Τα όσα συνέβησαν στο 132ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών, είναι μια ακόμη τρανή απόδειξη για το ότι το σχολείο αποτελεί ισχυρό μηχανισμό του κράτους, μέσω του οποίου αναπαράγονται η κυρίαρχη ιδεολογία και οι εκμεταλλευτικές σχέσεις στην παραγωγή. Γι’ αυτό και το αστικό κράτος δεν είναι διατεθειμένο να αφήσει να κυριαρχήσουν σ’ αυτό απόψεις ή πρακτικές, που αλλοιώνουν, έστω και στο ελάχιστο, τον χαρακτήρα του σχολείου και την αποστολή του. Οι οποιεσδήποτε αλλαγές σε προοδευτική κατεύθυνση έγιναν, πραγματοποιήθηκαν κάτω από την πίεση ισχυρού εκπαιδευτικού και λαϊκού κινήματος (π.χ. καθιέρωση δημοτικής, κατάργηση επιθεωρητισμού), είτε επειδή το απαιτούσαν οι ανάγκες της παραγωγής (π.χ. καθιέρωση εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης). Οι αλλαγές αυτές, παρότι ανακούφισαν τα λαϊκά στρώματα, δεν ήραν την ουσία του περιεχομένου, της δομής και λειτουργίας του σχολείου. Σταθερά δε, το αστικό κράτος -και ανάλογα και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος- με διάφορες ενέργειες και παρεμβάσεις υπονομεύει τις αλλαγές αυτές και προσπαθεί να αδυνατίσει τη θετική επίδρασή τους στις λαϊκές μάζες (π.χ. επαναφορά των αρχαίων ελληνικών στο γυμνάσιο, νόμοι για την αξιολόγηση εκπαιδευτικών-μαθητών-σχολικών μονάδων, καθιέρωση όλο και περισσότερων εξετάσεων, πανελλαδικές μέσα στο λύκειο, καθιέρωση βάσης του 10, σκέψεις για καθιέρωση εξετάσεων στην Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού, κ.λπ.). Την προσπάθεια αυτή επιτείνουν ο ευρύτερος προσανατολισμός της καπιταλιστικής παραγωγής (απασχολήσιμος) και βοηθά η σχεδόν παντελής απουσία του κινήματος.
Η περίπτωση του 132ου ΔΣ
Το 132ο ΔΣ ανήκει στο σχολικό συγκρότημα της Γκράβας (χτίστηκε το 1970), το οποίο στεγάζει 4.500 μαθητές, διαμοιρασμένους σε 21 σχολεία των δυο πρώτων βαθμίδων της εκπαίδευσης. Το σχολείο λειτουργεί σε διπλοβάρδια και σ’ αυτό φοιτούν 180 παιδιά, εκ των οποίων το 72% είναι παιδιά μεταναστών. Η πλειονότητα των παιδιών προέρχεται από φτωχές οικογένειες. Εχει δηλαδή το σχολείο αυτό όλα τα σκληρά χαρακτηριστικά, που σημαδεύουν ένα δημόσιο σχολείο και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Οι συνθήκες αυτές σε συνδυασμό με την εκπαιδευτική διαδικασία, που δε συγκινεί, απωθεί και αποδιώχνει τα παιδιά, έβγαζαν ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα, απόρροια του οποίου ήταν η δημιουργία πολλών προβλημάτων, όπως μαθητική διαρροή, «παραβατική» συμπεριφορά, έξαρση της ξενοφοβίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, «λειτουργικό αναλφαβητισμό», κ.λπ. Στο σχολείο αυτό, έτυχε όμως να υπάρχει και μια ομάδα εκπαιδευτικών με ευαισθησίες, που δεν άντεχε το τέλμα και τη σιδερένια φτέρνα της σχολικής καθημερινότητας, που ήθελε να δράσει, να δημιουργήσει ένα παιδαγωγικό περιβάλλον, που θα «κάλυπτε το παιδαγωγικό έλλειμμα» και μια διευθύντρια, που «αποτελούσε το συνδετικό κρίκο μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων στις συγκεκριμένες δραστηριότητες» (σ.σ. οι εκφράσεις από την ανακοίνωση της ομάδας εκπαιδευτικών του 132ου ΔΣ). Από το 2002, χρησιμοποιώντας τον άξονα του κοινωνικού αποκλεισμού του προγράμματος της «Ολυμπιακής Παιδείας», οι εκπαιδευτικοί του σχολείου πρότειναν και πέτυχαν να εγκριθούν από τους υπεύθυνους του προγράμματος Ολυμπιακής Παιδείας και τον προϊστάμενο του 4ου Γραφείου, δράσεις, όπως μαθήματα ελληνικών στους μετανάστες γονείς και μαθήματα μητρικής γλώσσας στους αλλοδαπούς μαθητές, θεωρώντας (σωστά) ότι η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας και της κουλτούρας από τα παιδιά των μεταναστών και αντίστοιχα η εκμάθηση της γλώσσας της χώρας υποδοχής (εν προκειμένω των ελληνικών) από τους γονείς, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ομαλότερη ένταξη των παιδιών στο σχολείο και φυσικά αναφαίρετο δικαίωμά τους. Μετά το 2004 άρχισαν τα πρώτα προβλήματα, με το επιχείρημα ότι το πρόγραμμα της Ολυμπιακής Παιδείας σταμάτησε (χρηματοδοτούνταν από το Γ΄ ΚΠΣ). Τότε ο σύλλογος δασκάλων του σχολείου, με βάση την Υπουργική Απόφαση για τη «Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, την Ιδρυση και λειτουργία Τάξεων Υποδοχής και Φροντιστηριακών Τμημάτων», που προβλέπει ότι «το μάθημα της γλώσσας και κουλτούρας της χώρας προέλευσης είναι προαιρετικό και, εφόσον υπάρξει ικανός αριθμός μαθητών (7-15) διδάσκεται για 4 ώρες την εβδομάδα εκτός του ωρολογίου προγράμματος στην περίπτωση που η τάξη έχει πλήρες ωρολόγιο πρόγραμμα», πρότεινε τη λειτουργία Φροντιστηριακού Τμήματος, με δασκάλα (που διέθετε το σχετικό πτυχίο) μητέρα του σχολείου αλβανικής υπηκοότητας και ελληνικής εθνικότητας. Το ΠΥΣΠΕ Α΄ Αθήνας ενέκρινε τη λειτουργία του ΦΤ και έστειλε στις αρχές του 2007 διοριστήριο στη δασκάλα των αλβανικών. Στη συνέχεια, όμως, φαίνεται ότι επικράτησαν «ωριμότερες σκέψεις» στην διοικητική ιεραρχία και ο σύλλογος δασκάλων ενημερώθηκε τηλεφωνικά ότι κάποιο λάθος έγινε και ότι η δασκάλα των αλβανικών δε μπορεί να πληρωθεί, χωρίς όμως να υπάρξει και κανένα έγγραφο, που να ανακαλεί επίσημα το διορισμό της. Η χαριστική βολή δεν άργησε να έρθει. Με πρόσχημα τις νέες κρίσεις διευθυντών και χρησιμοποιώντας ως μοχλό την περιβόητη «συνέντευξη», η διευθύντρια του σχολείου βαθμολογείται με μικρότερο βαθμό από αυτόν που απαιτούσε ο διορισμός της εκ νέου στο 132ο ΔΣ και τοποθετείται σε άλλο σχολείο. Στη θέση της έρχεται «βαμμένος» δεξιός διευθυντής, που δηλώνει ότι «εκτελεί εντολές άνωθεν» και διακόπτει (τα μαθήματα μητρικής γλώσσας διακόπηκαν) ή απονευρώνει όλα τα προγράμματα που λειτουργούσαν στο σχολείο, με το πρόσχημα ότι ήταν μη νόμιμα. Στην παραληρηματική προπαγάνδα ενάντια στους εκπαιδευτικούς του 132ου ΔΣ και στα προγράμματα που αυτοί υλοποιούσαν, συμμετείχε όλος ο εσμός του φασιστικού και ρατσιστικού μπλοκ (δημοσιεύματα στο «Παρόν», το «Στόχο» ερωτήσεις και τοποθετήσεις των βουλευτών του ΛΑΟΣ Γεωργιάδη και Πλεύρη). Η εξέλιξη αυτή, προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, που εκδηλώθηκαν με τη μορφή ψηφισμάτων συμπαράστασης στους δασκάλους και τη διευθύντρια του 132ου ΔΣ από διάφορους φορείς (συμπεριλαμβανομένων των ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, πανεπιστημιακών καθηγητών και σχολικών συμβούλων), τη διοργάνωση ημερίδων, τις ερωτήσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ στη βουλή, την απεύθυνση στον Συνήγορο του Παιδιού με έγγραφη καταγγελία του Συλλόγου Διδασκόντων.
Και εδώ, κατά τη γνώμη μας, υπάρχει και το πρόβλημα. Οι αντιδράσεις δεν ξέφυγαν έξω από τα νόμιμα πλαίσια του συστήματος, έξω από τα δομικά πλαίσια της εκπαίδευσης και του οργανωμένου γραφειοκρατικού συνδικαλισμού. Η υπόθεση του 132ου ΔΣ δεν έγινε υπόθεση όλων των δασκάλων, όλων των γονιών, όλης της κοινωνίας. Ολοι αυτοί παρακολουθούν εκ του μακρόθεν τα τεκταινόμενα, όπως παρακολουθούν άπραγοι ή και απαθείς τις εκδηλώσεις ρατσιστικής βίας όπου αυτές εκδηλώνονται. Το να καταδικάζουν το γεγονός από τον καναπέ τους, κινούμενοι κυρίως από ανθρωπιστικά αισθήματα απέναντι στους μετανάστες και τα παιδιά τους, δεν φτάνει. Απαιτείται ταξική συνειδητοποίηση, ταξική κινητοποίηση. Από την άλλη, η περίπτωση του 132ου αποτελεί την εξαίρεση. Δεν κινητοποίησε τους εκπαιδευτικούς στα σχολεία να ενεργήσουν μαζικά αντίστοιχα, ώστε να ασκηθεί μέγιστη πίεση στο υπουργείο και να μη μπορεί αυτό να απομονώσει εύκολα το συγκεκριμένο σχολείο. Με δυο λόγια δεν υπήρξε κίνημα από την ελληνική εργαζόμενη κοινωνία, από τους εκπαιδευτικούς, γι’ αυτό και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας αρνείται να πράξει το αυτονόητο, να υλοποιήσει την υποχρέωση που έχει απέναντι στους μετανάστες και τα παιδιά τους, να διδάσκονται τη μητρική γλώσσα και την κουλτούρα τους.
Βέβαια, στο 132ο ΔΣ δεν πραγματοποιούνταν μόνο μαθήματα αλβανικής γλώσσας στα παιδιά. Πραγματοποιούνταν παράλληλα και άλλα προγράμματα και δράσεις που γεννούσε το μυαλό των εκπαιδευτικών, στην προσπάθειά τους να αγκαλιάσουν τα αλλοδαπά παιδιά και να τα κάνουν αποδεκτά από τους έλληνες συμμαθητές και τους γονείς τους. Ετσι π.χ. υπήρχε διαφορετική προσέγγιση των λεγόμενων «εθνικών γιορτών», χωρίς να ακολουθείται το πατροπαράδοτο σκηνικό τελετών, με προβολή πανανθρώπινων αξιών, όπως αυτές της ελευθερίας και της ειρήνης, οι ανακοινώσεις του σχολείου εκδίδονταν και σε άλλες γλώσσες, κ.λπ. Το αποκορύφωμα, που ήταν και κόκκινο πανί για το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ήταν η αντικατάσταση του Πάτερ ημών από την πρωινή προσευχή με ένα ποίημα, απόσπασμα από το «πρωινό άστρο» του Γ. Ρίτσου. Η τιμή του Στυλιανίδη και του Λυκουρέντζου αυτό δεν το σήκωσε. «Εγώ είμαι εδώ για να προστατεύω τις αξίες της ελληνορθόδοξης παράδοσης» δήλωσε ο υφυπουργός.
Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΠΘ πέταξε στην άκρη τα προσχήματα, περί μεταναστευτικής πολιτικής και ευαισθησίας απέναντι στα παιδιά των μεταναστών (θυμίζουμε ότι παλιότερα υπήρξε και προσπάθεια του ΥΠΕΠΘ να πετάξει έξω απ’ το σχολείο τα παιδιά των μεταναστών που ήταν «παράνομα» στην Ελλάδα). Συνειδητοποιώντας ότι οι «πρωτοβουλίες» των δασκάλων του 132ου ΔΣ φεύγουν έξω από αυτά που η πολιτική τους τακτική επιβάλλει, ότι μπορούν να δημιουργήσουν προηγούμενο και παράδειγμα για άλλα σχολεία, δεχόμενοι πιέσεις ταυτόχρονα από το ακροδεξιό ακροατήριό τους, αποφάσισαν να δράσουν δια ροπάλου. Δεν αρκεί, λοιπόν, ότι μειώθηκαν οι τάξεις υποδοχής στα σχολεία και από 578 που ήταν το 2005 (λίγες και πάλι σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες), έγιναν 322 το 2003 και μόλις 179 σήμερα, παρόλο που αυξήθηκε ο πληθυσμός των αλλοδαπών μαθητών, δεν αρκεί ότι το εκπαιδευτικό προσωπικό της πρόσθετης διδακτικής στήριξης μένει απλήρωτο για μήνες. Πρέπει να κοπεί ο βήχας κάθε επίδοξου που θα τολμήσει να αμφισβητήσει την κυρίαρχη κατεύθυνση στο σχολείο, την κυρίαρχη πολιτική. Το υπουργείο Παιδείας παραβιάζει ακόμη και τη δική του νομοθεσία (παράδειγμα η ΥΑ για τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση), όταν δεν εξυπηρετούνται οι κοντοπρόθεσμοι στόχοι του ή όταν κρίνει ότι διακυβεύονται σημαντικότερα ζητήματα, όπως είναι η αμφισβήτηση γενικότερων αξιών του συστήματος (έστω και αν αυτή η αμφισβήτηση πραγματοποιείται δια της τεθλασμένης και ασυνείδητα από κάποιους) και σε κάθε περίπτωση φροντίζει να διαφυλάξει, όπως αυτό θεωρεί αποτελεσματικότερα, το μηχανισμό του σχολείου από αυτούς που θα επιδιώξουν να τον αλλοιώσουν ή να τον διαβρώσουν. «Το εκπαιδευτικό σύστημα και κυρίως το περιεχόμενο της εκπαιδευτικής ύλης δεν είναι υπόθεση του κάθε δι-ευθυντή σχολείου, είναι θέμα εθνικής πολιτικής, καθορίζεται μέσα από νόμιμες διαδικασίες μέσα από το ΥΠΕΠΘ και όλοι οι λειτουργοί της εκπαίδευσης οφείλουν να παρακολουθούν το πρόγραμμα…Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να αφήσουμε το κάθε σχολείο και τον κάθε εκπαιδευτικό να κάνει δική του πολιτική» δηλώνει ο Στυλιανίδης και στο ίδιο μήκος κύματος ο Λυκουρέντζος συμπληρώνει: «Δεν είναι δυνατόν να μείνει η τύχη της εκπαιδευτικής διαδικασίας στην πρωτοβουλία και στην αυθαίρετη σκέψη ή επιλογή του οποιουδήποτε εκπαιδευτικού…Ολα είναι μέσα στο πλαίσιο των νόμων. Εγώ εδώ ως υφυπουργός είμαι για να τηρώ τους νόμους» (σ.σ. Αυτός έχει και το μαχαίρι και το πεπόνι, μπορεί, λοιπόν, να δίνει ό,τι ερμηνεία θέλει στην εφαρμογή των νόμων).
Επιμύθιο
Δεν έχουμε την πρόθεση να χρεώσουμε στους δασκάλους του 132ου ΔΣ προθέσεις και απόψεις που δεν γνωρίζουμε. Αλλωστε, οι ίδιοι ισχυρίζονται στην ανακοίνωσή τους ότι «δεν είχαμε την αυταπάτη ότι θα δημιουργήσουμε μια νησίδα ¨εκπαιδευτικής όασης¨ στο 132ο ΔΣ». Απλώς, εμείς υπογραμμίζουμε από τη μεριά μας, ότι τέτοιου είδους πρωτοβουλίες έχουν αξία να γίνονται χωρίς αυταπάτες, από τη σκοπιά της αποκάλυψης του αγριανθρωπικού συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε, ώστε να υπηρετηθεί η πολιτική προπαγάνδα και ζύμωση μέσα στα πλατιά λαϊκά στρώματα των ταξικών θέσεων. Και βέβαια μέσα από μια τέτοια δραστηριότητα, εκμεταλλευόμενοι κάθε χαραμάδα, οι ταξικοί εκπαιδευτικοί μπορούν να στηρίξουν τα παιδιά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων στη μόρφωση και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους, χτίζοντας αξίες όπως η αγωνιστικότητα, η μαχητικότητα στη διεκδίκηση δικαιωμάτων, η αξιοπρέπεια, το συλλογικό πνεύμα.








