Οσοι συνεχίζουν να τρέφουν αυταπάτες για το χαρακτήρα και το αποτέλεσμα της αξιολόγησης στην εκπαίδευση, ας δουν το πολύ πρόσφατο παράδειγμα των διοικητικών υπάλληλων των ΑΕΙ. Οι οποίοι προγράφηκαν κυριολεκτικά (1.349 από αυτούς), ανεξάρτητα από τις εκθέσεις αυτοαξιολόγησης που υπέβαλαν οι διοικήσεις των Πανεπιστημίων, που απεδείκνυαν ότι δεν υπάρχουν περιθώρια στα ιδρύματα για αποψίλωση του διοικητικού τους προσωπικού.
Η αξιολόγηση δεν έχει στόχο τη «βελτίωση του παρεχόμενου έργου», όπως διατείνεται το υπουργείο Παιδείας. Είναι εξοργιστικό αυτοί που διαλύουν το δημόσιο σχολείο, που του έχουν βάλει τη θηλιά στο λαιμό πετσοκόβοντας τις λειτουργικές δαπάνες, που συρρικνώνουν τις δομές του, που στοιβάζουν στις τάξεις τα παιδιά, που έχουν οδηγήσει τους δασκάλους του στην εξαθλίωση, που συνειδητά εκπονούν αναλυτικά προγράμματα που με το περιεχόμενο και τις διαδικασίες τους προωθούν την ιδεολογία των κυρίαρχων και ισχυρών και διαμορφώνουν τον άνθρωπο της μερικής δεξιότητας, μελλοντικό απλό γρανάζι της καπιταλιστικής μηχανής, στραγγαλίζοντας τις δυνατότητες ολόπλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, να παριστάνουν τώρα τους κήνσορες. Και να φορτώνουν στις πλάτες του δάσκαλου όλα τα δεινά, δείχνοντάς τον με το δάκτυλο ως υπαίτιο των δεινών της εκπαίδευσης.
Κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας έχουν κάθε λόγο να κρύβουν την αλήθεια. Η αξιολόγηση τους βολεύει μια χαρά. Γιατί διώχνουν από πάνω τους κάθε ευθύνη και τη φορτώνουν στον αποδιοπομπαίο τράγο, τον εκπαιδευτικό. Ενώ είναι ένας πρώτης τάξεως μηχανισμός, ώστε να επιτυγχάνεται η μισθολογική και βαθμολογική καθήλωση του εκπαιδευτικού, σύμφωνα με το νέο ενιαίο μισθολόγιο-φτωχολόγιο και δρόμος για τη νομιμοποίηση των απολύσεων και στην εκπαίδευση.
Το υπουργείο Παιδείας έχει ήδη στήσει το νομοθετικό πλαίσιο (την άλλη εβδομάδα εκδίδεται και το σχετικό ΠΔ, σύμφωνα με τον Αρβανιτόπουλο) και τώρα, μετά και το άδοξο τέλος της απεργίας των καθηγητών στις αρχές του Σεπτέμβρη και το στραγγάλισμα της μεγάλης απεργίας των διοικητικών υπάλληλων των ΑΕΙ, θεωρεί πως έχει λυμένα τα χέρια να προχωρήσει και στην πρακτική εφαρμογή της.
Με εγκύκλιό του (αριθμός πρωτοκόλλου 157842/Γ1 23-10-2013) προς τα στελέχη της εκπαίδευσης (Περιφερεια- κούς Διευθυντές ΠΕ και ΔΕ, Προϊστάμενους Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, Διευθυντές ΠΕ και ΔΕ, Σχολικούς Συμβούλους) διαμηνύει πως ξεκινούν τα σχετικά σεμινάρια, ώστε στη συνέχεια αυτοί να πάρουν τη σκυτάλη για τα περαιτέρω.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, «ο θεσμός της αξιολόγησης θα επεκταθεί τη φετινή σχολική χρονιά σε όλες τις μονάδες Προσχολικής, Δημοτικής και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Σε πρώτη φάση, θα πραγματοποιηθεί ενημέρωση/επιμόρφωση των Σχολικών Συμβούλων και όλων των Διευθυντών Διευθύνσεων, για να ακολουθήσει σταδιακή ενημέρωση/επιμόρφωση όλων των Διευθυντών των σχολικών μονάδων της χώρας.
Τα σεμινάρια θα πραγματοποιηθούν στις 13 περιφέρειες της χώρας και την ευθύνη της επιμόρφωσης θα έχουν η Επιστημονική Ομάδα του Εργου της Αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Εργου (ΑΕΕ) με φορέα υλοποίησης το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π) και τις υπηρεσίες του Υ.ΠΑΙ.Θ..
Επιπλέον, η γενίκευση του θεσμού θα υποστηριχθεί από τη λειτουργία του Παρατηρητηρίου της ΑΕΕ, στο οποίο έχει αναρτηθεί το εκπαιδευτικό υλικό, μεθοδολογία και εργαλεία εφαρμογής, καλές πρακτικές και αποτελέσματα από την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος στα σχολεία.
Κατά την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος, που βρίσκεται στη φάση της ολοκλήρωσης, συμμετείχαν 500 σχολικές μονάδες και 5000 εκπαιδευτικοί, ενώ υποστηρίχθηκε αποτελεσματικά από τους Σχολικούς Συμβούλους ΠΕ και ΔΕ και τις υπηρεσίες του ΥΠΑΙΘ σε περιφερειακό και σε κεντρικό επίπεδο.
Τα αποτελέσματα από την υλοποίηση του έργου της ΑΕΕ είναι πολύ καλά. Τα σχολεία εφάρμοσαν διαδικασίες αυτοαξιολόγησης και υλοποίησαν ποικίλα και ποιοτικά σχέδια δράσης για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου στο σχολείο. Αναπτύχθηκε η επικοινωνία και η συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών, βελτιώθηκε το κλίμα και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας, υποστηρίχθηκε η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, ενισχύθηκε η εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς το σχολείο».