4.297 εκτιμά η Διδασκαλική Ομοσπονδία ότι είναι τα λειτουργικά κενά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Από τη μακρά λίστα των περιοχών την πρωτιά κατέχουν η Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ Αθήνας (242, 259, 240, 230 κενά αντίστοιχα), η Δυτική και Ανατολική Αττική (144 και 245 κενά αντίστοιχα), ο Πειραιάς (105 κενά), η Δυτική και Ανατολική Θεσσαλονίκη (191 και 122 κενά αντίστοιχα), η Αιτωλοακαρνανία (119 κενά) όλοι οι νομοί της Κρήτης (Ηράκλειο 213 κενά, Λασίθι 78, Ρέθυμνο 152, Χανιά 128) τα Δωδεκάνησα (300 κενά) και πάει λέγοντας.
Βρισκόμαστε στο τέλος του Σεπτέμβρη και χιλιάδες διδακτικές ώρες χάνονται καθημερινά.
Τα πολυπληθή τμήματα των 25 μαθητών (ακόμα και στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και στα Νηπιαγωγεία) στα μεγάλα αστικά κέντρα ιδίως δίνουν και παίρνουν, τα Τμήματα Ενταξης, τα ΖΕΠ (τμήματα υποδοχής), η παράλληλη στήριξη, κ.λπ. θεωρούνται ανάγκες πολυτελείας.
Τα δημόσια σχολεία στενάζουν ελλείψει χρηματοδότησης και απουσίας μόνιμων εκπαιδευτικών. Οι μνημονιακές κυβερνήσεις διαχρονικά αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με ψευτομπαλώματα. Στην αγανάκτηση του εκπαιδευτικού κόσμου για μια ακόμη φορά το υπουργείο Παιδείας απαντά με υπεκφυγές και αοριστολογίες.
Οι μόνιμοι διορισμοί παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες. Ακολουθώντας το γνωστό μότο και η υφυπουργός Παιδείας Σοφία Ζαχαράκη δήλωσε: «Αποτελεί βασική μας προτεραιότητα, και το έχουμε αποτυπώσει και στις προγραμματικές μας δηλώσεις, να προχωρήσουμε σε προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών βάσει των πραγματικών αναγκών, των δημογραφικών εξελίξεων και των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας».
Οπερ σημαίνει ότι μόνον όταν το επιτρέψουν τα «δημοσιονομικά δεδομένα», δηλαδή οι «θεσμοί» που έχουν αλυσοδέσει τη χώρα στο καθεστώς της μόνιμης επιτροπείας, θα γίνουν διορισμοί. Και αυτοί με το σταγονόμετρο, αφού υπάρχει η πεποίθηση στο αστικό μπλοκ του κεφαλαίου (ντόπιο και ξένο) ότι υπάρχει επαρκές εκπαιδευτικό προσωπικό και το θέμα είναι απλώς πρόβλημα σωστής διαχείρισής του.