Στις 9 του Αυγούστου, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της κυβερνήσεως ο νόμος 4623, που περιέχει και τη διάταξη (άρθρο 64) για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.
Σύμφωνα με αυτήν, οι δυνάμεις καταστολής, (σύγκλητος, πρυτανικό συμβούλιο, ή έστω μόνος του ο πρύτανης), έχοντας λυτά τα χέρια, μπορούν να εισβάλλουν στο πανεπιστήμιο, Οι «αξιόποινες πράξεις» εμπεριέχουν τα πάντα, καθώς κάθε αμφισβήτηση της καθεστηκυίας τάξης από το φοιτητικό, το εργατικό και λαϊκό κίνημα μπορούν να ενταχθούν σε αυτές, ενώ απουσιάζει και η αναφορά προηγούμενων νόμων για την επέμβαση της δημόσιας δύναμης εφόσον τελούνται κακουργήματα και εγκλήματα κατά της ζωής.
Το εργατικό και φοιτητικό κίνημα έχουν πλούσια πείρα από τη συμπεριφορά των δυνάμεων καταστολής και την «αιτιολογία» που μηχανεύονται προκειμένου να «στήσουν» υποθέσεις και να σύρουν σιδεροδέσμιους αγωνιστές.
Αυτό είναι το «ζουμί», που ουσιαστικά συνιστά την κατάργηση του ασύλου, παρότι αρχικά, για τα μάτια, γίνεται αναφορά στην «κατοχύρωση και προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας», την οποία περιορίζει στην έρευνα και τη διδασκαλία, όπως και όλες οι προηγούμενες διατάξεις, αρχής γενομένης από το νόμο Γιαννάκου, με τελευταία αυτή του νόμου Γαβρόγλου.
Ομως, ακόμη και αυτή η «προστασία» είναι υποκριτική, αφού η διάταξη αναφέρει ότι «η ακαδημαϊκή ελευθερία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών, προστατεύονται σε όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι., έναντι προσπαθεί να τις καταλύσει ή περιορίσει». Και εδώ μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ο «οποιοσδήποτε» για το αστικό σύστημα και τους μηχανισμούς του είναι πρωτίστως οι φορείς των φοιτητικών, εργατικών και λαϊκών αγώνων.
Ολο το προηγούμενο διάστημα, ο αγρίως νεοφιλελεύθερος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της ΝΔ, ακόμη από την περίοδο που ήταν αντιπολίτευση, συνεπικουρούμενοι από όλο τον εσμό των Μέσων Μαζικής Παραπληροφόρησης, ανέδειξαν ως μείζον θέμα τη «βία και ανομία» στους πανεπιστημιακούς χώρους και την «ανάγκη» για «τάξη και ασφάλεια», επενδύοντας στη βαθιά απογοήτευση και το αίσθημα ήττας της εργαζόμενης κοινωνίας και στα συντηρητικά στρώματα, κρύβοντας την αλήθεια ότι στον καπιταλισμό και μάλιστα σε εποχές κρίσης, που είναι πιθανόν να γεννήσουν εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες, «τάξη και ασφάλεια» σημαίνει ένταση της καταστολής.
Το φοιτητικό κίνημα, η νεολαία γενικότερα, έχοντας αυξημένη ευαισθησία στην αντίληψη της αδικίας και με την ορμή της νιότης, μπορεί να αποτελέσει πυροκροτητή δυσάρεστων και ανεξέλεγκτων καταστάσεων για το σύστημα και τους διαχειριστές του. Η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου αποτελεί μέτρο πρόληψης αυτών των εξελίξεων.
Επιπλέον, το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο που ο αστισμός επιθυμεί να διευρύνει και εδραιώσει, απαιτεί όρους λειτουργίας καπιταλιστικής επιχείρησης, δηλαδή αποθέωση της υποταγής και έλλειψη κάθε αμφισβήτησης, που ενέχει τον κίνδυνο να ανατρέψει τις δρομολογημένες αλλαγές.
Τα μεγάλα προβλήματα του δημόσιου πανεπιστήμιου, που καθημερινά οξύνονται με την έλλειψη χρηματοδότησης, τις τρομακτικές ελλείψεις σε προσωπικό, την απαξίωση των πτυχίων, την έφοδο των επιχειρήσεων, την κατά παραγγελία και προς όφελος των καπιταλιστικών επιχειρήσεων έρευνα, τα επί πληρωμή μεταπτυχιακά, τις συγχωνεύσεις-καταργήσεις τμημάτων, την κατηγοριοποίηση σχολών και τμημάτων (πράσινα και κόκκινα τμήματα), συγχρόνως με τις αλλαγές που δρομολογούνται στο λύκειο, που στόχο έχουν την ένταση των ταξικών φραγμών και το δραστικό περιορισμό της τάσης της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση, αποσιωπούνται.
Στο σάπιο σύστημα του καπιταλισμού και μάλιστα σε μια περίοδο ισχυρής οικονομικής κρίσης, που η εξαθλίωση πλατιών λαϊκών στρωμάτων και η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής έχει μεγεθύνει φαινόμενα «παραβατικότητας», η κυβέρνηση της ΝΔ κάνει σημαία της την «παραβατικότητα» στα πανεπιστήμια, ταυτίζοντας σκόπιμα φοιτητικούς και κοινωνικούς αγώνες, που έχουν αναφορά τους πανεπιστημιακούς χώρους, με το ναρκεμπόριο, τις δραστηριότητες αλλοδαπών μικροπωλητών (που με τη σειρά τους τούς εκμεταλλεύονται οι μαφίες τους είδους), κ.λπ.
Το βρόμικο έργο της υποβοηθήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που άνοιξε το θέμα της «παραβατικότητας», προκειμένου να γίνει αρεστή σε συντηρητικούς ψηφοφόρους και του έδωσε σάρκα και οστά δημιουργώντας την Επιτροπή Παρασκευόπουλου για «τη μελέτη ζητημάτων ακαδημαϊκής ειρήνης και ελευθερίας».
Παρόλες τις προσπάθειες, όμως, της κυβέρνησης και του συστήματος, οι φοιτητές δε φαίνεται να αγνόησαν την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Τέλος Ιούλη, με κλειστές τις σχολές, βγήκαν στους δρόμους μαζικά και μαχητικά. Η πορεία τους ήταν χωρίς αμφιβολία ένα ενθαρρυντικό σημάδι. Ενα πρελούδιο για ένα «θερμό φοιτητικό φθινόπωρο», που ήδη αρχίζει να στοιχειώνει τον ύπνο του Μητσοτάκη και των υπουργών του. Αλλά και της αστικής τάξης που δεν μπορεί παρά να ανησυχεί για τη λειτουργία του φοιτητικού κινήματος ως πυροδότη άλλων κοινωνικών αντιστάσεων.
Μαύρο στίγμα υπήρξε η άρνηση της Συγκλήτου του ΕΚΠΑ να πάρει δημόσια θέση για την κατάργηση του ασύλου, παρά τη μαζική και δυναμική παρουσία φοιτητών και εργαζόμενων.
Σε δελτίο Τύπου που εξέδωσαν Φοιτητές/Φοιτήτριες – Εργαζόμενοι/εςπου πήραν μέρος στην παράσταση διαμαρτυρίας στη Σύγκλητο στις 1/8 αναφέρονται τα εξής:
«Η ιστορία θα καταγράψει τη στάση των Διοικήσεων και των οργάνων των ΑΕΙ, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν. Και η ιστορία έχει και μαύρες σελίδες. Στις οποίες θα καταγραφούν όσοι σήμερα τηρούν στάση σιωπής, συναινώντας επί της ουσίας στην κατάργηση του Ασύλου, ανοίγοντας το δρόμο στην κυβέρνηση για να προχωρήσει ανεμπόδιστα στην πλήρη ισοπέδωση του δημόσιου χαρακτήρα του Πανεπιστημίου, στο τσάκισμα του εργατικού και φοιτητικού συνδικαλισμού και στην καταστολή κάθε ιδέας με την οποία δε συμφωνεί.
Ο αγώνας για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, για κατακτήσεις που πληρώθηκαν με φόρο αίματος, δεν καταργείται με νόμους, ούτε τελειώνει με διατάγματα».
ΥΓ: Ολόκληρο το άρθρο 64 του νόμου 4623 έχει ως εξής:
Γιούλα Γκεσούλη