Τελικά απέφυγαν τη μεγάλη ξεφτίλα. Δηλαδή, να κάνουν τρεις διαδοχικές ψηφοφορίες, όσες και οι προτάσεις περί παραπομπής πολιτικών προσώπων σε «ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης», στήνοντας σε κάθε ψηφοφορία τόσες κάλπες όσες και οι προτεινόμενοι για παραπομπή. Το σκέφτηκαν ωριμότερα και πείστηκαν ότι έχουν τρόπο να ελέγξουν τους βουλευτές τους για να μην κάνουν κουτσουκέλα. Τα μαντρόσκυλα των κοινοβουλευτικών ομάδων θα παρακολουθούσαν πώς ψηφίζουν οι βουλευτές, κάποιοι θα απείχαν επιδεικτικά από τις κάλπες για Βενιζέλο-Παπανδρέου-Παπαδήμο (ανάμεσά τους και ο Σαμαράς), ενώ θα ελέγχθηκαν οι διαρροές απ’ όσους ψήφισαν και στις τέσσερις κάλπες, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δε θα προκύψει καμιά παραπομπή, πέραν αυτής του Παπακωνσταντίνου. Οσο για τις ψήφους των καραμανλικών υπέρ της παραπομπής του Παπανδρέου, αποφασίστηκε η πολιτική υποβάθμιση του όλου θέματος, με τον Παπανδρέου να μη θεωρεί τον εαυτό του παραπεμπόμενο και να απαξιεί όχι μόνο να πάρει το λόγο, αλλά ακόμη και να στείλει κάποιο σημείωμα, όπως έκανε ο Παπαδήμος. Ετσι, οι καμιά σαρανταπενταριά που προστέθηκαν στις ψήφους των καμμένων και των νεοναζί υπέρ της παραπομπής Παπανδρέου θεωρήθηκαν ως μια… καραμανλική γραφικότητα που απλώς έβγαζε το άχτι της για την ιστορία του Βατοπεδίου με την οποία ο Παπανδρέου «ξεφλούδισε» τον Καραμανλή. Και βέβαια, η μεγάλη πλειοψηφία πειθάρχησε, συγκρατώντας τις «εσώτερες ορμές» της, γιατί ήξερε ότι πρόκειται μόνο για μια «καμένη» υπόθεση, γύρω από την οποία απλά παίζεται ένα πολιτικό παιχνίδι.
Δε νομίζουμε ότι θα υπήρχαν βουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ ή της ΔΗΜΑΡ που θα ψήφιζαν παραπομπή Βενιζέλου. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ο κυβερνητικός συνασπισμός θα κλυδωνιζόταν βίαια και το πιθανότερο είναι να κατέρρεε. Ο κίνδυνος ήταν για τον Παπανδρέου και σ’ ένα πολύ μικρό βαθμό για τον Παπαδήμο. Μπορεί ο Παπανδρέου να μην έχει μέλλον στη εγχώρια πολιτική σκηνή, έχει όμως ακόμη επιρροή σε ό,τι απέμεινε από το ΠΑΣΟΚ, οπότε ενδεχόμενη παραπομπή του θα δημιουργούσε τεράστιο πρόβλημα στον Βενιζέλο και κατ’ ακολουθίαν στη συγκυβέρνηση.
Ο μηχανισμός λειτούργησε, λοιπόν, και η τρικομματική πρόταση για παραπομπή μόνο του Παπακωνσταντίνου πέρασε. Προηγήθηκε ένα άθλιο σόου, με τους αγορητές των κομμάτων να προσπαθούν να κερδίσουν τις εντυπώσεις μετεωριζόμενοι ανάμεσα σε μια νομική και μια πολιτική επιχειρηματολογία, χωρίς να ξέρουν ποια ακριβώς να επιλέξουν. Γι’ αυτό και θεωρούμε κορυφαία στιγμή αυτού του άθλιου σόου τη στιγμή που το σύνολο των Πασόκων χειροκροτούσε μανιωδώς τον ακροδεξιό Βορίδη, ο οποίος μόλις πριν είχε «θάψει» πολιτικά τον Βενιζέλο, μιλώντας γι’ αυτόν λες και βρισκόταν σε ποινικό δικαστήριο. Αφήνοντας στη μπάντα κάθε πολιτικό επιχείρημα, αποφεύγοντας να αρθρώσει οποιοδήποτε λόγο υπεράσπισης της πολιτικής συμπεριφοράς του Βενιζέλου ενόσω ήταν υπουργός Οικονομικών, επιχειρηματολόγησε νομικά (και μόνο νομικά), υποστηρίζοντας ότι οι κατηγορίες που του προσάπτει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στέκουν. Σαν να ήταν δικηγόρος του Βενιζέλου σε ποινικό δικαστήριο. Και οι Πασόκοι τον χειροκρότησαν μανιωδώς.
Δεύτερη κορυφαία στιγμή του άθλιου σόου ήταν η εμφάνιση του Παπακωνσταντίνου. Ο άλλοτε αλαζόνας, υπερόπτης και είρωνας «τσάρος της οικονομίας» εμφανίστηκε ως Βασιλάκης Καΐλας, προσπαθώντας να μιμηθεί τον Λοβέρδο. Πλην όμως ο Λοβέρδος ξεκίνησε από χαμηλά και κάτι ξέρει, ενώ ο Παπακωνσταντίνου υπήρξε πορφυρογέννητος. Εμφανίστηκε ως φτωχός και χρεωμένος στις τράπεζες ο άνθρωπος που κατοικεί στην Κηφισιά! Επικαλούνταν συνέχεια το τεκμήριο αθωότητας και τη διαπόμπευσή του από τα ΜΜΕ ο άνθρωπος που έστηνε καθημερινά γκεμπελίστικα κύματα προπαγάνδας με τα παπαγαλάκια που τάιζε ως υπουργός. Και επί της ουσίας δεν είπε τίποτα. ‘Η μάλλον είπε ψέματα.
Για το πώς χάθηκε το πρωτότυπο CD και για το ότι είχε δώσει εντολή στον Καπελέρη να προχωρήσει σε ελέγχους (ο Καπελέρης τον διαψεύδει).
Είχε προηγηθεί, εκτός Βουλής, η άθλια εμφάνιση του άλλοτε πανίσχυρου και πολυθρύλητου Διώτη στους πρώην συναδέλφους του οικονομικούς εισαγγελείς, στους οποίους έστειλε ένα γραπτό υπόμνημα με το δικηγόρο του. Ενα υπόμνημα που περιλάμβανε τερατώδεις υπερασπιστικούς ισχυρισμούς, που θυμίζουν κλεφτρόνι που προσπαθεί να αμυνθεί διαμορφώνοντας διαδοχικές γραμμές άμυνας, ανάλογα με τα καινούργια στοιχεία που προκύπτουν σε βάρος του. Αυτός που κατέθετε στη Βουλή ότι δεν έκανε αντίγραφο από το στικάκι, τώρα ισχυρίζεται πως έκανε αντίγραφο, αλλά η συνεργάτις του έσβησε το αρχικό στικάκι! Για τη γούνα του Διώτη υπάρχουν πολλά ράμματα ακόμη και σίγουρα θα επανέλθουμε. Επί του παρόντος σημειώνουμε πως με τη νέα γραμμή του στρώνει το δρόμο της απαλλαγής του Παπακωνσταντίνου λόγω αμφιβολιών.
Ο Βενιζέλος υπήρξε, όπως αναμενόταν καταιγιστικός. Εχοντας απέναντί του όχι ένα πολιτικό κατηγορώ αλλά μια πρόταση παραπομπής για έλεγχο διάπραξης ποινικών αδικημάτων, μια πρόταση τραβηγμένη από τα μαλλιά και πολύ κακογραμμένη, έχοντας ακούσει τους αγορητές του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίζονται αμήχανοι και ορισμένοι ακόμη και απολογητικοί (όπως ο Παπαδημούλης), πέρασε στην αντεπίθεση. Μια αντεπίθεση που την είχε ξεκινήσει τις προηγούμενες μέρες, μιλώντας για «σκευωρούς», για «ρεσάλτο» κτλ. Εκμεταλλευόμενος και τη ρητορική του δεινότητα πήγε τη συζήτηση εκεί που τον βόλευε, μιλώντας μόνο πολιτικά και όχι νομικά. Ομως, στο κρίσιμο ερώτημα γιατί δεν ασχολήθηκε με τη λίστα Λαγκάρντ δεν απάντησε. Τα φόρτωσε όλα στον Διώτη. Δήθεν τον κυνηγούσε για να κυνηγήσει τη φοροδιαφυγή, αλλά εκείνος δεν έκανε τίποτα. Σε κάποια τοποθέτησή του εκτός Βουλής είπε και το αμίμητο, ότι είπε στον Διώτη να χειριστεί τη λίστα Λαγκάρντ όπως χειρίστηκε τον Σάββα Ξηρό! Και βέβαια, το επιχείρημα Βενιζέλου ότι θεώρησε το στικάκι ένα από τα πολλά αντίγραφα που υπήρχαν και γι’ αυτό δεν το παρέδωσε στο διάδοχό του, αλλά το πήρε μαζί του, θύμισε επίσης κλεφτρόνι που φτιάχνει υπερασπιστική γραμμή.
Μετά τον τυφώνα Μπένι ο Τσίπρας έπρεπε να σηκώσει το βάρος της απάντησης. Είχε μια έτοιμη ομιλία γεμάτη στρεψοδικίες και γενικές αναφορές στη μνημονιακή πολιτική και την «κλεπτοκρατία» (είναι η καινούργια αγαπημένη λέξη στην προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ). Στο θέμα της ποινικής παραπομπής ήταν εξαιρετικά αδύναμος και ανασφαλής, επιστρατεύοντας ακόμα και το γνωστό ασφαλίτικο επιχείρημα: γιατί ο Βενιζέλος δε θέλει την παραπομπή του, αφού είναι αθώος; Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται! Εχει όμως ένα αβαντάζ ο Τσίπρας. Είναι τόσο φθαρμένος και τόσο αποκρουστικός ο Βενιζέλος που ό,τι και να ειπωθεί εναντίον του πιάνει τόπο, ενώ ό,τι λέει ο ίδιος δεν μετράει.
Ο Σαμαράς, βέβαια, ούτε που πάτησε στη Βουλή. Αφησε τον Μπένι να τα βγάλει πέρα μόνος του. Του προσέφερε τον νεοδημοκρατικό λόχο, αλλά απέφυγε να μπει ο ίδιος στο κάδρο. Το ίδιο και ο Κουβέλης. Ηταν στη Βουλή, αλλά δεν πήρε το λόγο. Κι αυτό φούντωσε τον εκνευρισμό του Μπένι, που ήταν μόνος.