Γράφαμε το καλοκαίρι που μας πέρασε πως ο Πιερρακάκης πρόκειται να συνεχίσει την ίδια αντιεκπαιδευτική πολιτική με την προκάτοχό του θεούσα νεοφιλελεύθερη Κεραμέως. Αλλωστε, είχε αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στο υπουργείο Παιδείας, μαζί με τις Υφυπουργούς κ. Μακρή και Μιχαηλίδου χτίζουμε επάνω στο πυκνό έργο που πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη τετραετία και που μας επιτρέπει να θέσουμε τον πήχη ακόμα πιο ψηλά, αυτό άλλωστε αποτελεί και την πιο σωστή ερμηνεία του αποτελέσματος των πρόσφατων εθνικών εκλογών. Η ελληνική κοινωνία είναι που θέλει να πατήσουμε το γκάζι – και όχι το φρένο. Και θα το κάνουμε».
Δεν έχει αξία να επαναλάβουμε τις προγραμματικές δηλώσεις του Πιερρακάκη για να αντιληφθούμε πως η αντιεκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης των α(χ)ρίστων – Κούλη 2 δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο.
Ετσι, λοιπόν, την βδομάδα που μας πέρασε πολλές Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης απέστειλαν ενημερωτικό email προς τους νεοδιορισθέντες εκπαιδευτικούς του 2021 για να τους ενημερώσουν σχετικά με τη διαδικασία ατομικής αξιολόγησής τους, που αποτελεί προϋπόθεση για τη μονιμοποίησή τους, και για τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν για να προχωρήσει η διαδικασία. Ο,τι είχαν κάνει και πέρυσι δηλαδή η Κεραμέως και ο Κόπτσης. Οι Διευθύνσεις, ως βασιλικότερες του βασιλέως, προέτρεξαν για να ακολουθήσει στη συνέχεια νέα εγκύκλιος του Γ.Γ. του υπουργείου Παιδείας Ι. Κατσαρού με τις οδηγίες για την αξιολόγηση.
Στην εγκύκλιο (αριθ. πρωτ. 118991/ΓΔ5, 23 Οκτωβρίου 2023) αναφέρεται ότι «Ο/Η Σύμβουλος Εκπαίδευσης, ως αξιολογητής, οφείλει μέχρι τις 10/11/2023 να δρομολογήσει και να εκκινήσει τη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 11 της προαναφερθείσας Κ.Υ.Α. ώστε μέχρι τις 20/11/2023 να έχει εκκινήσει η διαδικασία παρατήρησης της πρώτης διδασκαλίας των εκπαιδευτικών της περιοχής ευθύνης του/της».
Υπενθυμίζεται επίσης πάλι το τρομοκρατικό μήνυμα του άρθρου 56 του νόμου Κεραμέως (ν. 4823/2021) προς τους εκπαιδευτικούς, που θα αρνηθούν να αξιολογηθούν ότι η άρνηση και μη συμμετοχή τους αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, που τιμωρείται με βάση τον φασιστικό δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα: «Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 56 του ν. 4823/2021 (Α΄136), η συμμετοχή στις διαδικασίες αξιολόγησης τόσο για τους αξιολογητές όσο και για τους αξιολογούμενους αποτελεί εκπλήρωση υπαλληλικού καθήκοντος και υποχρέωση. Η παράλειψη στελέχους της εκπαίδευσης, εκπαιδευτικού ή μέλους Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. να λάβει μέρος, να διευκολύνει ή να προβεί, σε επιβαλλόμενη ή απλώς προβλεπόμενη από τον νόμο άσκηση αρμοδιότητας ή σε οποιοδήποτε στάδιο της αξιολογικής διαδικασίας στελέχους της εκπαίδευσης ή εκπαιδευτικού ή μέλους Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. συνιστά ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται με τις πειθαρχικές ποινές του άρθρου 109 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26), όχι κατώτερη του προστίμου ίσου με τις αποδοχές ενός μηνός».
Αποδεικνύεται, λοιπόν, στην πράξη πως ακολουθείται η ίδια πολιτική απαρέγκλιτα. Μια πολιτική διάλυσης του δημόσιου σχολείου, απαξίωσης των αναγκών των μαθητών, κατηγοριοποίησης σχολικών μονάδων-εκπαιδευτικών-μαθητών, κατάλυσης των συναδελφικών σχέσεων και επιβολής τρόμου και υποταγής.
Οπως ήταν αναμενόμενο και αυτήν τη φορά οι εκπαιδευτικοί έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια και αυτήν την προτροπή του υπουργείου, για να μπουν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα έτσι ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία της ατομικής αξιολόγησης. Οπως το έκαναν πέρυσι, έτσι θα το κάνουν και φέτος: οι εκπαιδευτικοί δεν θα αφήσουν τους επίδοξους αξιολογητές να μπουν στις σχολικές τάξεις.
Αλλωστε, την αποτυχία εφαρμογής της αξιολόγησης ομολογεί και το ΙΕΠ στον απολογισμό του, αν και προσπαθεί να την κουκουλώσει και να την αποδώσει σε μια «δύσκολη, απαιτητική χρονιά λόγω των υγειονομικών πρωτοκόλλων» και στις «έντονες αντιδράσεις από τα εκπαιδευτικά σωματεία», που βεβαίως δεν προέρχονταν μόνο από τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, αλλά κυρίως από τους εκπαιδευτικούς της βάσης ως σύνολο, που πίεζαν και τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες σε αυτήν την κατεύθυνση. Πλην, όμως οι στρογγυλεμένες παραδοχές ότι «τα παραπάνω δυσκόλεψαν την κατανόηση των βασικών παραδοχών και στοχεύσεων της εσωτερικής αξιολόγησης» και «παρεμπόδισαν σε κάποιο βαθμό την ετοιμότητα των σχολικών μονάδων να ανταποκριθούν», φανερώνουν ότι η αξιολόγηση καρκινοβατεί και δεν περπάτησε όπως επιθυμούσε το ΥΠΑΙΘΑ.
Εδώ αξίζει να υπογραμμίσουμε τη σημασία της επαναπροκήρυξης της απεργίας-αποχής, στηριζόμενης από τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, από την εσωτερική/εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων, ως τη μοναδική αποτελεσματική μορφή αγώνα εναντίωσης και ματαίωσης της αξιολόγησης. Τα «ενιαία κείμενα» ανάρτησης στις σχετικές πλατφόρμες, που επιλέχθηκαν από τη ΔΟΕ και τελευταία από την ΟΛΜΕ, με καθυστέρηση ενός έτους, μπορεί να δυσκόλεψαν τα σχέδια του ΥΠΑΙΘΑ, ειδικά ως προς την κατηγοριοποίηση των σχολείων, όμως τα στήριξαν σε ένα βαθμό, καθώς εν τοις πράγμασι αποτελούν συμμετοχή στην αξιολόγηση, τις διαδικασίες και τις πλατφόρμες της. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που το ΙΕΠ σημειώνει πως «παρόλ’ αυτά επετεύχθη σε σημαντικό βαθμό το βασικό ζητούμενο της πρώτης εφαρμογής: η σταδιακή εξοικείωση με το πλαίσιο και η ανάπτυξη κουλτούρας αξιολόγησης».
Θα το επαναλάβουμε για άλλη μια φορά. Ο επιθεωρητισμός δεν πρόκειται να ξεθαφτεί από τους ά(χ)ριστους της κυβέρνησης Κούλη 2 γιατί έχει απονομιμοποιηθεί κυρίως στη συνείδηση των εκπαιδευτικών.