Δεκαπέντε μέρες πριν κλείσουν τα σχολεία και χωρίς να ρωτηθεί το εκπαιδευτικό προσωπικό και οι γονείς των μαθητών (κατά τα άλλα η Διαμαντοπούλου έχει κρεμάσει παντιέρα τη «δημόσια διαβούλευση»), το υπουργείο Παιδείας όρισε τα 800 σχολεία, που από το Σεπτέμβρη θα λειτουργήσουν με το «ενιαίο αναμορφωμένο πρόγραμμα». Η εγκύκλιος διευκρινίζει ότι ουδεμία σχέση έχουν αυτά με τα πιλοτικά ολοήμερα που θα λειτουργήσουν από τη σχολική χρονιά 2010-2011, αλλά ότι αποτελούν «δέσμη άμεσων μέτρων» στην προοπτική του «νέου σχολείου».
Το υπουργείο επιθυμεί να συνηθίσουν μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς σ’ ένα εντατικοποιημένο πρόγραμμα, που δεν θα παρέχει ολόπλευρη μόρφωση, αλλά αποσπασματικές γνώσεις και δεξιότητες απαραίτητες για την αγορά, που θα είναι παράλληλα «ευέλικτο» και θα υλοποιείται «χωρίς δαπάνη του τακτικού προϋπολογισμού», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας. Οι βαρύγδουπες αναφορές ότι «οι άμεσες παρεμβάσεις ανταποκρίνονται στα αιτήματα για την καλλιέργεια του παιδιού με την προσφορά νέων διδακτικών αντικειμένων» καμιά σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα. Η απόκτηση βαθιάς και πλατιάς γνώσης, που προϋποθέτει την ουσιαστική επαφή με τις ιστορικές, φιλοσοφικές και φυσικές επιστήμες, η ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας μέσα από την προώθηση της συλλογικής δουλειάς , η επαφή με τον πλούτο του πολιτισμού και τα επιτεύγματα της παγκόσμιας τέχνης και η ανάδειξη των ιδιαίτερων κλίσεων και χαρισμάτων των μαθητών δεν είναι αποτέλεσμα μιας προσθετικής λογικής εισαγωγής νέων γνωστικών αντικειμένων στη σχολική τάξη και βομβαρδισμού των παιδιών με πληροφορίες. Αντίθετα, η προσθετική αυτή λογική, που υλοποιείται με την αύξηση των ωρών διδασκαλίας (10 επιπλέον ώρες στην Α΄ και Β΄ Δημοτικού!, 5 στη Γ΄ και Δ΄ και 3 στην Ε΄ και ΣΤ΄ ), και την εισαγωγή γνωστικών αντικειμένων, όπως π.χ. τα Αγγλικά και οι Η/Υ από την Α΄ Τάξη θα φέρει την εξόντωση των μικρών μαθητών, από πολύ νωρίς την αποστροφή για το σχολείο και τη γνώση και τελικά την αμάθεια και την αμορφωσιά.
Σκεφτείτε ένα μικρό παιδί 6 χρονών να είναι καθηλωμένο στο θρανίο από τις 8:10 το πρωί ως τις 14:00 το μεσημέρι, γιατί τόσο θα διαρκεί πλέον το υποχρεωτικό πρόγραμμα για όλες τις τάξεις. Σκεφτείτε, τώρα, να παραμένει στο σχολείο και μετά τις 14:00, γιατί οι γονείς του εργάζονται και να αποχωρεί στις 15:30 ή στις 16:15, που ορίζει το νέο πρόγραμμα, για να αρχίσει μετά το μαραθώνιο των εξωσχολικών δραστηριοτήτων και της προετοιμασίας των μαθημάτων της επόμενης ημέρας. Η Διαμαντοπούλου ισχυρίζεται ότι «η τσάντα θα μένει στο σχολείο», όμως είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο μαθητής θα επιβαρυνθεί με πρόσθετες ώρες προετοιμασίας, μιας και τα διδακτικά αντικείμενα αυξάνονται, ενώ και τα φροντιστήρια θα κρατούν καλά και θα επεκταθούν και στις μικρές τάξεις, αφού το «παιδί δεν θα πρέπει να υστερεί στο σχολείο», στο οποίο θα μπουν τα Αγγλικά από την Α΄ Τάξη, όταν το «πρωτάκι» μόλις έχει αρχίσει να διαβάζει και γράφει την ελληνική. Γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσική Αγωγή, Αισθητική Αγωγή (μουσική, χορός, θεατρική αγωγή), Αγωγή Υγείας, Αγγλικά, Πληροφορική αποτελούν χωριστά μαθήματα υπηρετώντας τον κατακερματισμό και την πολυδιάσπαση, διδασκόμενα από καθέδρας, με φορμαλιστικό τρόπο (η αναλυτικοσυνθετική μέθοδος, η παρατήρηση, το πείραμα, τα εποπτικά μέσα, η υλικοτεχνική υποδομή, οι συλλογικές εργασίες, οι επισκέψεις σε μουσεία, θέατρα, χώρους πολιτισμού, κ.λπ. είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο).
Το επικοινωνιακό παιχνίδι της Διαμαντοπούλου («πρώτα ο μαθητής», «σεβασμός στον εκπαιδευτικό») αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά κακόγουστο και φθηνό. Δεν αρκεί η εξόντωση των μικρών μαθητών. Προσθέστε και τα τμήματα των 28 μαθητών (όριο 25+ 10% ανά τάξη, σύμφωνα με την Χριστοφιλοπούλου), τις συμπτύξεις-καταργήσεις τμημάτων, αλλά και το ότι το «ενιαίο αναμορφωμένο πρόγραμμα» ως τις 16:15 μ.μ. θα πραγματοποιείται εκ των ενόντων, από τα «περισσεύματα» των εκπαιδευτικών. Η εγκύκλιος του υπουργείου Παιδείας είναι σαφής: «Το σύνολο των θέσεων ειδικοτήτων θα καλυφθεί από το υπάρχον προσωπικό στα σχολεία αυτά και για τις περιπτώσεις των επιπλέον κενών από το πλεονάζον προσωπικό ειδικοτήτων στη Β/θμια εκπαίδευση». Δηλαδή η απαίτηση για προσθήκη νέων γνωστικών αντικειμένων και ενίσχυση κάποιων άλλων θα καλύπτεται πρώτα και κύρια από την ανάθεση δεύτερης ειδικότητας σε εκπαιδευτικούς, από την ανάθεση υποχρεωτικών υπερωριών, από μετακινήσεις εκπαιδευτικών από σχολείο σε σχολείο και από τη Β/θμια στην Α/θμια. Από κει θα προκύπτει και το «πλαίσιο προγράμματος των 10 ωρών» που θα διαμορφώνει -υποτίθεται- ο σύλλογος διδασκόντων «σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες των μαθητών». Το πρόγραμμα θα καθορίζεται με βάση τις ώρες που περισσεύουν από το διδακτικό ωράριο κάποιων εκπαιδευτικών ή από την προθυμία που θα επιδείξουν κάποιοι καλοθελητές να αναλάβουν υπερωρίες (και βεβαίως θα είναι διαφορετικό από σχολείο σε σχολείο, κάνοντας σκόνη τις παπάρες περί «ενιαίου προγράμματος») και πάντως όχι βάσει των «πραγματικών αναγκών των μαθητών». Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι η εγκύκλιος δίνει μεγάλα περιθώρια στο σύνολο των ωρών για κάθε μάθημα που θα προτείνει ο σύλλογος διδασκόντων (μέχρι 10 ώρες μελέτη στις μικρότερες τάξεις, μέχρι 5 ώρες Γυμναστική, μέχρι 5 ώρες Αγγλικά, κ.λπ.). Οπως αντιλαμβάνεστε, το υπουργείο επιθυμεί φθηνές, ανέξοδες λύσεις, που υποβαθμίζουν και εξευτελίζουν μαθητές και εκπαιδευτικούς. Προσθέστε τώρα και το γεγονός ότι στο απογευματινό πρόγραμμα λειτουργίας του σχολείου προβλέπεται ένας δάσκαλος για 5 τμήματα (ανομοιογενή και με μεγάλο αριθμό μαθητών), που σε 40΄, μετά την κατ’ επίφαση 35λεπτη «σίτιση και χαλάρωση» των μαθητών, θα βοηθά τους κατακουρασμένους μαθητές στη μελέτη των μαθημάτων της επόμενης μέρας, για να βγάλετε συμπέρασμα.
Με την εμφάνιση ακόμα του ολοήμερου σχολείου υποστηρίξαμε ότι αυτό δεν έχει στο κέντρο του ενδιαφέροντός του το παιδί και τις ανάγκες του. Αλλά ότι αποτελεί προσαρμογή του σχολείου στις άγριες εργασιακές συνθήκες της αγοράς, που θέλουν τους γονείς-εργαζόμενους λάστιχο, δεμένους στη γαλέρα των καπιταλιστικών κάτεργων, αποσπασμένων από κάθε έγνοια για τη φροντίδα των παιδιών τους. Το ολοήμερο σχολείο ιδρυματοποιεί τα παιδιά και τα εξαναγκάζει διά της μακράς παρουσίας τους στο σχολείο, και μάλιστα σε συνθήκες απαράδεκτες, να υιοθετούν συμπεριφορές προσομοιάζουσες στην υποταγμένη συμπεριφορά του εργάτη-δούλου των αφεντικών. Αποτέλεσε δε από της εμφανίσεώς του δούρειο ίππο για την άλωση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών (αθρόα είσοδος ωρομίσθιων), ενώ πάντα το πρόγραμμά του διαμορφωνόταν τυχαία (ανάλογα με τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών που προσλαμβάνονταν και με βάση την ατμόσφαιρα που διαμόρφωναν τα πρότυπα των αναγκών της αγοράς). Τα 800 ολοήμερα σχολεία της Διαμαντοπούλου σ’ αυτό τον πυρήνα κινούνται, φέρνουν, όμως, μαζί τους την αύξηση του διδακτικού ωραρίου των μαθητών (υποχρεωτικά ως τις 14:00 για όλα τα παιδιά), την εντατικοποίηση, τον εξοπλισμό με τις νέες δεξιότητες που απαιτεί η καπιταλιστική αγορά (αγγλικά και Η/Υ από την Πρώτη) και βεβαίως την περαιτέρω επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών. Γι’ αυτό, παρά τα μεσοβέζικα λόγια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (που δε χάνει την ευκαιρία να διατυμπανίσει ότι είναι υπέρ του ολοήμερου σχολείου), δεν έγιναν καλοδεχούμενα από τους εκπαιδευτικούς.
Γιούλα Γκεσούλη