Οποτε αναφερόμαστε στον κρατικό προϋπολογισμό συνήθως τον συνοδεύουμε με τον άκρως επιεική χαρακτηρισμό «κωλόχαρτο». Κι αυτό γιατί, ενώ θεωρητικά αποτυπώνει την απόδοση της ελληνικής οικονομίας βάσει του κυβερνητικού σχεδιασμού, στην πραγματικότητα αποτυπώνει την απόδοση βάσει του ευρωπαϊκού ελέγχου. Είτε λέγεται μνημόνια είτε ενισχυμένη εποπτεία είτε δημοσιοοικονομική παρακολούθηση.
Τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου- Δεκεμβρίου 2022 έρχονται να προστεθούν στην ακολουθία αυτών των εποπτευόμενων προϋπολογισμών. Σε μια χρονική συγκυρία που τα οικονομικά μεθεόρτια της Covid συνδυάζονται με την οικονομική κρίση που έχει προκαλέσει ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία, το λαϊκό εισόδημα εξακολουθεί να εξανεμίζεται από τη φορολογία. Θα επικεντρωθούμε στις μεταβολές που συμβαίνουν από χρόνο σε χρόνο, παρά στις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών που αναμορφώνονται συνεχώς για να ευλογούν τα γένια τους.
Συγκεκριμένα, τα έσοδα από φόρους (βάσει των προσωρινών στοιχείων) κινήθηκαν στα 59.598 εκ. ευρώ έναντι 54.878 εκ. ευρώ που ήταν το ποσό για το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Σχεδόν 5 δισ. παραπάνω! Αν πάμε ένα μήνα νωρίτερα, που υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, φαίνεται ξεκάθαρα ποιος πληρώνει και αυτές τις κρίσεις. Το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου- Νοεμβρίου τα κρατικά έσοδα από 42,932 δισ. ευρώ το 2021 έφτασαν τα 50,178 δισ. ευρώ το 2022. Αυτά τα επιπλέον 7 δισ. ευρώ προέρχονται κυρίως από άμεσους και έμμεσους φόρους.
Τα 3,7 δισ. είναι η μεταβολή ανάμεσα στις δύο χρονιές για τον ΦΠΑ λοιπών προϊόντων και υπηρεσιών. Ας κάνουμε μια μετάφραση αυτού του αριθμού: σε μια χρονιά που ο πληθωρισμός άγγιξε επίσημα το 12% και οι τιμές εκτοξεύτηκαν, η διατήρηση των φορολογικών συντελεστών του ταξικού ΦΠΑ ισοπέδωσε τα λαϊκά εισοδήματα. Για να γίνει ακόμα καλύτερα αντιληπτή η ληστεία, η αντίστοιχη μεταβολή για τις «φυσιολογικές» χρονιές 2018 και 2019 ήταν 0,8 δισ. Τέλος, στο σκέλος των φορολογικών εσόδων, 0,7 δισ. προήλθε από τον ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή και περίπου 0,8 δισ. ευρώ από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Αντίθετα, στο σκέλος των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού, τα πράγματα είναι πιο απλά. Για το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου- Δεκεμβρίου 2022 οι κρατικές δαπάνες κινήθηκαν από 69,7 δισ. ευρώ σε 71,2 δισ. ευρώ. Οι πληρωμές σε εργαζόμενους (μικτές αποδοχές και εργοδοτικές εισφορές) ουσιαστικά πάγωσαν και η μεταβολή κυμάνθηκε από 13,4 δισ. ευρώ σε 13,6 δισ. ευρώ (μεταξύ 2021 και 2022). Αναλυτικότερα, από τα στοιχεία του ενδεκάμηνου Ιανουαρίου- Νοεμβρίου, οι μικτές αποδοχές αυξήθηκαν κατά 0,14 δισ. ευρώ ή 140 εκ. ευρώ, ενώ οι εργοδοτικές εισφορές κατά 20 εκ. ευρώ.
Για να αντιληφθούμε και πάλι τα μεγέθη, κοιτάζοντας το δωδεκάμηνο βλέπουμε ότι οι τόκοι των δανείων του χρέους (που πεισματικά κινείται στα ίδια επίπεδα) αυξήθηκαν κατά 0,2 δισ. και οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών κατά 150 εκ. ευρώ. Ιδιαίτερα η τελευταία κατηγορία μαζί με τις μεταβιβάσεις (επιδοτήσεις και οικονομικές ενισχύσεις) είναι η μεγάλη ομπρέλα κάτω από την οποία χωράνε οι Πάτσης, Νικολάου και ΣΙΑ.
Συνολικά το πρωτογενές έλλειμα του κρατικού προϋπολογισμού (αποτέλεσμα χωρίς τους τόκους των δανείων για εξυπηρέτηση του χρέους) μειώθηκε από 10 δισ. ευρώ το 2021 σε 6,6 δισ. ευρώ. Αν κάποιος απομονώσει τα νούμερα, θα μπορούσε να πει ότι είναι ένα θετικό γεγονός. Είναι η ίδια απάντηση που δίναμε για τα πρωτογενή πλεονάσματα που μας απασχολούσαν πριν από λίγα χρόνια. Ομως, η μείωση του πρωτογενούς ελλείματος (ή η αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος τότε) προέρχεται από την υπερφορολόγηση των εργαζομένων που, ενώ εξαϋλώνει το εισόδημά τους σε συνδυασμό με την ακρίβεια (τότε με τις άμεσες μνημονιακές επιταγές), καταλήγει να μεταφράζεται σε έσοδα για το κράτος. Δεν είναι κάπως μαγικό το ότι, είτε με το ένα αποτέλεσμα είτε με το άλλο, το κρατικό χρέος παραμένει αμετάβλητο και συνεχώς ανανεώνεται;
Τα στοιχεία που παρατίθενται είναι προσωρινά καθώς αναμένεται η κύρωση του Απολογισμού Εσόδων και Εξόδων για το 2021 (ενισχύοντας τον χαρακτηρισμό του κωλόχαρτου). Κλείνοντας θα αναφερθούμε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του πρωθυπουργού. «Αν το πρώτο σύνθημά μας ήταν οι λιγότεροι φόροι το δεύτερο πρέπει να είναι οι καλύτεροι μισθοί, η αξιοπρεπής υγεία και η προσιτή στέγη ιδίως για τη νέα γενιά». Καταλάβαμε…