Η συζήτηση για την εξίσωση των βρεφονηπιοκόμων απόφοιτων ΤΕΙ με τους νηπιαγωγούς απόφοιτους των πανεπιστημιακών παιδαγωγικών τμημάτων έχει μακρά ιστορία. Υποκινούνταν πάντα από μικροσυντεχνιακά συμφέροντα από την πλευρά κυρίως των βρεφονηπιοκόμων, που υποθάλπονταν και στηρίζονταν και από κόμματα, που είτε είχαν ιδεοληψίες (Περισσός) είτε ακολουθούσαν αυτό το δρόμο για ψηφοθηρικούς λόγους και για λόγους περιορισμού του κόστους παροχής δημόσιας και δωρεάν προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης.
Εξ ου και οι ρυθμίσεις για τα λεγόμενα «παιδικά κέντρα» (θεσμοθετήθηκαν ακόμα από τον ν.1566/1985), που χάρις στον αγώνα του εκπαιδευτικού κινήματος έμειναν γράμμα κενό, οι προσπάθειες του υπουργού Παιδείας Γιωργάκη Παπανδρέου για ένταξη των νηπιαγωγείων στους Δήμους με τους νόμους της αποκέντρωσης, η δυνατότητα λειτουργίας τμημάτων νηπιαγωγείων μέσα στους παιδικούς σταθμούς, η ΥΑ 35085/ΣΤ1 27-3-2009 με την οποία μετατράπηκαν οι βρεφονηπιακοί σταθμοί του υπουργείου Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ουσιαστικά σε νηπιαγωγεία (η ΥΑ ήρε όλες τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια καταλληλότητας των βρεφονηπιακών σταθμών βάσει των οποίων είχαν το δικαίωμα να λειτουργούν τμήματα νηπιαγωγείου), η άρνηση ακόμα και τώρα της καθιέρωσης δίχρονης υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής, αλλά και ο υπονομευτικός ρόλος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, κ.λπ.
Η συζήτηση τώρα επανήλθε με τη σκόπιμη ασάφεια που περιέχει η επικαιροποιημένη πρόταση του τμήματος Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που έγινε με την ολοκλήρωση του προσχηματικού «εθνικού διαλόγου». Στην εν λόγω πρόταση αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Υπαγωγή όλων των τύπων βρεφονηπιακών σταθμών στην εποπτεία του υπουργείου Παιδείας».
Και την ίδια στιγμή η «υποχρεωτικότητα» αποφεύγεται να αναφερθεί όπως ο διάβολος το λιβάνι και η «ενίσχυση των δομών» εξαρτάται από το αν το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες: «Ενίσχυση των δομών προσχολικής αγωγής, ώστε σε βάθος διετίας, εφόσον οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέπουν, να μετέχουν όλα τα νήπια».
Οι συριζαίοι επιχειρούν μ' ένα σμπάρο να χτυπήσουν δυο τρυγόνια. Και να καλύψουν φαινομενικά τις ανάγκες απορρόφησης νηπίων-προνηπίων (με την ταύτιση νηπιαγωγείων και παιδικών σταθμών στους οποίους καταφεύγουν πολλά προνήπια) και να αποφύγουν το κόστος για την ίδρυση νέων νηπιαγωγείων, εφόσον προσποιούνται ότι υλοποιούν την προεκλογική τους δέσμευση για διετή υποχρεωτική προσχολική αγωγή (νήπια 4-6 ετών).
Αλλωστε, όπως έχουν δείξει με όλες τις αποφάσεις του υπουργείου Παιδείας (αύξηση του κατώτατου αριθμού παιδιών ανά νηπιαγωγό από 7 σε 14 για τη λειτουργία νηπιαγωγείου, καθιέρωση προϋποθέσεων εγγραφής στο ολοήμερο νηπιαγωγείο, πολυθέσια νηπιαγωγεία, άρνηση νέων διορισμών μόνιμων νηπιαγωγών ή και ο σχεδιασμός για τον Ενιαίο Τύπο Ολοήμερου Νηπιαγωγείου με την παράταση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου ως τις 13.00 μ.μ.) στοχεύουν στην αποφασιστική μείωση των δαπανών.
Η πρόταση αυτή, που βεβαίως, δεν είναι τυχαία, θα δημιουργήσει μύρια όσα προβλήματα. Και το νηπιαγωγείο θα υποβαθμιστεί και θα υπάρξει σύγχυση σε σχέση με τον εκπαιδευτικό του ρόλο και οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών νηπιαγωγών θα ανατραπούν, ενώ θα ακυρωθεί και ο εκπαιδευτικός και επιστημονικός τους ρόλος.
Εκείνα τα στοιχεία που πρέπει κανείς να έχει καθαρά για να τοποθετηθεί στο ζήτημα, που έχει στον πυρήνα του την ενοποίηση των παιδικών σταθμών με τα νηπιαγωγεία, είναι κατά τη γνώμη μας τα εξής:
♦ Εκπαίδευση είναι η ανάπτυξη των σωματικών, διανοητικών και ηθικών δυνάμεων του παιδιού. Είναι η μετάδοση και αφομοίωση γνώσεων, μεθόδων και συνηθειών που αποτελούν βασικό μέσο προετοιμασίας για τη ζωή. Κατά τη διαδικασία της εκπαίδευσης πραγματώνονται οι στόχοι της μόρφωσης και της αγωγής.
Αντίθετα η «αγωγή» είναι μια ευρύτερη έννοια και έχει να κάνει με τη σκόπιμη και συστηματική διάπλαση της προσωπικότητας με στόχο την ενεργητική συμμετοχή στη δημόσια, οικονομική και πολιτιστική ζωή. Υπ' αυτήν την έννοια η αγωγή εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας της οικογένειας, του σχολείου, των προσχολικών και εξωσχολικών οργανώσεων και της κοινωνίας στο σύνολό της.
♦ Είναι, λοιπόν, σαφές από όσα αναφέρονται παραπάνω, ότι το νηπιαγωγείο στην ιστορική του εξέλιξη, πρωτίστως είναι συνδεδεμένο με το άρμα της εκπαίδευσης και είναι σχολείο, δηλαδή ίδρυμα μέσα στο οποίο παρέχεται εκπαίδευση. Δευτερευόντως δε, παρέχει αγωγή, όπως άλλωστε κάθε σχολείο και κάθε κοινωνικός σχηματισμός. Η σχετική ελευθεριότητα στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του αναλυτικού προγράμματός του -πράγμα επιβεβλημένο και αναπόφευκτο για τη συγκεκριμένη εκπαίδευση που αναφέρεται στην ηλικία των 4-6 ετών- δεν αναιρεί τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα και ρόλο του νηπιαγωγείου.
Το να αρνείται κανείς -δικαίως- την εντατικοποίηση και τη συστηματική διδασκαλία γραφής και ανάγνωσης στο νηπιαγωγείο (που αποδίδονται με τον όρο «σχολειοποίηση»), δεν σημαίνει ότι αμφισβητεί τον εκπαιδευτικό του ρόλο και ότι το νηπιαγωγείο είναι σχολείο. Οσοι επικαλούνται τη «σχολειοποίηση» για να αρνηθούν τον εκπαιδευτικό ρόλο του νηπιαγωγείου δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να το ρίχνουν βορά στους δήμους και τους παιδικούς σταθμούς των σχολαρχών, όπου παρέχεται αποκλειστικά φροντίδα και μέριμνα των παιδιών.
♦ Σε κάθε περίπτωση, όταν αναφερόμαστε σε έννοιες όπως εκπαίδευση, αγωγή, διαπαιδαγώγηση, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι αυτές αναφέρονται με τη σχετική έννοια του όρου, αφού κανένα σχολείο στον καπιταλισμό δεν προσφέρει ολόπλευρη μόρφωση και δεν διαμορφώνει ολοκληρωμένες προσωπικότητες, ενώ η εκπαίδευση, η αγωγή, οι παιδαγωγικές πρακτικές έχουν αστικό περιεχόμενο και υπηρετούν την αναγκαιότητα του συστήματος για τη διαιώνισή του.
♦ Αυτοί που θεωρούν ότι εξυψώνουν το νηπιαγωγείο αποδίδοντάς του μόνο ρόλο αγωγής και διαπαιδαγώγησης, που το θεωρούν ικανό να προσφέρει «ολοκληρωμένη διαπαιδαγωγητική εργασία», το λιγότερο που κάνουν είναι να εθελοτυφλούν και τελικά προσφέρουν κακές υπηρεσίες αφού υπονομεύουν τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα του νηπιαγωγείου και δημιουργούν σύγχυση στην εργαζόμενη κοινωνία ως προς το ρόλο του σχολείου και των δομών φροντίδας στον καπιταλισμό.
Γιατί και η διαπαιδαγώγηση προσδιορίζεται μέσα από τις συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις μέσα στις οποίες ζούμε, δηλαδή τις σχέσεις εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο (αστική διαπαιδαγώγηση). (Μέχρι πρότινος τέτοιες απόψεις εξέφραζαν καθαρά οι του Περισσού, ενώ οι συριζαίοι είχαν, ως φαίνεται, κρυφή ατζέντα).
♦ Δεν μπορεί κανείς να μηδενίζει και να αγνοεί το ρόλο των διαφορετικών ειδικοτήτων. Οι βρεφονηπιοκόμοι έχουν κάθε δικαίωμα να διεκδικούν σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου (τα ΤΕΙ δημιουργήθηκαν για να ανακόψουν τη ροή της νεολαίας των φτωχών λαϊκών στρωμάτων προς τα Πανεπιστήμια και όχι γιατί αυτό απαιτούσε το επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας), όμως πρέπει να είναι διακριτός ο ρόλος αυτής της ειδικότητας από αυτόν του νηπιαγωγού, που απορρέει από τον διαφορετικό χαρακτήρα του έργου που καλούνται να προσφέρουν. Το μεν πρώτο -του βρεφονηπιοκόμου- έχει να κάνει με τη φροντίδα, τη μέριμνα των παιδιών ηλικίας 0-3 ετών και το δεύτερο -των νηπιαγωγών- με την εκπαίδευση των παιδιών ηλικίας 4-6 ετών.