Η διαφορά μιας κυβέρνησης από ένα μπουρδέλο είναι γνωστή: στο μπουρδέλο αλλάζεις «κορίτσια» και οι δουλειές ανεβαίνουν, ενώ στην κυβέρνηση πρέπει ν’ αλλάξεις πολιτική (έστω και σε δευτερεύοντα ζητήματα), για να ελπίζεις ότι μπορεί να ξανακερδίσεις την πελατεία. Παρά ταύτα, σε ένα ρευστό πολιτικό σκηνικό, με το λαό μπαϊλντισμένο και καθηλωμένο, σ’ ένα σκηνικό όπου κυριαρχεί η γκεμπελίστικη προπαγάνδα, μπορείς να ελπίζεις ότι βάζοντας κάποια γκεσέμια της «λαϊκής δεξιάς» στην κυβέρνηση, από τη μια θα κατακλύζεις καθημερινά τα ραδιοκάναλα και από την άλλη θα δημιουργήσεις «ρεύμα επανόδου» μιας μερίδας των ακροδεξιών ψηφοφόρων και άρα επανάκαμψης όσων στελεχών απομακρύνθηκαν τα τελευταία χρόνια από το μαντρί.
Ο νέος ανασχηματισμός-οπερέτα του Σαμαρά (πάλι το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, όπως και πέρσι), που παρουσιάζεται ως «σαρωτικός» και ως «νέο ξεκίνημα», μοιάζει να έγινε για να φλυαρούν καθημερινά από τα τηλεπαράθυρα, με υπουργική ιδιότητα πλέον, ο Γιακουμάτος, ο Ντινόπουλος, ο Βορίδης, η Παπακώστα και η Βούλτεψη. Το μοναδικό πρόσωπο υπουργού που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει κάτι σε επίπεδο πολιτικής, αυτό του υπουργού των Οικονομικών, προέρχεται από τη μεγάλη των τραπεζιτών σχολή, όπως και ο Στουρνάρας, και διορίστηκε στο πόστο του με τη σύμφωνη γνώμη του Βερολίνου και των Βρυξελλών, που είχαν φροντίσει να ρίξουν προειδοποιητικές βολές σε χρόνο μηδέν μετά την καρατόμηση του Θεοχάρη: η οικονομική πολιτική είναι δική μας υπόθεση.
Αυτή τη φορά ο Σαμαράς σχημάτισε πράγματι… μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα. Αντί για 41, διόρισε 45 υπουργούς, αναπληρωτές υπουργούς και υφυπουργούς. Δεν έβγαινε αλλιώς ο λογαριασμός, γιατί έπρεπε να βολευτούν και ο ίδιος και ο συνεταίρος του ο Βενιζέλος. Ο Σαμαράς έπρεπε να βολέψει ομάδες και γεωγραφικές ενότητες, να ικανοποιήσει προσδοκίες βουλευτών και να καλλιεργήσει προσδοκίες σε άλλους για τον επόμενο ανασχηματισμό, ενώ ο Βενιζέλος έπρεπε να δείξει στους Πασόκους ότι πήγε τόσο καλά στις εκλογές που κατάφερε να βολέψει περισσότερους σε κυβερνητικούς θώκους. Πάλι καλά που το κοντέρ σταμάτησε στο 45.
Υπάρχουν, βέβαια, αυτοί που ξεχωρίζουν στο νέο κυβερνητικό σχήμα, με πρώτο τον γίγαντα Μάκαρο Γιακουμάτο, ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα είχε αποφανθεί ότι ο Σόιμπλε είναι… πράκτορας του ΣΥΡΙΖΑ. Η πλάκα είναι πως ο Γιακουμάτος θα είναι υφυπουργός του Δένδια, τον οποίο στις 19 του περασμένου Μάρτη περνούσε «γενεές δεκατέσσερις» από το βήμα της Βουλής, κατηγορώντας τον ότι σχεδίασε τη σύλληψη της συζύγου του για χρέη προκειμένου να τον βλάψει πολιτικά. Δεν κωλώνει όμως σε κάτι τέτοια ο Μάκαρος. Αρκεί που ξαναβρέθηκε στην κυβέρνηση.
Δεύτερος είναι ο άλλος γίγαντας, ο Κουκοδήμος, για τον οποίο –παραδόξως– δεν έγινε και πολλή συζήτηση. Είναι αυτός που το Γενάρη του 2008 πήγαινε στον φίλο του τον Ζούγκλα, για να μεταφέρει πρόταση του τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ Κλαδά «να τα βρουν», με εκατέρωθεν ανταλλάγματα. Ακολούθησε ένα σύστριγγλο, το οποίο έκανε ρόμπα τον Κουκοδήμο, αλλά στη συνέχεια ξεχάστηκε (όπως και το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, στα απόνερα του οποίου «κολυμπούσε» και η διαμεσολάβηση Κουκοδήμου).
Οταν ο Σαμαράς δήλωνε, τη βραδιά των ευρωεκλογών, ότι «έλαβε το μήνυμα», εννοούσε αυτό που επιχείρησε με τον ανασχηματισμό: άθικτη η οικονομική πολιτική και σαρωτικές αλλαγές στα πρόσωπα, ώστε όλη η δεξιά να στρωθεί στη δουλειά ενόψει των επόμενων εκλογών. Εχωσε όλη τη «λαϊκή δεξιά» της Β’ Αθήνας στην κυβέρνηση, για να δημιουργήσει ανάχωμα στις διαρροές ψήφων προς τους νεοναζί. Αλλαξε τον Μπουμπούκο (που δεν τον γουστάριζαν όχι μόνο γιατροί και φαρμακοποιοί, αλλά ακόμη και οι φαρμακοβιομήχανοι) με τον Διόσκουρό του Βορίδη, ο οποίος εμφανίζεται ως περισσότερο σοβαρός και λιγότερο προκλητικός (ζήτημα στιλ, όχι ουσίας). Ο Μπουμπούκος χρησιμοποιήθηκε σαν delivery boy για μεγάλες ανατροπές στο χώρο της Δημόσιας Υγείας και αφού έκανε τη δουλειά, πετάχτηκε σαν στυμμένη λεμονόκουπα.
Εκανε εκτεταμένο «ροτέισον», διώχνοντας ακόμη και δικούς του ανθρώπους (Παναγιωτόπουλο, Μιχελάκη, Αρβανιτόπουλο), ορισμένοι από τους οποίους υποδεικνύονται, εμμέσως πλην σαφώς, ως υπεύθυνοι για ήττες στις τοπικές εκλογές (ο Μιχελάκης για τη μη εκλογή Σγουρού, ο Αρβανιτόπουλος για την έκθεσή του στο πλευρό του Μώραλη, η Μακρή για τη στήριξη του Μπέου). Ο Παναγιωτόπουλος έμεινε δυο χρόνια στην κυβέρνηση, οπότε ήταν καιρός να περάσει στον πάγκο, ο Χατζηδάκης θεωρήθηκε ως βολικό θύμα, λόγω της νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας του, που την έβγαζε σε κάθε πολιτική του πρωτοβουλία ως υπουργός, ενώ ο Σίμος έτσι κι αλλιώς ήταν αναλώσιμος.
Ταυτόχρονα, ο Σαμαράς έβαλε στην κυβέρνηση ένα σωρό στελέχη που είχαν στηρίξει τη Μπακογιάννη το 2009 (Γιακουμάτο, Ορφανό, Ντινόπουλο, Βούλτεψη, ακόμη και τον Λαμπρόπουλο με τον οποίο ήταν στα μαχαίρια στη Μεσσηνία). Ισως να έχει κλείσει και συμφωνία για την αποστολή της Μπακογιάννη στις Βρυξέλλες, αν και οι διαρροές από το Μαξίμου λένε πως απλά η υποψηφιότητα Μπακογιάννη «παίζει», όπως και του Χατζηδάκη.
Αν δει κανείς τις αλλαγές που έκανε ο Σαμαράς από άποψη πολιτικής σημειολογίας, θα διαπιστώσει ότι προσπαθεί να δείξει ένα πιο σκληρό δεξιό πρόσωπο, κυρίως στο επίπεδο της προπαγάνδας, το μόνο στο οποίο η κυβέρνησή του μπορεί να παίξει, αφού η πολιτική είναι δεδομένη. Ακόμη και ο Κικίλιας, λέγεται ότι δεν στάλθηκε στο υπουργείο Μπάτσων και Καταστολής από καραμπόλα ή ελλείψει άλλου, αλλά γιατί έχει φτιάξει «μηχανισμό» στους μπάτσους από την εποχή που ασχολούνταν με το δήμο Αθήνας και την περιφέρεια Αττικής και έτσι μπορεί να τραβήξει ψηφαλάκια από τη Χρυσή Αυγή.
Είναι αυτή μια εκλογική κυβέρνηση; Και ναι και όχι. Ασφαλώς, ο Σαμαράς δεν έχει κανένα λόγο να πάει σε εκλογές τους επόμενους μήνες, γιατί ξέρει ότι θα τις χάσει. Ασφαλώς, έχει κάθε λόγο να ελπίζει ότι τον ερχόμενο Μάρτη θα βρει 180 ψήφους για να εκλέξει πρόεδρο της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή (τον Κουβέλη ως την πιθανότερη αυτή τη στιγμή επιλογή). Ετσι όπως έχουν τα πράγματα, όμως, το «ατύχημα» καραδοκεί σε κάθε βήμα και γι’ αυτό πρέπει να είναι έτοιμος. Γι’ αυτό και απαίτησε και πήρε και το υπουργείο Γεωργίας (στο οποίο τοποθέτησε τον παλαιό βουλευτή και έμπειρο ρουσφετολόγο Γ. Καρασμάνη), ώστε να επουλώσει –μέσω ρουσφετιών– και κάποιες «γαλάζιες» πληγές στον αγροτικό τομέα.
Ο Βενιζέλος, από την άλλη, είχε τα δικά του ζόρια. Επρεπε να βολέψει όλες τις «φυλές» του ΠΑΣΟΚ, ενόψει των φθινοπωρινών συνεδρίων (ΠΑΣΟΚ και Ελιάς). Ο «πιστός Πάρις» αυτή τη φορά δεν έκανε τσαλιμάκια (την προηγούμενη φορά ήθελε το υπουργείο Εσωτερικών και αρνήθηκε να πάει αναπληρωτής) και βολεύτηκε με το πόστο του αναπληρωτή υπουργού Γεωργίας (έχει να φροντίσει και την επανεκλογή του). Ο «πιστότερος» Οδυσσέας πήρε ένα υφυπουργείο, για να σταλεί το μήνυμα σε όλους τους «φερέλπιδες» Πασόκους ότι μόνον ο Βαγγέλης μπορεί να τους βολέψει. Ο Συμεών ήξερε ότι θα πάρει τον πούλο, γι’ αυτό και ξαφνικά… έριξε μπόι και έγινε… αντιηγετικός. Ο Σαχινίδης, που διεκδικεί ρόλο δελφίνου, θα έμενε εκτός έτσι κι αλλιώς, αλλά δυο άλλοι «χαλαροί» παπανδρεϊκοί, ο Ντόλιος και η Γκερέκου, πήραν υφυπουργεία, οπότε θα γίνουν προεδρικότεροι του Πάρι και του Οδυσσέα. Ο Λοβέρδος πήρε υπουργείο (όχι το Γεωργίας που ήθελε, αλλά υπουργείο), οπότε το ρήγμα μεταξύ των δύο παλιών φίλων που είχαν γίνει εχθροί φαίνεται να κλείνει (προσωρινά, φυσικά). Ο Χρυσοχοΐδης, που είναι μια κατηγορία μόνος του (εκεί έχει καταντήσει το ΠΑΣΟΚ), διατήρησε το υπουργείο του. Μόνο τον Σκανδαλίδη δεν κατάφερε να βολέψει, υφυπουργοποιώντας τον Κουτσούκο, αλλά δεν ξέρουμε και αν το ήθελε πραγματικά (θα μπορούσε ν’ αφήσει εκτός τη Γκερέκου, για παράδειγμα).
Το «άτυπο σχόλιο» που διένειμε το ΠΑΣΟΚ αμέσως μετά την ανακοίνωση του νέου υπουργικού συμβούλιου, γραμμένο διά χειρός Βενιζέλου (το ύφος τον προδίδει), αποτελεί ένα υπόδειγμα άθλιας πολιτικής μπακαλικής, αφού δεν κάνει τίποτ’ άλλο από το να απαριθμεί ένα προς ένα όλα τα υπουργεία και υφυπουργεία που πήρε το ΠΑΣΟΚ, ποια διατηρήθηκαν και ποια άλλαξαν χέρια, ενώ εισαγωγικά δηλώνει ότι «το ΠΑΣΟΚ είναι ικανοποιημένο από την νέα σύνθεση της κυβέρνησης». Στο τέλος, δεν παραλείπει να αποκαλύψει όλο το βενιζέλειο κόμπλεξ, σημειώνοντας: «Ο κ. Βενιζέλος θεωρεί ότι το νέο κυβερνητικό σχήμα κάτω από τον καθημερινό συντονισμό του Πρωθυπουργού και του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης μπορεί να προωθήσει συγκεκριμένους πρακτικούς στόχους που θα αλλάξουν το κλίμα στην κοινωνία με αυστηρό εβδομαδιαίο χρονοδιάγραμμα και μετρήσιμα αποτελέσματα»! Αυτοαναγορεύεται σε συμπρωθυπουργεύοντα, ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι ο πρωθυπουργός είναι ένας και πως ο ίδιος ως αντιπρόεδρος δεν έχει καμιά αρμοδιότητα συντονισμού της κυβέρνησης.
Το μήνυμα Βενιζέλου προς τους Πασόκους είναι ευδιάκριτο: συσπειρωθείτε γύρω μου, να πιάσουμε καλύτερο σκορ στις επόμενες εκλογές, για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε περισσότερα υπουργεία. Βλακώδες μήνυμα, που δείχνει την πολιτική απελπισία του Βενιζέλου. Το ότι έκλεισε δυο-τρία στόματα και ξαναμάζεψε τον Λοβέρδο, δεν σημαίνει ότι έλυσε το βασικό πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ. Αυτό θα το βρίσκει καθημερινά μπροστά του και είναι αυτό που θα εξακολουθεί να τροφοδοτεί την εσωτερική κρίση του ΠΑΣΟΚ. Ο Βενιζέλος ξέρει πως είναι αρχηγός υπό προθεσμία, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτ’ άλλο εκτός από το να πολεμήσει με νύχια και με δόντια να παραμείνει γαντζωμένος στην καρέκλα, κι όπου τον βγάλει…
Οι εντυπώσεις από τον ανασχηματισμό σε λίγες μέρες θα έχουν ξεχαστεί. Καλό είναι το παραπολιτικό κουτσομπολιό, αλλά δεν χορταίνει. Με ένα δεδομένο προϋπολογισμό, με μια δεδομένη πολιτική σκληρής λιτότητας, κανένας υπουργός, ακόμη και ο πιο λαϊκιστής και ρουσφετολόγος δεν μπορεί να γυρίσει το κλίμα.








