Οι τιμές που επιδαψίλευσε η κυβέρνηση Παπανδρέου στον απροκάλυπτο φασίστα και ρατσιστή Αβιγκντόρ Λίμπερμαν (μέχρι και από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας έγινε δεκτός) δεν εξέπληξαν κανέναν. Από το περασμένο καλοκαίρι έχει γίνει σαφές πως η κυβέρνηση Παπανδρέου έχει αναγορεύσει σε «στρατηγική συμμαχία» τις ελληνο-ισραηλινές σχέσεις, χωρίς να νοιάζεται καθόλου ούτε για το γεγονός ότι το Ισραήλ διοικείται από την πιο ακροδεξιά κυβέρνηση που είχε ποτέ, ούτε για τα αισθήματα φιλίας που τρέφει ο ελληνικός λαός για τους Παλαιστίνιους και τον πολύχρονο αγώνα ανεξαρτησίας που αυτοί δίνουν.
Λίγο πριν στρώσει το κόκκινο χαλί για τον Λίμπερμαν, ο Παπανδρέου πετάχτηκε μέχρι το Ερζερούμ, όπου φωτογραφήθηκε με ασορτί γαλάζια κασκόλ με τον Ερντογάν, γεγονός που επίσης δεν προκάλεσε έκπληξη. Εκπληξη προκάλεσαν οι ασυνήθιστα υψηλοί τόνοι που χρησιμοποίησε ο Παπανδρέου στην ομιλία του. Αυτός, όμως, ήταν ο στόχος. Πίσω από τους υψηλούς τόνους να κρυφτεί η ουσία της μυστικής διπλωματίας. Σε δυο ώρες τετ-α-τετ συνάντηση (χρόνος ασυνήθιστα μεγάλος για τέτοιες συναντήσεις) Παπανδρέου και Ερντογάν δεν συζητούσαν για τον καιρό ούτε για τη μεσογειακή διατροφή. Συζητούσαν όλα τα μεγάλα θέματα που έχουν μπει στο τραπέζι, μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στον υποθαλάσσιο χώρο της Μεσογείου, για τα οποία δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (ακόμα και η Μέρκελ πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο, για το ίδιο θέμα).
Οσο για τους υψηλούς τόνους, φρόντισε να τους απομυθοποιήσει ο Ερντογάν, μιλώντας στους δικούς του «εθνικώς ανησυχούντες» δημοσιογράφους και διευκρινίζοντας πως ο Παπανδρέου στη συνάντησή τους του είπε πως δεν ήθελε να προκαλέσει τέτοιες εντυπώσεις («στη συνομιλία που είχαμε στη συνέχεια, είπε πως στην πραγματικότητα δεν ήθελε να εκληφθούν τα λόγια του με τον τρόπο αυτό. Και όπως είδατε, επανόρθωσε κατά τη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε. Αλλά αυτό που έχει σημασία δεν είναι αυτά που λέμε, αλλά τι καταλαβαίνουν αυτοί που μας ακούν. Υπάρχει αυτή η διαφορά η οποία του ξέφυγε και δεν ήταν και τόσο όμορφο», δήλωσε ο Ερντογάν)! Μ’ άλλα λόγια, μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια. Ο Ταγίπ εφέντης μπορεί να κατανοήσει τις ανάγκες του καρντάς Γιώργου. Αλίμονο αν δεν προσπαθούσε να κλέψει εντυπώσεις με υψηλούς τόνους, σε μια περίοδο που η θέση του στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά δυσχερής, εξαιτίας της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησής του. Αλλωστε, οι μπίζνες δεν γίνονται με τις επίσημες δηλώσεις, αλλά με τη μυστική διπλωματία.
Η ορντινάντσα του Παπανδρέου, βέβαια, ο Δρούτσας, ο σκοτεινός αυτός άνθρωπος που από μεταφορέας υπουργικών χαρτοφυλάκων βρέθηκε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, δεν καταλαβαίνει από τέτοια. Με λογική κυβερνητικού χουλιγκάνου, χαρακτήρισε «συνηθισμένη καραμέλα που ακούμε από διαφόρους» την κριτική της αντιπολίτευσης για μυστική διπλωματία και κατέληξε με ύφος χιλίων χιμπατζήδων: «Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Τουρκία στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία σε ό,τι αφορά την ουσία, αλλά και την εικόνα, και αυτό φαίνεται έχει ενοχλήσει κάποιους και προσπαθούν κάπως να κερδίσουν το χαμένο έδαφος».
Ο ίδιος, σε άλλη εμφάνισή του στα ελληνικά ΜΜΕ, δήλωσε ότι «βεβαίως δεν τίθεται θέμα συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου», έσπευσε όμως να συμπληρώσει με νόημα πως «ό,τι μπορεί να αξιοποιηθεί, θα αξιοποιηθεί»! Η φράση, όμως, που αποκάλυψε την απειρία του στην προπαγανδιστική διαχείριση τέτοιων θεμάτων ήταν η εξής: «Η σχέση με την Τουρκία έχει περάσει σε μια φάση που χαρακτηρίζεται πρωτίστως από ειλικρίνεια – μιλάμε καθαρά».
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου κάνει μυστικές συνομιλίες για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, βάζοντας στο ράφι το θέμα του Καστελόριζου, στο οποίο υπάρχει τουρκικό βέτο. Τι έχει το Αιγαίο; Τίποτα το αξιοποιήσιμο στο άμεσο μέλλον. Εχει ανοιχτεί, όμως, το τεράστιο θέμα των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Ετσι και επαληθευτούν οι προβλέψεις για μεγάλα κοιτάσματα, θα γίνει της κακομοίρας, με την εμπλοκή των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Γαλλίας και των χωρών της περιοχής (Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ, Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος).
Ο Παπανδρέου δεν ενημερώνει ούτε την κυβέρνησή του για όσα διαπραγματεύεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη δίωρη συνάντησή του με τον Ερντογάν δεν κρατήθηκαν επίσημα πρακτικά! Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο υφυπουργός Μανιάτης περιέρχεται τα κανάλια και δείχνει κάποιους χάρτες που αφορούν το Ιόνιο και το Λιβυκό, νότια της Κρήτης. Το νοτιοοαανατολικό άκρο της Ελλάδας και τα εξ αυτού απορρέοντα δικαιώματα δεν αναφέρονται, ενώ η λέξη Καστελόριζο είναι απαγορευμένη στο κυβερνητικό λεξιολόγιο (το ακριτικό νησάκι χρησιμοποιήθηκε μόνο ως ντεκόρ για να ανακοινώσει ο Παπανδρέου την προσφυγή στην τρόικα των κορακιών του διεθνούς χρηματιστικό κεφάλαιου).
Από την άλλη, σε μια άκρως προκλητική κίνηση, η κυβέρνηση Παπανδρέου ανακοίνωσε κατά την επίσκεψη Λίμπερμαν συνεκμετάλλευση με το Ισραήλ του κοιτάσματος «Λεβιάθαν», το οποίο το Ισραήλ έχει βαφτίσει δικό του, ενώ μεγάλο τμήμα του ανήκει στο Λίβανο. Τίθεται, δηλαδή, η κυβέρνηση Παπανδρέου στο πλευρό των Σιωνιστών, σε μια ακόμα επιθετική τους κίνηση ενάντια σε αραβική χώρα. Και μάλιστα σε μια περίοδο που η ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου απειλεί με νέα επίθεση στο Λίβανο και σε συνεργασία με τους Αμερικανούς αυξάνει την εσωτερική ένταση και οδήγησε σε διάλυση τη συμμαχική κυβέρνηση Χαρίρι (λεπτομέρειες στη σελίδα 4).
Αρκετοί στην Ελλάδα, από τον Περισσό μέχρι το λόμπι των «εθνικώς ανησυχούντων», που έχει βρει νέο μέντορα στο πρόσωπο του σερ Βασιλείου Μαρκεζίνη, σηκώνουν ήδη τους τόνους ενάντια στην κυβέρνηση, προσπαθώντας να εγκλωβίσουν τον ελληνικό λαό σε μια «εθνική» γραμμή, έξω από κάθε ταξική προσέγγιση της πραγματικότητας. Η αστική τάξη, όμως, και τα κυρίαρχα ΜΜΕ, δεν δείχνουν να ανησυχούν καθόλου. Γι’ αυτούς «όλα είναι μπίζνες» και «όλα έχουν την τιμή τους». Στριμωγμένη από την κρίση η ελληνική αστική τάξη εμπιστεύεται σ’ αυτή τη φάση τον Παπανδρέου και τη γραμμή του της καταφυγής στις αυλές των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Θεωρούν ότι η «στρατηγική συμμαχία» με το Ισραήλ μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην τουρκική πίεση και να ισοφαρίσει την υπεροχή της Τουρκίας στις υποθέσεις της περιοχής (υπεροχή που δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του μεγέθους της Τουρκίας, αλλά και της σχετικής οικονομικής της άνθισης τα τελευταία χρόνια, εν αντιθέσει με την Ελλάδα).
Είναι, όμως, δυνατόν να μιλάμε για «εθνικό μέτωπο» σε συνθήκες κυριαρχίας της αστικής τάξης; Αυτό δεν μπορεί παρά να είναι ένα μέτωπο υποταγής του λαού στην αστική τάξη. Δηλαδή, αν το ελληνικό κράτος κατοχυρώσει Υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, αυτό θα σημαίνει κατοχύρωση εθνικών δικαιωμάτων; Και η παραχώρηση αυτών των δικαιωμάτων στα μονοπώλια τι θα είναι;