Για πρώτη φορά ελληνικό δικαστήριο καταδίκασε κατηγορούμενους για τροχαίο σε βαθμό κακουργήματος και μάλιστα έστειλε δυο απ’ αυτούς στη φυλακή, μη χορηγώντας ανασταλτικό χαρακτήρα στην έφεσή τους. Το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου καταδίκασε τον οδηγό της νταλίκας που έσπειρε το θάνατο σε 21 μαθητές σε ποινή φυλάκισης 19 ετών, τους συνιδιοκτήτες σε ποινές 18 και 14 χρόνων, τον πρώην διευθυντή της εταιρίας 13 ετών, τον διευθυντή του εργοστάσιου 13 ετών και τον αποθηκάριο βάρδιας 4 ετών και 8 μηνών (οι δυο πρώτοι οδηγήθηκαν στη φυλακή). Επίσης, ομόφωνα το δικαστήριο αναγνώρισε ότι ποινικές ευθύνες έχουν ο πρόεδρος της εταιρίας «Ακρίτας ΑΕ» και η διευθύνουσα σύμβουλος (κόρη του) και αποφάσισε να σταλούν τα πρακτικά στους αρμόδιους εισαγγελείς, για να ασκήσουν διώξεις.
Βέβαια, το δικαστήριο δεν είχε κατηγορούμενους τους ηθικούς αυτουργούς αυτής της τραγωδίας, τους εκπροσώπους του ελληνικού κράτους, που διατηρούν το οδικό δίκτυο στη γνωστή πρωτόγονη κατάσταση και δεν ασκούν κανένα ουσιαστικό έλεγχο στους «χάρους» που κυκλοφορούν ασύδοτα. Ούτε μπορούσαμε να περιμένουμε από ένα τέτοιο δικαστήριο να κάνει την υπέρβαση και να προβεί τουλάχιστον σε μια ηχηρή καταγγελία γι’ αυτές τις ευθύνες. Ηταν, όμως, μια γενναία απόφαση, που ενδεχομένως να καταστήσει κάποιους περισσότερο προσεκτικούς (σχετικά είναι αυτά τα πράγματα).
Αν σημειώνουμε το γεγονός δεν είναι για να εξάρουμε τη στάση του συγκεκριμένου δικαστήριου (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν απόφαση πρώτου βαθμού και στην Ελλάδα συνηθίζουμε να λέμε ότι «στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό»), αλλά για να τη χρησιμοποιήσουμε ως οδηγό για ένα σχόλιο για μια άλλη πολύκροτη δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη, αυτή για το τραγικό ναυάγιο του «Εξπρές Σαμίνα», στο οποίο χάθηκαν ογδόντα ζωές.
Στη δίκη για το ναυάγιο τα μεγέθη είναι εντελώς διαφορετικά. Η ίδια η δίκη χρειάστηκε χρόνια για να ξεκινήσει και το παραπεμπτικό βούλευμα άλλαξε τρεις φορές. Τελικά, οι εκπρόσωποι της πλοιοκτήτριας εταιρίας κατηγορήθηκαν μόνο σε βαθμό πλημμελήματος. Εμφανίστηκαν στη δίκη μόνο την πρώτη μέρα και έκτοτε εκπροσωπούνται από τους συνηγόρους τους. Φυσικά, δεν περιμέναμε από χοντρόπετσους καπιταλιστές μάνατζερ να έχουν την ευαισθησία να καθήσουν στη δίκη και να ακούσουν τις συγκλονιστικές περιγραφές των ναυαγών που κατάφεραν να γλιτώσουν. Ούτε τις εμπεριστατωμένες ερμηνείες για τα αίτια του ναυάγιου που έδωσαν αρκετοί απ’ αυτούς, που έτυχε να είναι ναυτικοί με πείρα και γνώση. Αφησαν τους καλοπληρωμένους δικηγόρους τους να τους εκπροσωπήσουν επάξια. Οσο για τις τύψεις και την ηθική, ελάτε τώρα…
Το κρίσιμο ερώτημα είναι άλλο. Γιατί οι ιδιοκτήτες της φονικής νταλίκας των Τεμπών και οι εκπρόσωποι της εταιρίας φόρτωσης κάθησαν στο εδώλιο του κατηγορούμενου και μάλιστα καταδικάστηκαν σε μεγάλες ποινές, ενώ οι εφοπλιστές του «Σαμίνα» έχουν καθαρίσει πριν καν ξεκινήσει η δίκη; Η απάντηση είναι απλή: γιατί είναι διαφορετικά τα μεγέθη. Αλλο ιδιοκτήτης μιας νταλίκας, άλλο ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου ακτοπλοϊκού στόλου. Ο ιδιοκτήτης μιας νταλίκας μπορεί να δικαστεί και να καταδικαστεί, για να ησυχάσει η κοινή γνώμη και να ικανοποιηθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα, όμως οι εκπρόσωποι της μεγαλύτερης εφοπλιστικής οικογένειας δεν μπορεί να έχουν την ίδια μεταχείριση, έστω και αν προσβάλλεται βάναυσα το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Εστω και αν οι ευθύνες τους είναι κάτι παραπάνω από φανερές.
Κατέθετε στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας στη δίκη ένας πρώην θαλαμηπόλος του «Σαμίνα», που τώρα έχει γίνει συνιδιοκτήτης «δελφινιού» που κάνει δρομολόγια στη Σάμο (!) και είχε κάνει φανερή την πρόθεσή του να στηρίξει την εταιρία και να φορτώσει τα βάρη στον πλοίαρχο και τον υποπλοίαρχο. Τον ρωτούσαν οι δικηγόροι των θυμάτων για τα στεγανά του πλοίου, που είχαν καταργηθεί για να μετατραπούν σε καμπίνες. Ξέρετε ποια ήταν η απάντησή του; Θαυμάστε τη: «Σας φαίνεται παράξενο; Σε πολλά βαπόρια, ακόμα και σήμερα, κοιμούνται σε καμπίνες που είναι κάτω από το γκαράζ».
Γι’ αυτόν ήταν υπερασπιστικό επιχείρημα. Διότι, βεβαίως, οι μετασκευές που γίνονται στα βαπόρια που αγοράζουν μεταχειρισμένα και βασανισμένα οι εφοπλιστές και τα μετατρέπουν σε σκυλοπνίχτες, έχουν την έγκριση και τον Νηογνωμόνων και του ΥΕΝ, που τους δίνουν πιστοποιητικά αξιοπλοΐας. Η λογική που επικρατεί είναι απλή: Εντάξει, ρε παιδιά, το Αιγαίο δεν είναι Ατλαντικός ούτε Βόρεια Θάλασσα για να χρειαζόμαστε τόσα στεγανά, ώστε να κρατήσουν το βαπόρι στην επιφάνεια σε περίπτωση ναυάγιου. Ας κλείσουμε ένα τμήμα των στεγανών και ας το μετατρέψουμε σε καμπίνες, που έχουν ζήτηση. Πώς αλλιώς να βγει η εταιρία, αν δεν έχει μερικές καμπίνες παραπάνω το βαπόρι;
Ανοιχτά της Πάρου έγινε η «στραβή», το «Σαμίνα» χτύπησε στη βραχονησίδα και βούλιαξε «πιο γρήγορα απ’ όσο βουλιάζει μια βάρκα», όπως σημείωσαν χαρακτηριστικά κάποιοι από τους ναυαγούς με ναυτική πείρα. Τα στεγανά είχαν γίνει καμπίνες και το βαπόρι δεν μπόρεσε να κρατηθεί τόσο όσο χρειαζόταν για να αποβιβαστεί με ασφάλεια ο κόσμος. Πήρε αμέσως κλίση και βυθίστηκε σε λιγότερο από μισή ώρα. Και βέβαια, τα λειψά και απαρχαιωμένα σωστικά μέσα, που δεν λειτούργησαν, επέτειναν το κακό και έκαναν να χαθούν τόσοι άνθρωποι.
Πώς, να στείλουν τους εφοπλιστές κατηγορούμενους για τις μετασκευές, όταν αυτές είναι εγκεκριμένες από τα αρμόδια κρατικά όργανα; Θα έπρεπε να στείλουν κατηγορούμενους και κρατικούς υπάλληλους και πολιτικά στελέχη. Αλλά πάνω απ’ όλα θα έπρεπε να περάσουν από το μικροσκόπια όλα τα σαπάκια που αλωνίζουν το Αιγαίο, υπέργηρα, μετασκευασμένα, καταταλαιπωρημένα. Εχουν υπάρξει καταγγελίες τουλάχιστον για ένα βαπόρι, το «Δημητρούλα» του Αγούδημου, ότι έχει καμπίνες επιβατών κάτω από τα γκαράζ, δηλαδή σε χώρους που θα έπρεπε να είναι στεγανά. Ουδείς ενδιαφέρθηκε όχι να ελέγξει, αλλά να δώσει τουλάχιστον μια απάντηση. Να πει ότι ναι, επιτρέπεται σε κείνους τους χώρους να κατασκευάζονται καμπίνες.
Γι’ αυτό σας λέμε, το πρόβλημα δεν είναι νομικό, είναι πολιτικό, είναι πρόβλημα «μεγεθών», πρόβλημα συσχετισμών. Φωνάζουν οι νησιώτες. Ζητούν φτηνή και ασφαλή συγκοινωνία. Ουδείς τους δίνει σημασία. Στο τέλος, απογοητεύονται και σταματούν, γιατί βλέπουν ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης (το ΚΚΕ συγκεκριμένα) ενδιαφέρεται μόνο για να χρησιμοποιήσει τη διαμαρτυρία και τις κινητοποιήσεις τους για τη συλλογή ψήφων στα νησιά, όπου δεν τα πάει και τόσο καλά όπως στο παρελθόν. Αν αυτές οι κινητοποιήσεις δεν αυτονομηθούν από τον εναγκαλισμό των καθεστωτικών κομμάτων και δεν γίνουν κινητοποιήσεις μαχητικές, αταλάντευτες, βίαιες για να «ακουστούν», τίποτα δεν πρόκειται να βγει. Στο τέλος θα καταντήσουν κινητοποιήσεις κομματικών λόχων.