Συνάντηση με την ΟΛΜΕ και αντιπροσωπεία των εκπαιδευτικών της τεχνικοεπαγγελματικής εκπαίδευσης (ΤΕΕ) που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα είχε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.
Εκεί πια έπεσαν όλες οι μάσκες και οι εκπαιδευτικοί πήραν το μήνυμα να μην περιμένουν τίποτε από τη συγκυβέρνηση όσον αφορά ουσιαστικές παρεμβάσεις στο εργασιακό τους μέλλον, στον μισθό τους και στη βελτίωση της λειτουργίας του δημόσιου σχολείου.
Το τι διεμήφθη στη συνάντηση το μαθαίνουμε από τις ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών παρατάξεων που συμμετέχουν στην ΟΛΜΕ (ΠΑΜΕ, Αγωνιστικές Παρεμβάσεις Συσπειρώσεις Κινήσεις ΔΕ) και όχι από τα επίσημα «χείλη» της Ομοσπονδίας, καθότι πρόεδρος της ΟΛΜΕ είναι συριζαίος, ο οποίος, όπως καταγγέλλουν οι υπόλοιποι, θεώρησε πρέπον να συμπεριφερθεί ως κυβερνητικός συνδικαλιστής (οι συριζαίοι δεν έσπασαν τον κανόνα που ισχύει διαχρονικά για τους γραφειοκράτες συνδικαλιστές που το κόμμα τους ασκεί κυβερνητική εξουσία).
Στη συνάντηση τέθηκε το θέμα των εκπαιδευτικών που βρίσκονται πάνω από 20 μήνες σε καθεστώς διαθεσιμότητας, ενώ δεκάδες από αυτούς είναι απλήρωτοι από τις 22 Μαρτίου του 2014. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας απάντησε ότι «υπάρχει η πολιτική δέσμευση να επιστρέψουν όλοι στις θέσεις τους», δήλωση πολύ αόριστη, που αφήνει ανοιχτό το χρόνο επιστροφής αυτών των εκπαιδευτικών στις θέσεις τους. Η άρνηση του υπουργείου να θέσει σαφές χρονοδιάγραμμα επιστροφής αυτών των εκπαιδευτικών δεν είναι θέμα μόνο γραφειοκρατικών διαδικασιών, όπως ισχυρίστηκε ο υπουργός Παιδείας. Οι απολύσεις στο δημόσιο και οι διαθεσιμότητες είναι ένα από τα ζητήματα στα οποία επέμενε η τρόικα και τώρα η προειδοποίηση από τους «εταίρους» για «αυστηρή τήρηση των δεσμεύσεων» δεν αφήνει περιθώρια για «μονομερείς ενέργειες» στη συγκυβέρνηση.
Το υπουργείο Παιδείας, βέβαια, ισχυρίζεται ότι οι επανατοποθετήσεις των εκπαιδευτικών υπό διαθεσιμότητα στις θέσεις τους, θα αφαιρεθούν από τις 15.000 νέες προσλήψεις που αφορούν όλο το Δημόσιο. Ακόμη, όμως, κι αν πάρουμε τοις μετρητοίς αυτή την εξαγγελία -ότι δηλαδή θα διοριστούν 15.000 νέοι υπάλληλοι σε όλο το Δημόσιο-τούτο σημαίνει ότι και την επόμενη σχολική χρονιά χιλιάδες θα είναι τα κενά στα σχολεία. Αφού φέτος, δυόμισι μήνες πριν το τέλος της σχολικής χρονιάς, τα κενά μόνο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι 3.000 (1.500 στη γενική εκπαίδευση και 1.500 στην ειδική αγωγή) και έχουν προσληφθεί 20.000 αναπληρωτές. Αν δε, πάρουμε υπόψη μας ότι στους αριθμούς αυτούς θα προστεθούν και οι πρόσθετες ανάγκες από τις νέες συνταξιοδοτήσεις (υπολογίζονται σε 6.000-7.000) αντιλαμβανόμαστε το μεγάλο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν τα σχολεία την επόμενη χρονιά, δεδομένης και της δέσμευσης Μπαρουφάκη για περαιτέρω μείωση των δαπανών για Παιδεία, Υγεία, κ.λπ. [μείωση ξανά «σε κάθε τομέα των κυβερνητικών δαπανών (π.χ. εκπαίδευση, άμυνα, μεταφορές, τοπική αυτοδιοίκηση, κοινωνικές παροχές)» αναφέρει «η λίστα Βαρουφάκη»].
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου αρνήθηκε να δεσμευτεί και για την αναπλήρωση των οικονομικών απωλειών που είχαν οι εκπαιδευτικοί στο διάστημα της διαθεσιμότητας, ενώ για το θέμα της μισθοδοσίας των 85 εκπαιδευτικών που παραμένουν απλήρωτοι από τις 22/3/2014 παρέπεμψε την υπόθεση στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Σαφέστατη και κατηγορηματική υπήρξε η άρνηση του υπουργείου, όταν τέθηκε το θέμα του ξεπαγώματος της μισθολογικής εξέλιξης και των αυξήσεων στους πενιχρότατους μισθούς των εκπαιδευτικών. Θέση που συμπλέει απόλυτα με τις δεσμεύσεις της «λίστας Βαρουφάκη» στην οποία προαναγγέλλεται νέα επίθεση στους μισθούς, αφού η κυβέρνηση δεσμεύεται να «μεταρρυθμίσει το πλέγμα των μισθών του δημοσίου τομέα με σκοπό να αποσυμπιέσει την κατανομή των μισθών μέσω αύξησης της παραγωγής και κατάλληλων πολιτικών προσλήψεων χωρίς να μειώνονται τα τρέχοντα κατώτατα επίπεδα μισθών, διασφαλίζοντας όμως ότι δεν θα αυξηθεί το κονδύλι των μισθών του δημοσίου». Κι ακόμη «να εξορθολογήσει τα μη μισθολογικά επιδόματα, για να μειωθούν οι συνολικές δαπάνες». Σημειώνουμε επίσης ότι στο email Βαρουφάκη δεν γίνεται πουθενά λόγος για επαναπροσλήψεις, ενώ γίνεται λόγος μόνο για «αξιοκρατικούς διορισμούς σε διοικητικές θέσεις», για «πραγματική αξιολόγηση των υπαλλήλων» και για «μεγιστοποίηση της κινητικότητας».
Με δεδομένες τις αναφορές της «λίστας Βαρουφάκη», αλλά και αυτές του Κατρούγκαλου για σύνδεση μισθού-βαθμού με την παραγωγικότητα μέσω του μηχανισμού της «νέας μη τιμωρητικής αξιολόγησης» («Να οργανώσουμε τη διοίκηση ώστε κανείς να μην αισθάνεται ότι απειλείται, κανείς να μην έχει την αίσθηση ότι η αξιολόγηση που θα κάνουμε θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά πράγματι απ’ την αξιολόγηση αυτοί που δίνουν παραπάνω από τον εαυτό τους στη δουλειά τους να μπορούν να έχουν μια πιο γρήγορη εξέλιξη, να μπορούν να επιλέγονται πιο δικαιοκρατικά στις θέσεις των προϊσταμένων»), αντιλαμβανόμαστε και την αξία των δηλώσεων της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας για «πάγωμα» της αξιολόγησης.
Στη συνάντηση το υπουργείο επανέλαβε τη γνωστή θέση για κατάργηση της τράπεζας θεμάτων, απάντηση, όμως, δεν έδωσε για το τι θα γίνει με την οριστική κατάργηση του νόμου 4186/2013 για το «νέο Λύκειο», παραπέμποντας ουσιαστικά στις ελληνικές καλένδες τις περίφημες εξαγγελίες για ένα «ενιαίο Λύκειο θεωρίας και πράξης» (ας μη μιλήσουμε καλύτερα για το στόχο της ελεύθερης πρόσβασης).
Οσον αφορά στη μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, στην άμεση οικονομική ενίσχυση των σχολικών επιτροπών, στην επαναφορά του διδακτικού ωράριου στα προηγούμενα επίπεδα (που υπήρξε και προεκλογική δέσμευση του αναπληρωτή υπουργού Τάσου Κουράκη), στην επαναλειτουργία των σχολείων που συγχωνεύτηκαν-καταργήθηκαν, στους μαζικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, η απάντηση του υπουργείου ήταν «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε», καθώς όλα αυτά απαιτούν χρήματα που «δεν μπορούν να δοθούν».
Παρά, λοιπόν, τα λιγοστά φτιασιδώματα, οι εκπαιδευτικοί εισέπραξαν «μία από τα ίδια» στη συνάντηση με τη νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.
ΥΓ: Η ίδια εικόνα υπήρξε και στη συνάντηση της ΔΟΕ με το υπουργείο Παιδείας. Σημειώνουμε επιπροσθέτως ότι δεν υπήρξε καμιά δέσμευση για την προσχολική αγωγή και για την ειδική αγωγή (δήλωση του προέδρου της ΔΟΕ).
Σύμφωνα δε, με το δελτίο Τύπου του υπουργείου «ο Αναπληρωτής Υπουργός πληροφόρησε το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΟΕ ότι το θέμα της αποδέσμευσης της μέχρι σήμερα αξιολόγησης, από την μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη θα ρυθμιστεί συνολικά στο χώρο του δημοσίου με τις αναγκαίες ρυθμίσεις από τα αρμόδια Υπουργεία», όπερ και παραπέμπει στις αναφορές της «λίστας Βαρουφάκη» και στις δηλώσεις Κατρούγκαλου.