Στο προηγούμενο φύλλο της Κόντρας σημειώναμε: Το απόλυτο μπάχαλο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων, στις κατηγορίες πτυχίων πολλών ταχυτήτων, στις αντιδράσεις ισχυρών επαγγελματικών ενώσεων, που αποτελούν και κορμό των μηχανισμών και θεσμών του αστικού κράτους, στην ακαδημαϊκότητα των τίτλων σπουδών και κυρίως στην ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών, των οποίων αναπόφευκτα θα σηματοδοτήσει την υποβάθμιση, θα επιφέρουν οι ρυθμίσεις του πολυνομοσχέδιου Γαβρόγλου για την ουσιαστική μετατροπή των Τμημάτων Μηχανικών των πρώην ΤΕΙ σε Πολυτεχνεία.
Τα νέα «βαφτίσια» των Τμημάτων αυτών απαιτούν απλά μια τυπική διαδικασία: Με Υπουργική Απόφαση τα Τμήματα Σχολών Μηχανικών Πανεπιστημίων (τα Τμήματα των πρώην ΤΕΙ δηλαδή) ορίζουν τη διάρκεια του πρώτου κύκλου σπουδών σε δέκα (10) ακαδημαϊκά εξάμηνα (5 έτη), κατόπιν πρότασης της οικείας Συγκλήτου. Επίσης, με ΥΑ καθορίζεται η αντιστοιχία αυτών των Τμημάτων Σχολών Μηχανικών Πανεπιστημίου με Τμήματα Πολυτεχνικών Σχολών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ύστερα από πρόταση επταμελούς επιτροπής! Για το λόγο αυτό, επίσης με ΥΑ ιδρύεται στο οικείο ΑΕΙ Πολυτεχνική Σχολή και εντάσσονται σε αυτήν τα Τμήματα της Σχολής Μηχανικών που έχουν οριστεί αντίστοιχα με Τμήματα Πολυτεχνικής Σχολής.
Το μπουρλότο που άναψαν οι αδίστακτοι συριζαίοι και ο Γαβρόγλου, πουλώντας ελπίδες σε χιλιάδες νέους να φοιτήσουν σε Πολυτεχνικές Σχολές που είχαν κοινωνική προβολή, επαγγελματική αποκατάσταση και απορρόφηση από την αγορά εργασίας (όλα αυτά προ κρίσης γιατί τώρα οι απόφοιτοι Πολυτεχνείων μαστίζονται πλέον από την ανεργία) και έχει αποκλειστικό στόχο την άγρα ψήφων, ανέβασε στα κάγκελα τα Πολυτεχνεία.
Θέλοντας να δώσουν ηχηρό μήνυμα στην κυβέρνηση και τον υπουργό Παιδείας να μην προχωρήσει στους σχεδιασμούς του, οι πρυτάνεις των Πολυτεχνείων και οι κοσμήτορες των Πολυτεχνικών Σχολών έδωσαν κοινή συνέντευξη Τύπου.
Κατήγγειλαν ότι πρόκειται για αντιγραφή τίτλων από καθιερωμένα τμήματα που οδηγεί σε εξαπάτηση των μαθητών και ότι προωθείται η μαζική παραγωγή νέων πανεπιστημιακών τμημάτων μηχανικών χωρίς προγράμματα σπουδών με το απαραίτητο εύρος και βάθος, χωρίς εργαστηριακές υποδομές και το απαραίτητο (σε αριθμό και επιστημονικά προσόντα) διδακτικό προσωπικό. «Πρόκειται για μια τεχνητή πανεπιστημοποίηση που παραβιάζει τις βασικές ακαδημαϊκές αρχές και που οδηγεί αναπόφευκτα σε υποβάθμιση του συνόλου των πανεπιστημιακών τίτλων σπουδών του μηχανικού» σημειώνει ο πρύτανης του ΕΜΠ Γ. Γκόλιας.
Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της απάτης που στήνεται σε βάρος των νέων και των οικογενειών τους, αρκεί να γνωρίζει ότι η υποδομή ενός Πολυτεχνείου κοστολογείται στα 2 δισ. ευρώ (τα στοιχεία δίνει ο πρύτανης του ΕΜΠ).
Η τεχνητή πανεπιστημιοποίηση των Τμημάτων Μηχανικών των ΤΕΙ θα οδηγήσει στο διπλασιασμό των πολυτεχνικών τμημάτων. Στα 44 πολυτεχνικά τμήματα που είναι ήδη στο μηχανογραφικό δελτίο προστίθενται επιπλέον 36, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό σε 80, ενώ 1 στους 5 εισακτέους θα είναι σε πολυτεχνική σχολή.
Ο πρύτανης του ΕΜΠ θεωρεί ότι «σε μια εποχή που τα ποσοστά ανεργίας στους μηχανικούς έχουν φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη και 35.000 περίπου μηχανικοί έχουν μεταναστεύσει για αναζήτηση εργασίας, ο υπερδιπλασιασμός των πανεπιστημιακών τμημάτων μηχανικών θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας και ετεροαπασχόλησης καθιστώντας το πανεπιστημιακό δίπλωμα μηχανικού χωρίς αντίκρισμα».
Είναι γνωστό ότι οι πρυτάνεις, εκφράζουν πάντα αντιδράσεις στην αύξηση του αριθμού των εισακτέων, καθώς θεωρούν ότι οι σπουδές πρέπει να συνδέονται στενά με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς εργασίας, που σήμερα είναι δυσοίωνες καθότι το επάγγελμα του μηχανικού έχει υποστεί τεράστιο πλήγμα και δεκάδες χιλιάδες νέοι μηχανικοί έχουν μεταναστεύσει, αναζητώντας επιβίωση και καλύτερες συνθήκες ζωής και εργασίας.
Οι απόψεις αυτές εδράζονται στην πεποίθηση ότι κανείς δεν πρέπει να βγαίνει έξω από τα όρια της σημερινής πραγματικότητας, δηλαδή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και ως εκ τούτου οι διεκδικήσεις του οφείλουν να έχουν κόκκινες γραμμές. Αντίθετα εμείς πιστεύουμε ότι η νεολαία της εργαζόμενης κοινωνίας έχει δικαίωμα να φοιτήσει σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, έως και την ανώτατη, χωρίς ταξικούς φραγμούς στην πραγματοποίηση των ονείρων της και γι’ αυτό οφείλει να συγκρουστεί με το σύστημα. Η επαγγελματική αποκατάσταση πρέπει να διαχωρίζεται από το δικαίωμα στη μόρφωση. Η ανεργία είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό και στην περίπτωσή μας με τη θέση της Ελλάδας στον διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας, με το στραγγαλισμό της από τα ξένα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, που έχουν αφανίσει τη βιομηχανία και την αγροτική παραγωγή και έχουν μετατρέψει τη χώρα σε χώρα γκαρσονιών και φθηνών υπηρεσιών.
Η άποψή μας, που έχει να κάνει με τη φύση του καπιταλισμού και τα συμπαρομαρτούντα του (π.χ. ανεργία) δε δικαιολογεί σε καμιά περίπτωση τη δημιουργία πανεπιστημιακών σχολών με το κιλό, χωρίς επιστημονική βάση, ποιότητα σπουδών και απαιτούμενη χρηματοδότηση.
Ζητώντας την απόσυρση όλων των σχετικών διατάξεων του πολυνομοσχέδιου, η απόφαση της Συγκλήτου του ΕΜΠ, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
Η Σύγκλητος του ΕΜΠ εκφράζει την ριζική αντίθεσή της με τις προωθούμενες αλλαγές στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας, που κατατέθηκε στη Βουλή. Με την διαδικασία και πάλι του επείγοντος προωθούνται σημαντικές αλλαγές στον χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης, με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς τεκμηριωμένες στρατηγικές και στόχους και χωρίς τη απαιτούμενη συναίνεση της ακαδημαϊκής και επαγγελματικής κοινότητας για τη σκοπιμότητα των προωθούμενων αλλαγών.
Ειδικότερα στον τομέα των σπουδών μηχανικού προωθείται η μαζική “παραγωγή” πανεπιστημιακών Tμημάτων μηχανικών. Σε μια εποχή που ο κλάδος των μηχανικών πλήττεται από δυσθεώρητα ποσοστά ανεργίας και οι νέοι απόφοιτοι μεταναστεύουν για να αναζητήσουν εργασία, το Υπουργείο Παιδείας διπλασιάζει τα Τμήματα μηχανικών της χώρας οδηγώντας με απόλυτη βεβαιότητα το σύνολο των αποφοίτων τους σε συνθήκες ακόμα μεγαλύτερης ανεργίας και ετεροαπασχόλησης.
Με το νομοσχέδιο παραβιάζονται βασικές ακαδημαϊκές αρχές με την συστηματική οικειοποίηση ονομασιών σημερινών πανεπιστημιακών γνωστικών αντικειμένων, χωρίς τις αντίστοιχες προϋποθέσεις. Τα νέα ιδρυόμενα πανεπιστημιακά Τμήματα μηχανικών δεν διαθέτουν προγράμματα σπουδών που καλύπτουν το εύρος και το βάθος των αντίστοιχων πανεπιστημιακών ειδικοτήτων, ούτε τις απαιτούμενες εργαστηριακές υποδομές αλλά ούτε και το απαιτούμενο διδακτικό προσωπικό. Η Σύγκλητος του ΕΜΠ επαναλαμβάνει τη θέση της, ότι σε κάθε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο ειδικότητας μηχανικού πρέπει να αντιστοιχεί ένας τίτλος σπουδών και όχι περισσότεροι, που οδηγούν σε κατατμήσεις και διασπάσεις αντικειμένων. Αυτό όμως πρέπει να επιτυγχάνεται με την εξασφάλιση των απαραίτητων ακαδημαϊκών προϋποθέσεων. Με την προωθούμενη τεχνητή πανεπιστημιοποίηση δεν εξασφαλίζεται καμιά τέτοια προϋπόθεση, ούτε και οι απαιτούμενοι προϋπολογισμοί στα νέα αλλά και στα υφιστάμενα Τμήματα, γεγονός που οδηγεί αναπόφευκτα σε υποβάθμιση του συνόλου των πανεπιστημιακών τίτλων σπουδών μηχανικού».
Η Σύγκλητος αναφέρεται και στην πρωτάκουστη και προκλητική απόφαση των συριζαίων να καταργήσουν ουσιαστικά το άρθρο 16 του Συντάγματος, προωθώντας την ανωτατοποίηση των κολλεγίων, κάτι που δεν τόλμησαν να κάνουν όλες οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις, μολονότι έστρωναν το δρόμο γι’ αυτό (αρχής γενομένης από τη Γιαννάκου), καταργώντας το ΔΟΑΤΑΠ και διαχωρίζοντας την ακαδημαϊκή ισοτιμία από τα επαγγελματικά προσόντα.
Ιδού το χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Σε σχέση με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, που αφορούν την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων, η Σύγκλητος του ΕΜΠ καλεί την Πολιτεία να αναστείλει την διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας των πτυχίων Πανεπιστημίων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που περιλαμβάνουν και τίτλους σπουδών κολλεγίων που λειτουργούν στην Ελλάδα, καθώς και των πτυχίων Ελληνικών Κολλεγίων με προγράμματα πιστοποιημένα από διεθνείς οργανισμούς πιστοποίησης. Η διαδικασία αυτή βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 16 του Συντάγματος, ενώ παράλληλα οδηγεί στον παραλογισμό πτυχία που δεν εξασφαλίζουν αναγνώριση ακαδημαϊκής ισοδυναμίας να δίνουν δυνατότητα αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας, συρρικνώνοντας ακόμα περισσότερο τις επαγγελματικές προοπτικές των αποφοίτων των Πολυτεχνείων».
Με πρόεδρο δεξιό και με παρασκηνιακές συμφωνίες, των οποίων το περιεχόμενο δε γνωρίζουμε, που οδήγησαν και στη δημιουργία μητρώου μηχανικών των ΤΕΙ, είναι φυσικό η ανακοίνωση του ΤΕΕ να κινείται σε πολύ ηπιότερους τόνους.
«…Το ΤΕΕ, με βάση αποφάσεις της Διοικούσας Επιτροπής και της Αντιπροσωπείας έχει επανειλημμένα εκφράσει το αίτημά του, η λειτουργία νέων Πανεπιστημιακών Τμημάτων, πόσο μάλλον Πανεπιστημίων όπως το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής ή οι συγχωνεύσεις Πανεπιστημίων – Τ.Ε.Ι., να στηρίζονται σε μία τεκμηριωμένη ανάλυση των αναγκών άσκησης του επαγγέλματος και σε αυτή τη βάση να λαμβάνεται υπόψη η γνώμη του, η οποία εν προκειμένω δε ζητήθηκε. Ειδικότερα, για την απαραίτητη διάρθρωση της πυραμίδας των τεχνικών επαγγελμάτων, η Αντιπροσωπεία του Τ.Ε.Ε. έχει και πρόσφατα ρητά διατυπώσει την αναγκαιότητα της διαβάθμισης των εκπαιδευτικών επιπέδων, ώστε να διαβαθμίζεται ανάλογα και η τεχνική ευθύνη.
Οι διπλωματούχοι Μηχανικοί στην ανώτατη βαθμίδα τεχνικής ευθύνης εκπονούν μελέτες, κάνουν επιβλέψεις και διαχειρίζονται ολοκληρωμένα έργα και εφαρμογές, ενώ οι πτυχιούχοι Τ.Ε.Ι., μπορούν να μετέχουν σε ομάδες μελέτης, επίβλεψης και έχουν το δικαίωμα εφαρμογών.
Με το σκεπτικό ότι σε κάθε γνωστικό αντικείμενο ειδικότητας μηχανικών πρέπει να αντιστοιχεί ένας τίτλος σπουδών, θεωρούμε απαραίτητο να διακρίνονται οι τίτλοι των νέων Τμημάτων ή Σχολών 4ετών σπουδών στα Πανεπιστήμια και σε κάθε περίπτωση να φέρουν επεξηγηματικό τίτλο, σε επίρρωση της ως άνω τοποθέτησης για τη διαβάθμιση της τεχνικής ευθύνης κατά την άσκηση του επαγγέλματος…».
Από την πλευρά της, η Τόνια Μοροπούλου καθηγήτρια του ΕΜΠ και πρόεδρος αντιπροσωπείας του ΤΕΕ σημειώνει: «Η αναβάθμιση που επαγγέλλεται το ν/σ του υπουργείου Παιδείας με την αναγόρευση σε 5ετείς των 4ετών σπουδών των τμημάτων ΤΕΙ που ενσωματώνονται σε πανεπιστήμια δεν μπορεί αυτόματα να διασφαλίσει την απαραίτητη για το επάγγελμα του μηχανικού ποιότητα. Οι προϋποθέσεις της ποιότητας των σπουδών δεν είναι δεδομένες. Αφορούν σοβαρές υποδομές, διδακτικό προσωπικό κουλτούρας μηχανικών και προγράμματα σπουδών που πρέπει να θεμελιώνονται στις βασικές επιστήμες, να αναπτύσσονται στον κορμό των βασικών ειδικοτήτων των μηχανικών και να υλοποιούνται με εκπαιδευτικές διαδικασίες αυτενέργειας και κριτικής γνώσης για την επίλυση σύνθετων προβλημάτων σε μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα σε συνθήκες ρίσκου».
Γιούλα Γκεσούλη
Σαν τον κλέφτη, αργά το βράδυ της περασμένης Τρίτης, ο υπουργός Παιδείας κατέθεσε στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο-σκούπα για να συζητηθεί με τη διαδικασία του επείγοντος και να ψηφιστεί μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, όταν φοιτητές, εκπαιδευτικοί και μαθητές θα είναι σε διακοπές.
Τίποτε δε σέβονται οι συριζαίοι. Ολη η δημαγωγία τους ότι τάχα αυτοί διαφέρουν από τις άλλες αστικές κυβερνήσεις , ότι δε θέλουν να ψηφίζουν με διαδικασίες fast track νόμους που αφορούν σπουδαία ζητήματα, όπως αυτό της Παιδείας, οι επιπτώσεις των οποίων είναι σοβαρές και μακροχρόνιες και αφορούν το μέλλον των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, τη ζωή, τα όνειρα και το μέλλον της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας, κατέρρευσε για μια ακόμα φορά.
Ξεσκίστηκε το δημαγωγικό προσωπείο τους και απέδειξαν ότι είναι και εξουσιομανείς και αλαζόνες, αφού γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους όλες τις αντιδράσεις. Τους μαθητές, επειδή δεν έχουν δείξει ακόμη τη δυναμική τους ως κίνημα, τους έχουν φτυσμένους. Τους πανεπιστημιακούς, όμως, των Πολυτεχνείων, που ανέβηκαν σύσσωμοι στα κάγκελα; Ακόμα και πρόσωπα και μηχανισμούς που έχουν θεσμικό ρόλο στο αστικό σύστημα εξουσίας (π.χ. πρυτάνεις, ΤΕΕ) τους αγνοούν.
Η απάντηση δε βρίσκεται σε κάποιες ιδεοληψίες του ΣΥΡΙΖΑ ή στην προσπάθεια να αποδείξουν ότι αυτοί κάνουν ρηξικέλευθες και ριζοσπαστικές παρεμβάσεις στα ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα, όπως τους κατηγορεί η αστική αντιπολίτευση. Βρίσκεται σε μια χωρίς όρια και ενδοιασμούς προσπάθεια για την άγρα ψήφων, προκειμένου να μη χάσουν την καρέκλα και την κουτάλα της εξουσίας. Βρίσκεται στις διαβεβαιώσεις που έχουν δώσει στα ξένα αφεντικά τους (ΕΕ, ΟΟΣΑ, ΗΠΑ), ότι θα υλοποιήσουν με κάθε κόστος τις απαιτήσεις τους (Κοινός Ευρωπαϊκός Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης, προώθηση της Μπολόνια με υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών, πτυχία πολλών ταχυτήτων, περιορισμός της τάσης της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση, φθηνούς και ευέλικτους εργαζόμενους με γνώσεις μιας χρήσης, στροφή στην ειδίκευση σε τομείς που απαιτεί η καπιταλιστική αγορά, κ.τλ.).