Τους τελευταίους μήνες η ταλαιπωρία των προσφύγων ήταν βασανιστική. Από τη μαύρη νύχτα πήγαιναν να στηθούν στην ουρά, ενώ οι «τυχεροί» που κατάφερναν να περάσουν και να διεκπεραιώσουν το αίτημά τους ήταν ελάχιστοι. Και βέβαια, τα αιτήματα απλώς στοιβάζονταν στα ράφια, γιατί το ελάχιστο προσωπικό δεν μπορούσε να τα εξετάσει. Εδώ και δυο μήνες ούτε οι λεγόμενες ευάλωτες περιπτώσεις (μονογονεϊκές οικογένειες, έγκυες γυναίκες) μπορούσαν να μπουν στην υπηρεσία και να υποβάλουν αίτημα ασύλου. Το ίδιο ίσχυε και για τους πρόσφυγες από τη Συρία, που υποτίθεται ότι θα υπάγονταν σε διαδικασία fast track. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όσοι κατάφεραν να υποβάλουν αίτημα τους μήνες Γενάρη-Φλεβάρη-Μάρτη έπαιρναν ημερομηνία για συνέντευξη μετά από τρεις μήνες!
Ηταν φανερό ότι η κατάσταση όδευε προς το απόλυτο αδιέξοδο. Διάφορες ΜΚΟ που «τρέχουν» προγράμματα για πρόσφυγες είχαν ενημερωθεί για το επικείμενο λουκέτο, ενώ την περασμένη Δευτέρα ήρθε και η επίσημη ανακοίνωση από την Υπηρεσία Ασύλου: «Το Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Αττικής, από τη Δευτέρα 25 Μαΐου 2015 και μέχρι νεότερης ενημέρωσης, θα εξυπηρετεί μειωμένο αριθμό ατόμων λόγω ελλείψεων σε προσωπικό. Θα διεξάγονται μόνο οι προγραμματισμένες (μέσω skype) καταγραφές αιτημάτων ασύλου, συνεντεύξεις και οι λοιπές διοικητικές ενέργειες».
Υπάρχουν, βέβαια, οι τεράστιες ευθύνες της προηγούμενης συγκυβέρνησης, του υπουργού Β. Κικίλια και της διευθύντριας της Aρχής Προσφυγών Λαμπρινής Κωλέττα, υπό την ανοχή της διευθύντριας της Υπηρεσίας Ασύλου Μ. Σταυροπούλου, που φρόντισαν να αποψιλώσουν την υπηρεσία από το ειδικό προσωπικό και μάλιστα με κριτήρια πολιτικά (έφυγαν οι «μη αρεστοί», δηλαδή όσοι αρνούνταν να λειτουργήσουν ως «yesmen», αλλά έκριναν αντικειμενικά τα αιτήματα χορήγησης ασύλου). Ομως, αυτή την κατάσταση τη γνώριζε πολύ καλά η σημερινή πολιτική ηγεσία.
Η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ είχε προειδοποιήσει από το Δεκέμβρη του 2014. Στη συνέχεια, σε δηλώσεις που έκανε στις 31 Γενάρη στο «Παλέ ντε Νασιόν» της Γενεύης ο εκπρόσωπος Τύπου της ΥΑ Γουΐλιαμ Σπίντλερ, παρουσιάζοντας μια νέα έκθεση της ΥΑ σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση του ασύλου στην Ελλάδα, τόνιζε μεταξύ των άλλων:
«Στα κύρια προβλήματα του συστήματος ασύλου στην Ελλάδα περιλαμβάνονται οι δυσκολίες στην πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου, η συνεχιζόμενη ύπαρξη εκκρεμών υποθέσεων από την παλιά διαδικασία ασύλου, ο κίνδυνος αυθαίρετης κράτησης, οι ανεπαρκείς συνθήκες υποδοχής, τα ελλείμματα στην ταυτοποίηση και παροχή υποστήριξης σε άτομα με συγκεκριμένες ανάγκες, οι άτυπες αναγκαστικές επιστροφές ανθρώπων στα σύνορα, οι ανησυχίες για τις προοπτικές ένταξης και υποστήριξης των προσφύγων, η ξενοφοβία και η ρατσιστική βία.
Η πρόσβαση στο άσυλο συνεχίζει να αποτελεί πρόκληση, εν μέρει λόγω του μειωμένου αριθμού περιφερειακών γραφείων της Υπηρεσίας Ασύλου για την εξέταση των αιτημάτων, καθώς και της έλλειψης σε προσωπικό στην Υπηρεσία Ασύλου. Ατομα που επιθυμούν να ζητήσουν άσυλο και δεν μπορούν, ή αποτυγχάνουν να υποβάλουν τα αιτήματά τους εγκαίρως μπορούν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της απέλασης και, ενδεχομένως, της επαναπροώθησης – δηλαδή, της επιστροφής τους σε χώρα όπου ίσως κινδυνεύει η ζωή ή η ελευθερία τους» (οι εμφάσεις δικές μας).
Δεν έχει, λοιπόν, καμιά δικαιολογία η συριζαίικη πολιτική ηγεσία. Είχε στη διάθεσή της τέσσερις μήνες για να στελεχώσει στοιχειωδώς την υπηρεσία, καθώς οι ανάγκες έγιναν στο μεταξύ πιο πιεστικές. Αυτή, όμως, ασχολούνταν με το τηλεοπτικό θέαμα, σε μια προσπάθεια να πείσει ότι εφαρμόζει πολιτική διαφορετική απ’ αυτή την προκατόχων της. Σκάλιζε την επιφάνεια, αφήνοντας άθικτη την ουσία. Ας μην ψάξουν, λοιπόν, δικαιολογίες στην «καμένη γη» που παρέλαβαν. Πλέον οι ευθύνες ανήκουν αποκλειστικά στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και στους αρμόδιους υπουργούς Βούτση, Χριστοδουλοπούλου και Πανούση.