Επειδή τέλος Ιουλίου αναμένεται το «μπουγιουρντί» του νέου «ανοιχτού σχολείου» των ταξικών φραγμών, της αγοράς, της ιδιωτικοποίησης, της επιστροφής του επιθεωρητισμού και της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, που θα φέρει τη σφραγίδα του ΟΟΣΑ, παραθέτουμε τις αποφάσεις του 21ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ.
Η ΟΛΜΕ λέει ΟΧΙ στην επιστροφή του «διαγωνισμού της ντροπής», που καταργεί τα πτυχία και οδηγεί τους εκπαιδευτικούς σε καθεστώς μόνιμης ανασφάλειας και κυνηγητού «προσόντων» και ΟΧΙ στην «ελεύθερη επιλογή σχολείου» που κατηγοριοποιεί σχολικές μονάδες, εκπαιδευτικούς και μαθητές.
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΜΕ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Οχι στον γραπτό διαγωνισμό ΑΣΕΠ
Το εκπαιδευτικό κίνημα έχει αντιπαλέψει διαχρονικά τη διενέργεια γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ, που ακυρώνει και απαξιώνει την αξία των εκπαιδευτικών. Τους προειδοποιούμε ότι το ίδιο θα πράξει και τώρα!
Απαξιώνεται τόσο το πτυχίο των εκπαιδευτικών όσο και η παιδαγωγική τους επάρκεια, αφού καλούνται για πολλοστή φορά να εξεταστούν και στο γνωστικό αντικείμενο που έχουν σπουδάσει (αμφισβητούνται άραγε τα πανεπιστήμια από τα οποία αποφοίτησαν;) και στις παιδαγωγικές/διδακτικές τους γνώσεις τις οποίες έχουν αποκτήσει με χρόνια μελέτης και προϋπηρεσίας. Όλα αυτά τα χρόνια το ΥΠΑΙΘΑ χρησιμοποιούσε τους/τις αναπληρωτές/τριες για να καλύψει πάγιες ανάγκες της εκπαίδευσης, αλλά τώρα ξαφνικά δεν τους/τις κρίνει ικανούς/ες παρά μόνο αν δώσουν για πολλοστή φορά εξετάσεις. Μέσα σε μία μέρα εξετάσεων ΑΣΕΠ κρίνεται η ικανότητα που έχει χτιστεί με χρόνια σπουδών και προϋπηρεσίας.
Προειδοποιούμε τον κ. Πιερρακάκη να μην κάνει ούτε σκέψη για γραπτό διαγωνισμό ΑΣΕΠ για τις προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών. Η εκπαιδευτική κοινότητα θα αντιδράσει δυναμικά και δε θα το επιτρέψει σε καμία περίπτωση. Απαιτούμε μόνιμους μαζικούς διορισμούς σε όλα τα πάγια κενά και δηλώνουμε κατηγορηματικά ότι δεν αποδεχόμαστε γραπτό διαγωνισμό ΑΣΕΠ.
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΜΕ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Οχι στην ελεύθερη επιλογή σχολείου
Η κυβέρνηση προβάλλει ως καινοτομία την πρόταση για την ελεύθερη επιλογή σχολείου από τον γονέα. Η πρόταση αυτή αποτυπώνει τη διάθεση της να μετασχηματίσει τη σχολική πραγματικότητα με όρους αγοράς. Αυτό θα συμβεί μέσω της κατηγοριοποίησης των σχολείων, ως αποτέλεσμα της ζήτησης και της προσφοράς που θα διαμορφωθεί. Σε αυτές τις νέες συνθήκες, η επιλογή θα λειτουργεί ως κριτήριο πια της ύπαρξης και λειτουργίας των σχολείων. Στην πραγματικότητα θα αποδειχθεί ότι δεν θα είναι οι γονείς, αλλά τα σχολεία αυτά που θα επιλέγουν τελικά μαθητές/τριες, ώστε να προσελκύσουν χρηματοδοτικές ροές.
Η εκπαίδευση θα λειτουργεί συνεπώς κυριαρχικά με όρους αγοράς και θα χαρακτηρίζεται – εμφατικά πια – από την κυριαρχία των ανισοτήτων. Διαμορφώνεται ισχυρός κίνδυνος η ελεύθερη επιλογή σχολείου με τη ταυτόχρονη κατηγοριοποίηση των σχολείων να οδηγήσει σε αύξηση της έντασης και της έκτασης συνθηκών διαχωρισμού, με τους μαθητικούς πληθυσμούς με προέλευση τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα να βιώνουν την περιθωριοποίηση σε σχολεία διαβαθμισμένα ως χαμηλότερης αξιολογικής βαθμίδας.
Η πολιτική αυτή διαμορφώνει ένα περιβάλλον ανταγωνισμού ανάμεσα στις σχολικές μονάδες στο πεδίο της προσέλκυσης τόσο μαθητών/τριών όσο και κεφαλαίων. Η ελεύθερη επιλογή σχολείου αποτελεί το όχημα εκείνο το οποίο θα διαμορφώσει μια αγορά εκεί που υπήρχε η σφαίρα της δημόσιας εκπαίδευσης και θα λειτουργήσει ως ο μηχανισμός εκείνος, που θα ενσωματώσει τη νέα αυτή λειτουργία του αγοραίου ανταγωνισμού. Αυτό θα γίνει με όχημα τα κουπόνια της εκπαίδευσης, ένα ποσό δηλαδή που θα δίνεται ως κρατική επιδότηση για κάθε μαθητή/τρια το οποίο στην ουσία θα αποδίδεται στα σχολεία επιλογής.
Η υποκατάσταση της δημόσιας χρηματοδότησης των σχολείων από τα κουπόνια θα διαμορφώσει ελλείμματα στη λειτουργία των σχολείων, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να αναζητήσουν πόρους από διαφορετικές πηγές όπως δωρεές και χορηγίες. Η πολιτική συνεπώς της ελεύθερης επιλογής σχολείου συγκροτεί ουσιαστικά μια νέα πραγματικότητα στην πολιτική χρηματοδότησης.
Με όχημα το κουπόνι ο κάθε γονέας θα επιλέγει το σχολείο που ο ίδιος, με τα δικά του κριτήρια (ποια θα είναι αυτά;) θα προκρίνει ως «καλό». Οδηγούμαστε από μια δημόσια πολιτική χρηματοδότησης των σχολείων με πρόσημο και στόχευση τη διαμόρφωση ισότιμων και δίκαιων συνθηκών σε ένα νέο περιβάλλον εκπαιδευτικής πραγματικότητας, η οποία θα αντιμετωπίζεται ως μια αγορά με χρηματιστηριακή λογική.
Σε δεύτερο επίπεδο, γίνεται φανερή η διάθεση απαγκίστρωσης της κεντρικής κυβέρνησης από την ευθύνη και την αρμοδιότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής, καθώς η 28 ίδια η Πολιτεία μεταβιβάζει στους γονείς ένα δικαίωμα που επιδρά καταλυτικά στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού πεδίου. Ουσιαστικά προλειαίνει την εγκατάλειψη της ευθύνης άσκησης δημόσιων πολιτικών για την εκπαίδευση ως αρμοδιότητα της κεντρικής κυβέρνησης και διαμορφώνει την χάραξη ενός οδικού χάρτη αποχαρακτηρισμού της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού.