είναι η υπέρτατη προτεραιότητα για τον Σαμαρά; Μας το είπε ο ίδιος, στην ομιλία του σε φιέστα που οργάνωσε για πάρτη του ο κολλητός του Π. Κροκίδης, πρόεδρος του συνδικάτου των μεγαλεμπόρων: «Υπέρτατη προτεραιότητα για μένα: Να απενοχοποιήσουμε την επιχειρηματικότητα!». Και πάλι, για όσους ενδεχομένως δεν το έπιασαν με την πρώτη: «Γι’ αυτό επιμένω: Προτεραιότητα να απενεχοποιήσουμε την επιχειρηματικότητα!». Και στο κλείσιμο της ομιλίας, για να μην το ξεχάσει κανείς: «Εγώ λοιπόν, με αυτό θέλω να κλείσω: Με την πίστη μου στο δαιμόνιο του Ελληνα και στην επιχειρηματικότητα. Στην επιχειρηματικότητα που τόσο δοκιμάστηκε τα τελευταία χρόνια. Στην επιχειρηματικότητα που εσείς εκπροσωπείτε. Στην επιχειρηματικότητα και το δαιμόνιο του Ελληνα που είναι το μεγάλο αναξιοποίητο δυναμικό της Πατρίδας μας. Και που τώρα πρέπει να γίνει πρωτοπόρα δύναμη για να βγάλει τη χώρα από την κρίση».
Ο υπερθετικός βαθμός (υπέρτατη, πάνω από οτιδήποτε άλλο, δηλαδή) δεν χρησιμοποιήθηκε τυχαία. Η ανεργία, η φτώχεια, η πείνα, που ξαναεμφανίστηκε στην Ελλάδα μετά από δεκαετίες έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Υπέρτατο καθήκον του Σαμαρά, ως εν δυνάμει πρωθυπουργού και πάντοτε ως αρχηγού ενός από τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα εξουσίας, είναι να πείσει τους εργαζόμενους, ότι το μέλλον τους κρίνεται από την ενδυνάμωση των καπιταλιστών. Γι’ αυτό, άλλωστε, συμμετέχει στη συγκυβέρνηση Παπαδήμου.
Η λογική που παρουσίασε ο Σαμαράς είναι παλιά όσο και οι λάσπες. Πρέπει να στηρίξουμε φορολογικά και ασφαλιστικά τους καπιταλιστές για να γίνουν συνεπείς και να πληρώνουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές! «Απαραίτητη προϋπόθεση για το χτύπημα της φοροδιαφυγής, για την αύξηση των φορολογικών εσόδων, για την εξάλειψη πολλών στρεβλώσεων αθέμιτου ανταγωνισμού είναι μικρότεροι φορολογικοί συντελεστές (…) Αν μειωθούν οι εργοδοτικές εισφορές, θα διατηρηθούν τελικά θέσεις εργασίας, ενώ θα εισρεύσουν και περισσότερα χρήματα στα Ασφαλιστικά Ταμεία».
Η ίδια η ιστορία του ελληνικού καπιταλισμού, όμως, συνηγορεί για το αντίθετο. Για να μην πάμε πολύ πίσω, δεν έχουμε παρά να δούμε την περίοδο 2000-2008, που θεωρείται η πιο πρόσφατη «χρυσή περίοδος» του ελληνικού καπιταλισμού. Μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές το ΠΑΣΟΚ, τους μείωσε και η ΝΔ, όμως τα έσοδα από τη φορολογία νομικών προσώπων δεν αυξήθηκαν. Οσο για τους περιβόητους «μικρομεσαίους», τους οποίους κολακεύει ο Σαμαράς, αυτοί είναι πρωταθλητές στη φοροδιαφυγή, στην εισφοροδιαφυγή και την εισφοροκλοπή. Ετσι και τους μειώσεις τους φορολογικούς συντελεστές και τις ασφαλιστικές εισφορές (που δεν τις πληρώνουν έτσι κι αλλιώς) θα βρουν μια καλή ευκαιρία για να βγάλουν τα σπασμένα.
Τι θα μείνει στην πράξη; Η αβάντα στους καπιταλιστές και όχι κάποια αύξηση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Είναι τόσο παλιό και φθαρμένο αυτό το ιδεολόγημα που ο Σαμαράς αισθάνθηκε την ανάγκη από το πεδίο της πρακτικής πολιτικής να μεταπηδήσει στο πεδίο της… μεταφυσικής: «Αυτό είναι μια πολιτική η οποία στηρίζεται σε τρία πράγματα: Στην ειλικρίνεια, στην εξυπηρέτηση της οικονομικής δραστηριότητας και στην προσήλωση προς το δημόσιο συμφέρον. Γιατί από την πολιτική αυτή όλοι κερδίζουν: και οι έμποροι και οι παραγωγοί και οι καταναλωτές και οι φορολογούμενοι. Το δημόσιο συμφέρον είναι μια προτεραιότητα δημοκρατική. Είναι μια προτεραιότητα που έχουν όσοι αγαπούν τον τόπο τους. Μια προτεραιότητα Πατρίδας!».
Τα ίδια ακριβώς επαναλαμβάνει συνέχεια και ο Βενιζέλος από τότε που εγκατέλειψε το Πεντάγωνο και ανέλαβε την οικονομική πολιτική. Κάνει συνεχώς εκκλήσεις στον πατριωτισμό των καπιταλιστών (αλήθεια, τι έγινε με τους εφοπλιστές που θα τους καλούσε σε συζήτηση για να συμβάλουν στην εθνική προσπάθεια;), την ίδια στιγμή που στραγγαλίζει τον ελληνικό λαό. Την περασμένη Κυριακή, μάλιστα, στη Βουλή, μιλώντας στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, έκανε κι αυτός τη δική του σπονδή στην «επιχειρηματικότητα» λέγοντας με βενιζέλειο λόγο τα ίδια που είπε ο Σαμαράς: «Το οριζόντιο πολυνομοσχέδιο που μου έδωσε εντολή το Υπουργικό Συμβούλιο να προχωρήσω, θα προσπαθήσει να διαμορφώσει το φιλοεπενδυτικό κλίμα που απαιτείται, γιατί μόνο το φιλοεπενδυτικό κλίμα είναι φιλεργατικό, μόνον αυτό το κλίμα βοηθά τον εργαζόμενο και τον άνεργο».
Μιλώντας στην κάστα των εμπόρων ο Σαμαράς δεν παρέλειψε να εκστρατεύσει κατά του παρεμπόριου και των διαδηλώσεων: «Σας υπόσχομαι ότι θα κηρύξω πόλεμο στο παραεμπόριο (…) Το ίδιο ισχύει και με τις συνεχείς κοινωνικές διαμαρτυρίες που αναστατώνουν τη ζωή της πόλης (…) Το να καθηλώνουν λίγες εκατοντάδες, τη δραστηριότητα εκατομμυρίων ανθρώπων, είναι κι αυτό αδικία. Κι όταν αυτό συμβαίνει καθημερινά, είναι απόλυτος παραλογισμός (…) Αυτό τον απίστευτο παραλογισμό θα τον σταματήσω!».
Την ίδια εκδήλωση διάλεξε για να διακηρύξει, για πρώτη φορά μετά την περιβόητη επιστολή που υποχρεώθηκε να στείλει στις Βρυξέλλες, τη νομιμοφροσύνη του προς την τρόικα. Ο,τι εξαρτάται απολύτως από το ελληνικό κράτος θα το κάνω, είπε. Για να συμπληρώσει απνευστί: «Αλλα, όμως, εξαρτώνται πλέον από την έγκριση των δανειστών μας: όπως η μείωση των φορολογικών συντελεστών. Εκεί αυτό που μπορώ να σας υποσχεθώ είναι ότι θα προσπαθήσω να τους πείσω για το τι πρέπει να αλλάξει. Μερικά πράγματα πια δεν μπορούν να γίνουν, αν δεν συμφωνήσουν κι εκείνοι». Η πλάκα είναι ότι, μια μέρα μετά, μιλώντας στη Βουλή, «υποσχέθηκε» ότι θα μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές, «ξεχνώντας» ν’ αναφέρει ότι θα το κάνει αν καταφέρει να πείσει την τρόικα. Το παρουσίασε σαν δεδομένο!
Τώρα που πήρε το κολάι, φαίνεται πως ο Σαμαράς αποφάσισε να δώσει πιο γρήγορο ρυθμό στις κωλοτούμπες. Δεν ήταν αυτός ο σχεδιασμός του, αλλά τώρα πρέπει σιγά-σιγά να συνηθίσει τους Νεοδημοκράτες στις «νέες ιδέες».
Ο Σαμαράς πύκνωσε τις δηλώσεις νομιμοφροσύνης, ενόψει και της συμμετοχής του στο συνέδριο του ΕΛΚ στη Μασσαλία, την περασμένη Τετάρτη, όπου θα επιχειρούσε ν’ αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τους ευρωπαίους Χριστιανοδημοκράτες και ιδιαίτερα με το κόμμα της Μέρκελ, που τον κατηγορούσαν ότι παίζει πολιτικά παιχνίδια με την αντιμνημονιακή ρητορική. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που έγραψε σε άρθρο του στην «Καθημερινή» ο γραμματέας Προγράμματος της ΝΔ Ευρ. Στυλιανίδης: «Η απόφασή μας να εμποδίσουμε το δημοψήφισμα, να ψηφίσουμε τη μεταβατική κυβέρνηση συνεργασίας και να στηρίξουμε πλήρως τις ευρωπαϊκές αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου, σε συνδυασμό με την έμμεση δικαίωση της αρχικής επιφυλακτικότητάς μας, μας έφεραν δημιουργικά στο τραπέζι των ευρωπαϊκών διαβουλεύσεων, σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος». Αναφέρει, επίσης, ότι στόχος της ηγεσίας της ΝΔ είναι «να προχωρήσουμε γρήγορα και συστηματικά στην ανταλλαγή εμπειριών και στην αξιοποίηση τεχνογνωσίας που διαθέτουν τα ισχυρότερα κράτη της ΕΕ, ώστε να προετοιμάσουμε ένα πρακτικό και άμεσα εφαρμόσιμο κυβερνητικό πρόγραμμα».
Αυτές τις διαβεβαιώσεις έδωσε ο Σαμαράς στους Χριστιανοδημοκράτες στη Μασσαλία. Εχοντας την πείρα του Παπανδρέου, που τον καθάρισαν σαν αυγό οι Μερκοζί, προσπέφτει στα πόδια τους, με στόχο να τους πείσει ότι αυτός αποτελεί την εναλλακτική λύση και όχι μια ακόμη κυβέρνηση συνεργασίας. Διότι μια κυβέρνηση συνεργασίας θα βγάλει το λαό στο δρόμο, ενώ αυτός θα τον συγκρατήσει (με ποιο τρόπο άραγε;). Το αν θα τα καταφέρει να τους πείσει μένει να το μάθουμε. Πάντως, στόχευσή του δεν είναι να τους πείσει γενικά ότι δεν χρειάζονται κυβερνήσεις συνεργασίας, αλλά να τους πείσει πως δεν πρέπει να παραταθεί για πολύ η θητεία της συγκυβέρνησης Παπαδήμου, γιατί αυτή δεν έχει λαϊκή νομιμοποίηση και το γεγονός αυτό εγκυμονεί κινδύνους κοινωνικών εκρήξεων. Αυτή είναι η μέριμνα του Σαμαρά. Να γίνουν όσο πιο γρήγορα οι εκλογές, γιατί όσο παρατείνεται η θητεία της συγκυβέρνησης τόσο φθείρεται ο ίδιος, ενώ ψιλοανασαίνει το ΠΑΣΟΚ και η ψαλίδα ανάμεσά τους κλείνει.
Στην ομιλία του στη Βουλή για τον προϋπολογισμό ο Σαμαράς θύμισε… Γιωργάκη. Προσπάθησε να εμφανιστεί δικαιωμένος για την πολιτική και τις απόψεις του, τις οποίες –όπως είπε– δεν έχει αλλάξει. Χαρακτήρισε ολέθρια την πολιτική της κυβέρνησης, λες και δεν είναι η ίδια πολιτική την οποία συνεχίζει η συγκυβέρνηση. Εφτασε στο αφάνταστο σημείο γελοιότητας, από τη μια να καταγγέλλει ότι ο προϋπολογισμός του 2012 «διέπεται δυστυχώς από την ίδια λογική των δύο προηγούμενων ετών» και να προβλέπει ότι οι στόχοι του «είναι πιθανόν να μην επιτευχθούν και πάλι» και στο τέλος να τον ψηφίζει και με τα δυο χέρια!
Τα μέτρα του προϋπολογισμού, είπε, είναι αποφασισμένα από το Μεσοπρόθεσμο και από το πολυνομοσχέδιο του Οκτώβρη και πολλά απ’ αυτά δεν βρίσκουν σύμφωνη τη ΝΔ, όπως δεν τη βρίσκει σύμφωνη και το μίγμα πολιτικής που εφαρμόζεται. Τα υπηρετεί, όμως, μέσω της συγκυβέρνησης, διότι τώρα «προέχει να ρυθμιστεί το συνολικό χρέος της Ελλάδας το ταχύτερο και αυτό απαιτεί έναν οδικό χάρτη δημοσιονομικής προσαρμογής με τελικό στόχο να βγούμε από την κρίση». Για το τέλος κράτησε τις κορόνες: «Δεν δίνω –το ξέρετε– εύκολες υποσχέσεις, αλλά ό,τι υπόσχομαι το κάνω. Ουσιαστικά μόνο δύο πράγματα υποσχέθηκα. Να αποκαταστήσω τις μεγάλες αδικίες στους χαμηλοσυνταξιούχους και στους πολύτεκνους και θα το κάνω. Εχω υποσχεθεί ότι θα αντικαταστήσω πολλά πράγματα που υπάρχουν σήμερα με άλλα ισοδύναμου αποτελέσματος. Εχω τις προτάσεις, για να καμφθούν οι όποιες αντιρρήσεις και για να τα πετύχουμε αυτά». Επαναλαμβάνει, δηλαδή, στις σημερινές συνθήκες, το «λεφτά υπάρχουν» του Γιωργάκη, ενώ ξέρει πολύ καλά πόσα χρόνια θα κρατήσει η πολύ σκληρή λιτότητα.
Με τον ίδιο γελοίο τρόπο προσπάθησε ν’ αποσείσει την κατηγορία ότι συγκυβερνά (το οφθαλμοφανές, δηλαδή): «Η Νέα Δημοκρατία σήμερα δεν είναι ούτε Συμπολίτευση ούτε Αντιπολίτευση. Τι είναι; Είναι ο ρυθμιστικός παράγοντας των εξελίξεων και το απέδειξε και είναι ο ρυθμιστικός παράγοντας η εγγύηση μετάβασης σε μία καινούργια εποχή που θέλουν όλοι οι Ελληνες».
Σ’ αυτές τις μπούρδες απάντησε ο Βενιζέλος, αδειάζοντάς τον μεγαλοπρεπέστατα και πειστικότατα: «Ακουσα ότι ο κ. Σαμαράς θεωρεί πως τα μέτρα για το 2012 είναι ψηφισμένα και δεν έχει ευθύνη. Είναι αθώος του αίματος των μέτρων. Και τώρα απλώς ψηφίζουμε τον προϋπολογισμό και πάμε στην τυπική διαδικασία της συμφωνίας ενός νέου προγράμματος και μιας νέας δανειακής σύμβασης. Οχι. (…) Η διαπραγμάτευση είναι τώρα και είναι αυτονόητο ότι και το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός πρέπει να σταθούν στο πλευρό της κυβέρνησης, στο πλευρό του οικονομικού επιτελείου, στο πλευρό του Υπουργού Οικονομικών για να κάνουμε όλοι μαζί τη διαπραγμάτευση αυτή. Οποιος έχει να προτείνει οτιδήποτε, δεν χρειάζεται να περιμένει να επαναδιαπραγματευτεί μετά την υπογραφή της συμφωνίας, τη ψήφισή της από τη Βουλή και όταν θα δεσμεύεται πλέον η χώρα. Δεν περιμένουμε την επαναδιαπραγμάτευση. Εχουμε μπροστά μας τη σκληρή και πραγματική διαπραγμάτευση. Και μέσα σε πνεύμα συναίνεσης, συστράτευσης και ευθύνης, καλώ όποιον έχει τεκμηριωμένη και υπεύθυνη πρόταση για τη διαχείριση των εσόδων και των δαπανών, για συντάξεις, για μισθούς, για φορολογικούς συντελεστές, για το ειδικό τέλος στα ακίνητα, να προτείνει εναλλακτική λύση. Εάν μπορούμε να πείσουμε τους συνομιλητές μας για εναλλακτικές λύσεις αποδεκτές, αξιόπιστες, οι οποίες δεν θα θέσουν σε κίνδυνο την εθνική οικονομία τις επόμενες μεγάλες δόσεις των 90 δισ., δεν θα θέσουν σε κίνδυνο μισθούς, συντάξεις, επιχειρήσεις, δουλειές, τη θέση της χώρας στην ευρωζώνη, να έρθει και να τα πει τώρα και εγώ προσωπικά θα είμαι πρώτος συναγωνιστής, συμμέτοχος και συνοδοιπόρος στην προσπάθεια αυτή».