Από την περασμένη Τετάρτη άρχισε στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση του νομοσχεδίου για την τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας. Την Πέμπτη έγινε ονομαστική ψηφοφορία για την καταρχήν ψήφισή του, την οποία προκάλεσαν βουλευτές της ΝΔ. Υπερψήφισαν το νομοσχέδιο ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, το καταψήφισαν η ΝΔ, οι κυβερνητικοί εταίροι ΑΝΕΛ και οι νεοναζιστές της ΧΑ, ενώ το ΚΚΕ ψήφισε «παρών». Ετσι, με το νομοσχέδιο αυτό προκλήθηκε το πρώτο ρήγμα στην συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου.
Πρώτα το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ (απόφαση 350 το 2011) και στη συνέχεια η Ολομέλεια του ΣτΕ (απόφαση 460 του 2013) έκριναν διατάξεις του νόμου 3838/2010 ως αντισυνταγματικές, με θέσεις καθαρά ρατσιστικές και ακροδεξιές, που στηρίζονται στην ξεπερασμένη (ακόμη και για τα σύγχρονα αστικά καθεστώτα) αντίληψη της ιθαγένειας εξ αίματος. Με την απόφαση αυτή του ΣτΕ, που έχει εύστοχα χαρακτηριστεί από νομικούς που ασχολούνται με το δημόσιο δίκαιο ως δικαστήριο που υπερασπίζεται το δίκαιο του μονάρχη, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά μεταναστών, που είτε γεννήθηκαν στην Ελλάδα είτε ήρθαν σε πολύ μικρή ηλικία, βρέθηκαν ξεκρέμαστα και έχασαν βασικά δικαιώματα που απολαμβάνουν οι συνομήλικοί τους που γεννήθηκαν από έλληνες γονείς.
Ομως, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και η αρμόδια αναπληρωτής υπουργός Α. Χριστοδουλοπούλου δεν τόλμησαν να εισάγουν εκείνες τις νομοθετικές ρυθμίσεις με τις οποίες θα αίρονταν όλες οι αδικίες σε βάρος των εκατοντάδων χιλιά-δων παιδιών μεταναστών και θα τους παραχωρούνταν όλα τα δικαιώματά τους. Η ίδια η αρμόδια υπουργός, γνωρίζοντας ότι οι ρυθμίσεις που εισάγονται με το νομοσχέδιό της απέχουν πολύ από το να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες των παιδιών αυτών και αντιλαμβανόμενη ότι αυτό έγινε φανερό, αναγκάστηκε να «εξομολογηθεί» τα εξής κατά την παρέμβασή της στη Βουλή την περασμένη Τρίτη:
«Στη συνέχεια θέλω να εξομολογηθώ ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου, όπως έχουν κατατεθεί, δεν απηχούν την ιδεολογική άποψη του ΣΥΡΙΖΑ όπως θα έχετε καταλάβει. Εχουμε δεχτεί μεγάλη κριτική για τις ρυθμίσεις που έχουμε κάνει, διότι δεν θεωρούνται ότι είναι ούτε ριζοσπαστικές ούτε ικανοποιούν το σύνολο των ανθρώπων, των παιδιών που ζουν στην χώρα μας. Παρά ταύτα, εμείς επιμένουμε σε αυτή τη γραμμή -την ισορροπημένη, όπως τη λέμε- γιατί τη θεωρούμε ρεαλιστική, τη θεωρούμε βιώσιμη και τη θεωρούμε και ανθρώπινη. Με αυτή την έννοια ακριβώς κάναμε και αυτή την επιλογή».
Η υπουργός προσπαθεί να «γλυκάνει» την αναγκαστική εξομολόγησή της, λέγοντας ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου δεν ικανοποιούν το σύνολο των παιδιών που ζουν στη χώρα μας. Η αλήθεια είναι ότι οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου της ικανοποιούν μόνο ένα μικρό μέρος των παιδιών που ζουν στη χώρα μας. Η εξομολόγηση δεν είναι ειλικρινής, όταν την ίδια στιγμή θεωρεί τη γραμμή της ισορροπημένη, ρεαλιστική και βιώσιμη. Είναι σαν την «αμοιβαία επωφελή συμφωνία» που ετοιμάζει ο Τσίπρας με τους ιμπεριαλιστές δανειστές.
Το νομοσχέδιο, πριν εισαχθεί στην Ολομέλεια της Βουλής, συζητήθηκε σε κοινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου. Εχει πια παγιωθεί, όταν συζητιούνται νομοσχέδια, να καλούνται στις Επιτροπές αυτές διάφοροι φορείς για να πουν τη γνώμη τους και στην συνέχεια να δεχτούν οι εκπρόσωποί τους ερωτήσεις από τους βουλευτές. Οι περισσότεροι από τους φορείς που κλήθηκαν στην κοινή συνεδρίαση των επιτροπών έπλεξαν το εγκώμιο των διατάξεων του νομοσχέδιου, ενώ γνωρίζουν ότι με αυτές ικανοποιείται μόνο ένα μέρος των παιδιών των μεταναστών. Υπήρξαν όμως και κάποιοι που είπαν τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Παραθέτουμε τις απόψεις μερικών:
«Βεβαίως οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι σε μια πιο συντηρητική κατεύθυνση σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο» (Γρ. Τσιούκας).
«Επισημαίνουμε πάντως ως αρνητικό γεγονός, ανεξάρτητα από την διαφορετική προσέγγιση που κάνουμε, ότι το νομοσχέδιο επιχειρώντας μια προσαρμογή της νομοθεσίας στην γνωστή αντιδραστική απόφαση του ΣτΕ, την 460/2013, θέτει πιο δύσκολες, πιο αυστηρές προϋποθέσεις για την απόδοση σε σχέση με τον ν. 3838/2010, κάτι που θα οδηγήσει όπως είναι φυσικό στον αποκλεισμό μεγαλύτερου αριθμού παι- διών μεταναστών απ’ αυτήν» (Α. Αντανασιώτης).
«Πιστεύουμε ότι όλα τα παιδιά των μεταναστών, τα μεταναστόπουλα που γεννιούνται ή μεγαλώνουν στην χώρα μας, ανεξάρτητα από το καθεστώς παραμονής των γονιών τους, πρέπει να αντιμετωπίζονται ισότιμα μεταξύ τους και να απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα με τα Ελληνόπουλα σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Δεν συμφωνούμε, δηλαδή, με την κατηγοριοποίηση των παιδιών των μεταναστών, ανάλογα, για παράδειγμα, με το είδος της άδειας διαμονής των γονιών τους» (Α. Αντανασιώτης).
«Ακουσα ότι “αυτός ο νόμος ενθαρρύνει τους παράνομους μετανάστες, τους πρόσφυγες να εισέρχονται στην Ελλάδα’’.Το αντίθετο, όπως είναι ο νόμος δεν ενθαρρύνει καθόλου, είναι αυστηρός. Ο νόμος είναι πολύ αυστηρός για τους πρόσφυγες. Διότι τι λέει ο νόμος; Ο νόμος λέει ότι π.χ. για το παιδί του μετανάστη ο ένας από τους γονείς πρέπει να έχει άδεια παραμονής τουλάχιστον πενταετίας. Εδώ έχουμε κάποιους ανθρώπους αιτούντες άσυλο, οι οποίοι περιμένουν εδώ και μία δεκαετία για να πάρουν την απάντηση. Δηλαδή, απ’ όσο βλέπουμε αυτά τα παιδιά των ανθρώπων αυτών “είναι στον αέρα’’, δεν μπορούν να πάρουν την ιθαγένεια» (Squalenz Martis, εκπρόσωπος του Φόρουμ Προσφύγων).
Τα παραπάνω απηχούν πιστά την πραγματικότητα σε σχέση με το περιεχόμενο των διατάξεων που εισήγαγε στο νομοσχέδιο η Α. Χριστοδουλοπούλου. Διατάξεων που δεν υπαγορεύτηκαν από την ανάγκη να ξεπεραστούν τα εμπόδια που έβαλε το ΣτΕ με τις αποφάσεις του, όπως άφησε να εννοηθεί η αναπληρώτρια υπουργός, αλλά από την πολιτική στόχευση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει την ιθαγένεια σε περιορισμένο αριθμό παιδιών μεταναστών.
Παιδιά μεταναστών που γεννιούνται στην Ελλάδα παίρνουν ιθαγένεια με τις εξής προϋποθέσεις:
– Να γραφούν στην Α΄ Δημοτικού και να παρακολουθούν το ελληνικό σχολείο μέχρι την υποβολή της δήλωσης-αίτησης.
– Ενας από τους γονείς να ζει νόμιμα στη Ελλάδα για πέντε χρόνια πριν την γέννηση των παιδιών. Εάν δε γεννηθούν τα παιδιά πριν κλείσει την πενταετία ο γονιός, τότε η πενταετία γίνεται δεκαετία.
– Κατά την περίοδο της υποβολής της δήλωσης-αίτησης θα πρέπει και οι δύο γονείς να είναι νόμιμοι και ο ένας εξ αυτών να έχει άδεια επί μακρόν διαμένοντος, σύμφωνα με σειρά διατάξεων νόμων και προεδρικών διαταγμάτων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1.
Στην ίδια παράγραφο απαριθμούνται και άλλες ειδικές άδειες παραμονής που πρέπει να έχει ένας από τους γονιούς του παιδιού. Αδειες που όχι μόνο τώρα, λόγω της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και παλαιότερα ήταν πολυδάπανες, ενώ μόνο μια μειοψηφία μεταναστών (πατεράδων και μανάδων) είχε τη δυνατότητα να τις αποκτήσει. Αυτά όλα τα γνωρίζουν τόσο η αναπληρώτρια υπουργός όσο και οι σύμβουλοί της. Επομένως, εισήγαγαν αυτές τις διατάξεις για να αποκλειστεί η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών από τη δυνατότητα να αποκτήσουν ελληνική ιθαγένεια.
Υπάρχει εναλλακτική λύση; Υπάρχει και είναι η απεξάρτηση της παραχώρησης της ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα από την ύπαρξη ή μη αδειών παραμονής (οποιουδήποτε τύπου) των γονιών τους. Μοναδικό στοιχείο να είναι οι σπουδές στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οποιουδήποτε τύπου και η πανεπιστημιακή μόρφωση. Οσον αφορά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν είναι μόνο το γυμνάσιο και το λύκειο. Υπάρχουν τεχνικές σχολές πολλών τύπων που μπορούν να φοιτήσουν τα παιδιά των μεταναστών που γεννιούνται στην Ελλάδα και να εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις για να πάρουν την ιθαγένεια. Την απεξάρτηση από τις άδειες παραμονής τη γνωρίζουν οι κυβερνητικοί, γι’ αυτό και εισήγαγαν διάταξη στην παράγραφο 2 του άρθρου 1Α, με την οποία συνέδεσαν την απόκτηση της ιθαγένειας με τις σπουδές.
Το συμπέρασμα είναι ότι με τις διατάξεις που εισάγει στο νομοσχέδιο η κυβέρνηση Τσίπρα θα δίνει με το σταγονόμετρο την ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα. Μιλάμε μόνο για κυβέρνηση Τσίπρα, γιατί η ομάδα Καμμένου (πλην Κ. Ζουράρι) διαχώρισε τη θέση της και καταψήφισε το νομοσχέδιο. Οι ακροδεξιές καταβολές δεν κρύβονται. Αλλωστε, η συγκυβέρνηση με ένα εθνικιστικό-ακροδεξιό κόμμα όπως οι ΑΝΕΛ, πρέπει να καθόρισε και το περιεχόμενο αυτού του νομοσχεδίου.








