Οι πανελλήνιες εξετάσεις κάθε χρόνο τέτοια εποχή δίνουν τροφή για σχόλια σχετικά με το βαθμό δυσκολίας/ευκολίας των θεμάτων.
Πολλές φορές έχουμε γράψει ότι στο κλίμα που διαμορφώνει κάθε φορά ο κυβερνητικός πολιτικός στόχος για το συνολικό αριθμό εισακτέων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και τις επιμέρους (κατά κατεύθυνση, Πανεπιστήμιο, σχολή) διαφοροποιήσεις του, η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων επιλέγει να θέσει τις παγίδες στα λεγόμενα θέματα διαβαθμισμένης δυσκολίας. Συνήθως επιλέγονταν ένα μάθημα ανά κατεύθυνση που θα είχε τον αποφασιστικό ρόλο για τη ρύθμιση του αριθμού των εισακτέων.
Φέτος παρατηρήθηκε μια ιδιαίτερη πρεμούρα της Επιτροπής να διευρύνει το βαθμό δυσκολίας και να τοποθετήσει τις «έξυπνες βόμβες» σε περισσότερα μαθήματα. Οι ασάφειες στα θέματα, οι αντιφατικές διευκρινήσεις που δίνονταν στη συνέχεια, οι παλινωδίες που παρατηρήθηκαν, συνδέονται ακριβώς μ’ αυτή την προσπάθεια της ΚΕΕ να δυσκολέψει πολύ και για πολλούς τα θέματα των εξετάσεων.
Τα Μαθηματικά Γενικής Παιδείας, η Νεοελληνική Γλώσσα, τα Μαθηματικά Θετικής και Τεχνολογικής Κατεύθυνσης, η Βιολογία είχαν φέτος την τιμητική τους. Σε όλα σχεδόν τα μαθήματα οι μαθητές ήρθαν αντιμέτωποι με ιδιαιτέρως απαιτητικά θέματα και σε πολλές περιπτώσεις με μεγάλο όγκο ζητημάτων και έπρεπε να καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να πιάσουν τη βάση.
Η εξήγηση είναι απλή. Από φέτος ισχύει το βαθμολογικό πλαφόν, η καθιέρωση δηλαδή της βάσης του 10, η κατάκτηση της οποίας αποτελεί προϋπόθεση για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ισχύει επίσης ο «ανώτατος αριθμός εισακτέων» και όχι ο «κλειστός αριθμός εισακτέων». Τούτο σημαίνει ότι ορίζεται καταρχάς ένας αριθμός εισακτέων, που όμως είναι ανώτατος και ο οποίος μπορεί να απομείνει «νεκρός αριθμός» αν οι υποψήφιοι για τις προσφερόμενες θέσεις δεν κατορθώσουν να πιάσουν τη βάση του 10. Οι βάσεις δηλαδή δεν ακολουθούν τη γνωστή ελεύθερη πτώση μέχρις ότου και ο τελευταίος υποψήφιος καλύψει τις κενές προσφερόμενες θέσεις.
Η ρύθμιση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες παιδιά να μείνουν εκτός νυμφώνος και να μειωθεί δραματικά ο αριθμός των εισακτέων. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση (και το σύστημα συνολικότερα) πραγματοποιεί το όνειρό της και το στόχο της, χωρίς να το ομολογεί δημόσια (να περιορίσει δηλαδή δραστικά τους εισακτέους και να περικόψει τις δαπάνες).
Αντίθετα, εμφανίζεται ως γενναιόδωρη, ορίζοντας έναν ανώτατο αριθμό εισακτέων περίπου στα περσινά πλαίσια, ενώ κάνει σπέκουλα, διατεινόμενη ότι αναβαθμίζει την ποιότητα των εισακτέων και σπρώχνει τα παιδιά να προετοιμάζονται καλύτερα για τα Πανεπιστήμια. Το επόμενο βήμα θα είναι ο καθορισμός συντελεστών ή και βάσης για κάποια μαθήματα χωριστά, που θα δυσκολέψει ακόμα πιο πολύ την είσοδο στα ΑΕΙ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και το άλλο μεγάλο κόμμα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ, συμφωνεί κατ’ ουσίαν με αυτή τη ρύθμιση και η κριτική που ασκεί στην κυβέρνηση είναι καθαρά δημαγωγική του τύπου «καλά κάνετε και παίρνετε αυτά τα μέτρα, τι διέξοδο όμως προσφέρετε σ’ αυτά τα παιδιά»; Αποσκοπεί να παραπλανήσει και να παρηγορήσει αυτούς που πετιούνται στον Καιάδα, όταν γνωρίζει πολύ καλά ότι διέξοδος για τα παιδιά που αποτυγχάνουν δεν υπάρχει (σ.σ. εδώ δεν υπάρχει πολλές φορές για τους απόφοιτους των ΑΕΙ). Και αφήνει φυσικά στη μέση την πρότασή του για να μην αποκαλύψει τη βρόμικη σκέψη του: Διέξοδος είναι τα ΙΕΚ; Ή τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών για τους έχοντες και την οικονομική δυνατότητα, που οσονούπω θα γνωρίσουν πιένες με την κατάργηση του άρθρου 16 του συντάγματος;
Κοντολογίς, η ένταση του βαθμού δυσκολίας στα θέματα των πανελληνίων εξετάσεων συναρτάται άμεσα με τις δυο αυτές ρυθμίσεις της κυβέρνησης. Και έρχεται να νομιμοποιήσει στα μάτια της «κοινής γνώμης» τη θεσμοθέτησή τους.
Γιούλα Γκεσούλη








